Συνεδριακός τουρισμός, εθνική άμυνα κ.λπ.

Κύριε διευθυντά
Διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την επιστολή των αγαπητών και εκλεκτών συναδέλφων καθηγητών κ. Ν. Κατσιλάμπρου και Ν. Τεντολούρη στην «Καθημερινή» της 11/10, οι οποίοι αναφέρονται στην έλλειψη συνεδριακών χώρων στην ελληνική επικράτεια για τη διοργάνωση μεγάλων συνεδρίων της τάξεως των 15.000-20.000 συνέδρων, μνημονεύουν δε την κακή εμπειρία τους από το Πανευρωπαϊκό Διαβητολογικό Συνέδριο που διοργάνωσαν ο αείμνηστος καθηγητής Σ. Ράπτης (πρόεδρος) και ο πρώτος εξ αυτών (αντιπρόεδρος) το 2005 στην Αθήνα, με συμμετοχή 13.500 ατόμων.
Η διοργάνωση μεγάλων συνεδρίων περιλαμβάνεται πλέον στην επιχειρηματική δραστηριότητα του συνεδριακού τουρισμού και ο συναγωνισμός από διάφορες πόλεις της Ευρώπης και των ΗΠΑ, όπως επίσης και από μεγάλα γραφεία που οργανώνουν ανάλογα συνέδρια, είναι πολύ μεγάλος και αυξάνεται συνεχώς. Για να μπορέσει να αναλάβει κανείς τη διοργάνωση τέτοιων συνεδρίων θα πρέπει αφενός να υπάρχει το υψηλό επιστημονικό προσωπικό στη χώρα που το διεκδικεί, με τις ανάλογες, βεβαίως, διεθνείς διασυνδέσεις, και αφετέρου να υφίστανται οι ανάλογες υποδομές. Τέτοιες υποδομές δεν υπάρχουν σήμερα στην ελληνική επικράτεια. Στην Αθήνα υπάρχουν 2-3 συνεδριακά κέντρα με δυνατότητα φιλοξενίας περίπου 2.000 συνέδρων, ενώ στη Θεσσαλονίκη ένα που μπορεί να φιλοξενήσει 1.500-2.000 άτομα, αλλά χωρίς τις ανάλογες υποδομές (πάρκινγκ κ.λπ.), και 2-3 με δυνατότητα εξυπηρέτησης περίπου 1.000 ατόμων, τα οποία όμως διαθέτουν αξιόλογες υποδομές. Τα πολλά εθνικά και εξειδικευμένα κυρίως ευρωπαϊκά συνέδρια των 500-1.000 ατόμων που γίνονται στη χώρα μας εξυπηρετούνται σε χώρους πολλαπλών χρήσεων διαφόρων ξενοδοχείων, κυρίως πεντάστερων.
Η πρόταση των συναδέλφων να δημιουργηθούν μεγάλα συνεδριακά κέντρα στην Ελλάδα για προώθηση του συνεδριακού τουρισμού είναι ενδιαφέρουσα, αλλά, κατά την ταπεινή μου γνώμη, για τα επόμενα πολλά χρόνια απραγματοποίητη. Σήμερα με νωπή την πτώχευση της χώρας μας και με τους τεράστιους κινδύνους, ιδιαίτερα εξ Ανατολών, άλλες θα πρέπει να είναι οι προτεραιότητες του κρατικού προϋπολογισμού. Χρειαζόμαστε επειγόντως αμυντική βιομηχανία. Αν περισσεύουν λίγα χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό και αν ακόμη υπάρχουν «εθνικοί ευεργέτες», θα πρέπει προς αυτή την κατεύθυνση να δραστηριοποιηθούμε. Τα μεγάλα συνεδριακά κέντρα μπορούν να περιμένουν. Μέχρι να γίνουν, θα πρέπει να αλλάξουν νοοτροπία και οι διοργανωτές συνεδρίων και να πειστούν ότι η επιστήμη προωθείται καλύτερα και η γνώση μεταδίδεται ευκολότερα όταν ένα συνέδριο πραγματοποιείται σε έναν εξειδικευμένο συνεδριακό χώρο, μακριά από το κέντρο της πόλης, με άριστες υποδομές, χωρίς μεγάλες δυνατότητες εξωσυνεδριακών απασχολήσεων, αντί σε πολυτελή ξενοδοχεία με πισίνες, γκουρμέ εστιατόρια, καζίνο.
Τα τελευταία μπορεί να αυξάνουν τον αριθμό των συνέδρων που υποτίθεται πως θα παρακολουθήσουν το συνέδριο, αλλά σίγουρα δεν διευκολύνουν και δεν προωθούν την επιστημονική γνώση. Με το τελευταίο συμφωνεί και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ΕΟΦ, ο οποίος, αν δεν με απατά η μνήμη, προ ετών είχε αποφασίσει να μην χρηματοδοτούνται από φαρμακευτικές εταιρείες συνέδρια που διοργανώνονται σε 5άστερα ξενοδοχεία και σε πόλεις με πολλά τουριστικά ενδιαφέροντα. Φαίνεται πως αυτή η απόφαση ατόνησε. Υποψιάζεται κανείς εύκολα τους λόγους. Μήπως ήρθε η ώρα, μαζί με το «κόβουμε το τσιγάρο», να κόψουμε και τις συνεδριακές δαπάνες που γίνονται σε ανάλογες πολυτελείς αίθουσες ξενοδοχείων ή γύρω από αυτά και στηρίζουν τον ξενοδοχειακό τουρισμό αντί του συνεδριακού;
Δρ Γερασιμος Ε. Κρασσας, MD, PhD, FRCP (Lond), Καθηγητής, ενδοκρινολόγος, πρόεδρος ΙΑΣΕΙΟΥ Πρότυπου Πολυϊατρείου, Θεσσαλονίκη