ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ

Ζηλευτός ο στέφανος, έστω και ακάνθινος

Ζηλευτός ο στέφανος, έστω και ακάνθινος

Κύριε διευθυντά
Παρών στον τορπιλισμό της «Eλλης» τον Δεκαπενταύγουστο του 1940, όταν ως μαθητής της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών Σύρου απέδιδε τιμές στην Παναγία της Τήνου. Παρών ως εκ των πρώτων πολεμιστών στον πόλεμο του ’40, κατέθεσε την προσφορά του αίματός του για την Ελλάδα μία από τις τελευταίες ημέρες της ελευθερίας της, τραυματισθείς βαριά τη 13η Απριλίου 1941 στο αλβανικό μέτωπο, όταν η μονάδα του ανέλαβε να καλύψει τη μοιραία σύμπτυξη του δαφνοστεφούς ελληνικού στρατού, μετά την πισώπλατη μαχαιριά του Χίτλερ την 6η Απριλίου 1941.

Παρών στην Εθνική Αντίσταση, ως διοικητής μονάδας του ΕΛΑΣ στην περιοχή των Γρεβενών, διαχώρισε τη θέση του όταν οι αποφάσεις μοιραίων ηγεσιών βύθισαν την Ελλάδα στο αίμα του εμφυλίου πολέμου. Ετσι βρέθηκε να είναι και πάλι παρών στα τεκταινόμενα μιας ιστορικών εξελίξεων περιόδου, ως αξιωματικός του τακτικού στρατού, από το 1946 έως το 1950, οπότε και απολύθηκε με τον βαθμό του εφέδρου λοχαγού.

Γράφει ο ίδιος στο βιβλίο του (Κωνσταντίνου Χ. Στεργιάδη, «Μνήμες Πολεμιστή»): «[…] δέκα ολόκληρα χρόνια με το όπλο στο χέρι διέθεσα τα ωραιότερα χρόνια  της ζωής μου […] έκανα το χρέος μου προς την πατρίδα και τίποτε άλλο. Δεν είναι στις προθέσεις μου και δε θα μπω στον πειρασμό να καταπιαστώ με τον εμφύλιο πόλεμο. Γιατί δεν υπάρχει τίποτε πιο καταθλιπτικό από την περιγραφή του εμφυλίου πολέμου […]».

Ο εκλιπών από ετών Κώστας Στεργιάδης, για πολλά χρόνια αιρετός πρόεδρος της Ομοσπονδίας των Δυτικομακεδονικών Σωματείων της Θεσσαλονίκης, με λαμπρή φιλογενή και κοινωφελή δραστηριότητα, πέρα από τα αριστεία ανδρείας και τις κοινωνικές τιμητικές διακρίσεις που επέστεψαν τον βίο του, είχε το επαχθές προνόμιο να συνάπτεται η προσωπική του ιστορία και περιπέτεια με όλο το χρονικό μήκος μιας από τις πιο δραματικές περιόδους της ιστορίας της χώρας μας. Κατά κάποιον τρόπο, διαβάζοντας κανείς τις «Μνήμες» του, αισθάνεται πως αυτό το «μέρος του όλου» αντιπροσωπεύει και εκφράζει το «όλον». Αλλά, είναι, άραγε, στην προοπτική του χρόνου, «επαχθές» αυτό το προνόμιο του Κώστα Στεργιάδη ή μήπως αποτελεί  μια εύνοια υστεροφημίας που ξεπερνάει τα προσωπικά κριτήρια;

Συνειδητοποιώ, καθώς γράφω αυτή την επιστολή προς την «Καθημερινή», της οποίας η εκατονταετής ιστορία είναι «μέρος του όλου» που αντιπροσωπεύει και εκφράζει το «όλον» ενός αιώνα ιστορίας της χώρας, ότι εκείνο το προσωπικά επαχθές εγγράφεται ως αειφεγγής παρουσία σε ένα απειροστικό στερέωμα «απουσιών». Και επιλέγω:  «Ζηλευτός ο στέφανος, έστω και ακάνθινος».

Γερασιμος Μιχαηλ Δωσσας, Θεσσαλονίκη