Υπάρχει μία ιστορία που ο (ανεπιβεβαίωτος) θρύλος θέλει να την έγραψε ο Ερνεστ Χέμινγουεϊ και χρειάστηκε μόλις έξι λέξεις για να «τσακίσει» τον αναγνώστη: «For sale: Baby shoes, never worn» (μτφρ.: «Προς πώληση: Παιδικά παπούτσια, ποτέ φορεμένα»).
Κάπως έτσι νιώθεις πολλές φορές όταν χαζεύεις τις καρτ ποστάλ που εμφανίζονται μπροστά σου μέσω αέναου σκρόλινγκ στο «PostSecret». Ενα μπλογκ που, όπως φανερώνει το όνομά του, συγκεντρώνει ανώνυμα μυστικά που έφτασαν στην πόρτα του Φρανκ Γουόρεν στην Καλιφόρνια, από άγνωστους αποστολείς, αυστηρά ταχυδρομικά και αυστηρά σε μορφή καρτ ποστάλ (ή ό,τι βαφτίζει καθένας καρτ ποστάλ), που δεν εξαντλούν ποτέ την επινοητικότητά τους.
Κάποια από αυτά τα μυστικά είναι ξεκαρδιστικά χαριτωμένα. Οπως η παραδοχή «Οταν πάω στο σούπερ μάρκετ, παίρνω πάντα τις μπανάνες που δεν είναι σε τσαμπί για να μην νιώθουν μόνες», αλλά και ο αυτοσαρκασμός «Ο σκύλος μου είχε περισσότερες σχέσεις από εμένα».
Αλλες είναι ισάξια ιντριγκαδόρικες με σενάριο σαπουνόπερας: «Οταν ο σύζυγός μου με απάτησε, η καλύτερή μου φίλη μου είπε πως αν κάλυπτα όλες τις ανάγκες του, δεν θα με απατούσε. Μετά το διαζύγιό μου, έκανα σεξ με τον άντρα της», εξομολογείται μια γυναίκα.
Αρκεί βέβαια η φωτογραφία ενός εμβρύου με μόνη λεζάντα «Ξέρω πως δεν είναι δική μου» για να σε σοκάρει αιφνίδια, όπως πολλές ακόμα σκοτεινές σκέψεις και εξομολογήσεις. Τη φωτογραφία μιας φθαρμένης πόρτας έστειλε κάποιος, γράφοντας: «Οι τρύπες είναι από όταν η μαμά μου προσπαθούσε να σπάσει την πόρτα για να συνεχίσει να με χτυπάει». «Η οικογένειά μου νομίζει πως έχω πεθάνει. Είμαι επιτέλους ελεύθερος» λέει κάποιος και μένεις να αναρωτιέσαι τι μπορεί να συμβαίνει στον κάθε ένα γύρω μας και να μην έχουμε την παραμικρή ιδέα.
Ενα εκατομμύριο καρτ ποστάλ
Ως το 2004 ο Φρανκ Γουόρεν ζούσε μια ήσυχη ζωή. «Δούλευα σε μια εταιρεία, είχα τη γυναίκα μου, τα παιδιά μου», λέει από την άλλη άκρη της βιντεοκλήσης, με μια εντυπωσιακή ηρεμία στη φωνή και το πρόσωπό του, για κάποιον που τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει διαβάσει περίπου ένα εκατομμύριo ανομολόγητα μυστικά -ή ίσως, ακριβώς για αυτό.
Εκείνο το διάστημα έτυχε όμως να δουλέψει σε τηλεφωνική γραμμή βοήθειας για τάσεις αυτοκτονίας. Ο Φρανκ Γουόρεν δεν άργησε να καταλάβει πόσα πολλά πράγματα κρύβουν οι άνθρωποι και πόσο μπορεί να τους επιβαρύνει αυτό. Αλλά και τον καταπραϋντικό χαρακτήρα που μπορεί να λάβει το να μοιραστείς κάτι που ως τότε, στριφογυρνούσε μόνο στο κεφάλι σου. Συγχρόνως, όλη αυτή η διαδικασία του χτύπησε και προσωπικά «καμπανάκια» για τον τρόπο που διαχειριζόταν τα δικά του μυστικά.
Και τότε πήρε μια κάπως τρελή και αυθόρμητη απόφαση: τύπωσε 3.000 καρτ ποστάλ οι οποίες έγραφαν «Γεια, με λένε Φρανκ και συλλέγω μυστικά», μαζί με οδηγίες και την ταχυδρομική διεύθυνση του σπιτιού του και τα μοίρασε σε τυχαία σημεία στην Ουάσινγκτον. Τα μηνύματα έπρεπε να είναι σύντομα, ευανάγνωστα και δημιουργικά δοσμένα. Λίγες μέρες μετά, τα πρώτα γράμματα είχαν φτάσει στο κουτί του. Πέρα από τη χειροποίητη αυτή μορφή εξομολόγησης, προϋπόθεση του «PostSecret» είναι το μυστικό που μοιράζεται ο εκάστοτε αποστολέας να μην έχει ειπωθεί ποτέ πουθενά.
