Ο Γ. Κουμεντάκης στην «Κ»: Στην ΕΛΣ δεν αγνοούμε το σύγχρονο γίγνεσθαι

Ο Γ. Κουμεντάκης στην «Κ»: Στην ΕΛΣ δεν αγνοούμε το σύγχρονο γίγνεσθαι

Η όπερα του 21ου αιώνα ανοίγει τη λυρική τέχνη σε όλες τις άλλες μορφές τέχνης, δημιουργεί συμπράξεις και επιδιώκει τον διάλογο και τις διαφορετικές απόψεις

4' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τελικά ο άνθρωπος που εκτιμά τους θεσμούς –«είμαι βαθιά θεσμικός», λέει για τον εαυτό του– υπερίσχυσε του συνθέτη· στην αρχή της νέας χρονιάς μια ακόμη θητεία, η τρίτη, ξεκίνησε για τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Γιώργο Κουμεντάκη.

Στο γραφείο του, που βρίσκεται στον πέμπτο όροφο του κτιρίου, υπάρχει ένα στρογγυλό τραπέζι με βιβλία, περιοδικά και μερικές έγχρωμες φωτοτυπίες του αφιερώματος της γαλλικής εφημερίδας Figaro στην ΕΛΣ, που έγινε με αφορμή την επέτειο των 80 χρόνων λειτουργίας, και έχει κεντρικό τίτλο «Η εθνική Οπερα της Ελλάδας αξίζει το ταξίδι». Από εκεί ξεκινάμε κι εμείς τη συνέντευξη μαζί του.

– Τι σημαίνει για εσάς προσωπικά αυτό το ταξίδι που διαρκεί ήδη έξι χρόνια;

– Κατ’ αρχάς πρέπει να πω ότι μετά τη δοκιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 (σ.σ. διετέλεσε μουσικός διευθυντής, συνθέτης και δημιουργός του μουσικού σεναρίου στις τελετές έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας) λάμβανα κατά καιρούς προτάσεις για να αναλάβω δημόσιες θέσεις, και ειδικά τη συγκεκριμένη στην ΕΛΣ. Εντέλει δέχτηκα την πρόταση το 2017. Ημουν πια 58 ετών, βρισκόμουν σε μια φάση προσωπικής ωριμότητας, και ήδη είχα στο μυαλό μου πολλά που θα ήθελα να γίνουν στη Λυρική. Το ερώτημα που με απασχολούσε ήταν αφενός αν μπορεί η όπερα ως είδος να αντέξει σήμερα, και αφετέρου ποιες θα ήταν οι στρατηγικές που θα την έφερναν πιο κοντά σε περισσότερους ανθρώπους, ανεξαρτήτως ηλικίας, μορφωτικού και κοινωνικού επιπέδου. Θα μπορούσε η όπερα να γίνει μέρος της ζωής του Ελληνα, σκεφτόμουν, και με ποιον τρόπο;

– Εχετε λάβει απάντηση στο ερώτημά σας;

– Κατά ένα μέρος το όραμα έγινε πραγματικότητα. Για να αναφερθώ μόνον στα πιο πρόσφατα στοιχεία, από την επαναφορά της πληρότητας των θεάτρων, όλες οι παραγωγές της ΕΛΣ είναι sold out, και το 2022 είχαμε συνολικά στις παραστάσεις μας (αίθουσα Σταύρος Νιάρχος, Εναλλακτική και Ηρώδειο) πάνω από 170.000 θεατές, αριθμός υψηλότερος και από την προ πανδημίας εποχή. Το κοινό μας λοιπόν αυξήθηκε, είναι πιστό, πολυσυλλεκτικό και επιπλέον αποτελείται από Ελληνες αλλά και ξένους θεατές, που έρχονται στη χώρα για να παρακολουθήσουν τις παραγωγές μας. Συνεπώς η στρατηγική που χαράξαμε και το σύστημα που εφαρμόσαμε, απέδωσε. Ξέρετε στην ΕΛΣ η ιστορία έχει σημασία, αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο που αυτό συμβαίνει στη Σκάλα του Μιλάνου για παράδειγμα, ή στην Οπερα του Παρισιού. Εμείς έχουμε τη δυνατότητα να ανανεώσουμε τη «σύμβαση» της κλασικής όπερας ακριβώς επειδή δεν λογοδοτούμε στο παρελθόν μας. Μπορούμε λοιπόν να έχουμε πιο ρηξικέλευθες προτάσεις, να δοκιμάζουμε νέες ιδέες και να παίρνουμε ρίσκα. Να δουλέψουμε για την Oπερα του 21ου αιώνα.