Το… μυστικό διαδόθηκε, με αποτέλεσμα ο Φρανκ Γουόρεν να λαμβάνει τα τελευταία 19 χρόνια περίπου 200-300 γράμματα την εβδομάδα, από κάθε γωνιά του πλανήτη και σε κάθε γλώσσα, τα οποία ανοίγει και ταξινομεί ευλαβικά κάθε Κυριακή. «Κάθε καρτ ποστάλ είναι ένα μικρό έργο τέχνης», λέει, και δικαίως μιας και μέσα στους φακέλους υπάρχουν μυστικά γραμμένα σε φωτογραφίες και δίπλα από ζωγραφιές, σε κολάζ που θυμίζουν χειροποίητα φανζίν άλλων εποχών, μέχρι και μηνύματα γραμμένα πάνω σε πατικωμένα ποτηράκια του καφέ έχει λάβει -σε ένα τέτοιο κάποιος παραδέχτηκε πως «Δίνω ντεκαφεϊνέ καφέ σε όσους πελάτες είναι αγενείς μαζί μου!».
Ο «κλειδοκράτορας» των μυστικών
Και όσο οι φάκελοι στιβάζονταν ανά εκατοντάδες και μετά χιλιάδες, το πρότζεκτ του «PostSecret» άρχισε να μεγαλώνει: το ομώνυμο μπλογκ του Φρανκ Γουόρεν δεν έχει σταματήσει να ανανεώνεται συνεχώς με νέες καρτ ποστάλ, ομοίως και τα social media του, οι ιστορίες του «PostSecret» έχουν φιλοξενηθεί σε κανονικές και διαδικτυακές εκθέσεις, έχουν μεταφερθεί επίσης σε έξι βιβλία. Τα μυστικά έχουν σταχυολογηθεί και σε επιμέρους κατηγορίες όπως θα δει κανείς στη σελίδα, όπως τα «Λευκά Ψέματα» και τα «Ψέματα της Κυριακής», ενώ κάποια από αυτά συγκεντρώνουν απαντήσεις από άλλους ανθρώπους που ταυτίζονται με την εκάστοτε ιστορία και μοιράζονται με τη σειρά τους τη δική τους. Το «PostSecret», άλλωστε, είναι το πιο δημοφιλές μπλογκ χωρίς διαφημίσεις στον κόσμο και τα 867 εκατομμύρια επισκέψεις μέχρι σήμερα το επιβεβαιώνουν.
«Αυτό για το οποίο είμαι πιο περήφανος είναι η αίσθηση της κοινότητας που έχει λάβει το όλο εγχείρημα. Καταλαβαίνεις πως όλες οι ιστορίες κάπως ενώνονται και αφορούν πολλούς, όπου και αν βρίσκονται», λέει ο Φρανκ Γουόρεν.
Για του λόγου το αληθές, το μεγάλο αυτό δίκτυο εξομολογήσεων καμιά φορά αποκαλύπτεται με σάρκα και οστά: «Οταν κάνω παρουσιάσεις του “PostSecret” επιλέγω κάθε φορά κάποιες καρτ ποστάλ και τις παρουσιάζω ως παραδείγματα», εξηγεί ο Φρανκ Γουόρεν. Σε μία, λοιπόν, από αυτές τις παρουσιάσεις στην οθόνη πίσω του εμφανίστηκε μία κάρτα. Στο τέλος της ομιλίας του, μια κοπέλα πλησίασε τον Φρανκ Γουόρεν και του είπε πως το μυστικό που εμφανίστηκε προ ολίγου στην οθόνη ήταν δικό της -ποιο ήταν, δεν θα το αποκαλύψουμε.
Το «PostSecret» δεν είναι κάτι που ο εμπνευστής του παίρνει ελαφρά τη καρδία. Εχει κρατήσει κάθε μία από τις καρτ ποστάλ που έχει λάβει μέσα στα χρόνια, θεωρεί πως όλες αυτές οι ιστορίες «αποτελούν ένα αρχείο που αντικατοπτρίζει αυτό που συμβαίνει στον εσωτερικό ψυχισμό των ανθρώπων». Γι’ αυτό και ένα από τα επόμενα βήματα για το «PostSecret» είναι οι καρτ ποστάλ να μεταφερθούν από το υπόγειό του και να φυλαχθούν σε έναν μουσειακό πλέον χώρο.
Ακόμα και αν κάποιες από αυτές τις ιστορίες ο Γουόρεν επιλέγει να μην τις δημοσιεύσει και να «διαιωνίζει» έτσι τον μυστικό χαρακτήρα τους. Οπως μία καρτ ποστάλ που είχε λάβει με μια οικογενειακή φωτογραφία και ο αποστολέας της έγραφε, απευθυνόμενος στον αδελφό του, πως «Δεν το ξέρεις, αλλά δεν έχουμε τον ίδιο μπαμπά». Είναι μία από τις κάρτες που άγγιξαν πολύ τον Φρανκ Γουόρεν, μα θεώρησε πως το μοίρασμα που έγινε, αν και όχι σε κοινή θέα, αρκούσε.
Τον ρωτάω αν, μετά από ένα εκατομμύριο μυστικά, σκοπεύει κάποια στιγμή να κλείσει αυτόν τον κύκλο. «Θα συνεχίσω να το κάνω, αν και κάποια μέρα κάποιος άλλος θα πρέπει να πάρει τη σκυτάλη», λέει, πριν με παροτρύνει να στείλω και ένα δικό μου μυστικό. Από πού να αρχίσει κανείς;