– Η οποία σε τι συνίσταται;

– Είναι η όπερα που σέβεται τους μεγάλους δημιουργούς, γνωρίζει το παρελθόν της, αλλά ταυτόχρονα ζει στο παρόν και δεν φοβάται το μέλλον. Μέσω αναθέσεων σε νέους δημιουργούς, στην ΕΛΣ έχουν γραφτεί 100 καινούργια έργα τα τελευταία έξι χρόνια βάζοντας τους σύγχρονους συνθέτες σε διάλογο με τους κλασικούς. Επίσης η Οπερα του 21ου αιώνα ανοίγει τη λυρική τέχνη σε όλες τις άλλες μορφές τέχνης –για παράδειγμα τα εικαστικά–, δημιουργεί συμπράξεις και επιδιώκει τον διάλογο και τις διαφορετικές απόψεις. Είναι η όπερα που επικοινωνεί με το κοινό της όχι μόνο με τον παραδοσιακό, αλλά και με ψηφιακό τρόπο, καλωσορίζει όλες τις τεχνολογικές εξελίξεις και προσφέρει μια ευρεία γκάμα θεαμάτων από τα πιο κλασικά έως τα πιο σύγχρονα.

Η Οπερα του 21ού αιώνα είναι συμπεριληπτική, καλωσορίζει όλες τις κοινωνικές ομάδες και όλες τις ηλικίες. Στην ΕΛΣ δεν αγνοούμε το σύγχρονο γίγνεσθαι. Αν δεν ορίσουμε και στην όπερα την εποχή μας σε σχέση με όσα συμβαίνουν τώρα, τι μέλλον θα έχουμε;

– Νιώθετε ότι πετύχατε τους στόχους που θέσατε από το 2017;

– Πετύχαμε κατά τα δύο τρίτα στο πλαίσιο της στρατηγικής, του σχεδιασμού και της ποιότητας που επιδιώκαμε. Η δε δυναμική όσων έχουν γίνει, έχει δημιουργήσει μια παρακαταθήκη παραγωγών για την ΕΛΣ που αποτελεί τεράστιο περιουσιακό στοιχείο, κληρονομιά από την οποία ο οργανισμός θα αντλεί επί χρόνια. Το ίδιο συμβαίνει και με τις υποδομές: τα εργαστήρια σκηνικών και κοστουμιών είναι πλέον άριστα, με υψηλότατες προδιαγραφές και συμβάλλουν καθοριστικά στην εξοικονόμηση πόρων για τις παραγωγές μας.

Ως προς το ρεπερτόριο, πέρα από τη διεύρυνση με τις όπερες του 20ού αιώνα, ξεκινήσαμε και ένα άνοιγμα και στη Ρωσική σχολή, αλλά πρέπει να κάνουμε περισσότερα τα επόμενα χρόνια. Δεν παρουσιάσαμε μέχρι τώρα Βάγκνερ, αλλά μπήκε στον προγραμματισμό μας καθώς πλέον διαθέτουμε ωριμότητα και τεχνική αρτιότητα για να το κάνουμε. Οι συμπαραγωγές με ενδιαφέρουν πάρα πολύ, μας συνδέουν άμεσα με την πραγματικότητα του μουσικού θεάτρου και της όπερας διεθνώς. Οι περισσότερες όπερες θέλουν πλέον τη συνεργασία μας· δεν τους τη ζητάμε, μας τη ζητούν. Πρέπει όμως να βρεθεί ένας τρόπος πολιτιστικής αποκέντρωσης μέσα στη χώρα, με σαφή οπερατική ταυτότητα, και οπωσδήποτε πρέπει να δείξουμε τη δουλειά μας ακόμη πιο έντονα στο εξωτερικό.

– Τη νέα χρονιά λήγει η δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Τι σημαίνει αυτό;

– Οντως η δωρεά των 20 εκατομμυρίων για μια τετραετία –ήτοι 5 εκατομμύρια για κάθε χρόνο– λήγει το 2023. Η σχέση μας με το ίδρυμα παραμένει πολύ δημιουργική, η συνεργασία ιδανική, και γι’ αυτό ελπίζουμε ότι η δωρεά θα συνεχιστεί. Βεβαίως, η επιχορήγηση του ΥΠΠΟΑ καλύπτει τα βασικά έξοδα του οργανισμού και χωρίς αυτήν δεν θα υπήρχαμε. Πρέπει να πω ότι οι παραγωγές μας βγαίνουν από τα εισιτήρια, τις χορηγίες που τις διεκδικούμε μεθοδικά –ασχολούμαι προσωπικά με αυτό το θέμα– και τις συμπαραγωγές ώστε να μοιράζονται τα έξοδα. Η δωρεά καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των συμπαραγωγών –στην Κεντρική Σκηνή είχαμε 13 τέτοιες με μεγάλες όπερες από το 2017– και τα κόστη της εξωστρέφειας.

– Ποιους διάσημους σκηνοθέτες της όπερας επιθυμούσατε να καλέσετε στην ΕΛΣ όταν αναλάβατε, και ποιος είναι ο επόμενος που θα θέλατε να υποδεχτείτε;

– Ηθελα τον Κριστόφ Βαρλικόφσκι, τον Ολιβιέ Πι, τον Μπομπ Ουίλσον, και καταφέραμε να σκηνοθετήσουν στην Αθήνα. Τώρα θα ήθελα να έχω τον σπουδαίο Ντίμτρι Τσερνιακόφ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή