«Ακρως ανυπόστατες» ή λαξεύοντας λέξεις

«Ακρως ανυπόστατες» ή λαξεύοντας λέξεις

Κύριε διευθυντά

Ανυπόστατος: Ο χωρίς υπόσταση, ο ανύπαρκτος. Αυτό όμως το επίρρημα «άκρως» (εάν δεν είναι εμπαθές) είναι περιττολογία.

Εκείνο που κάνει εντύπωση είναι ότι ουδείς σχολίασε τις δεκάδες σιδηροκατασκευές (ακουμπισμένες μάλιστα επάνω και σε τσιμεντόλιθους!), οι οποίες τοποθετήθηκαν μπροστά από τα αριστουργηματικά αρχιτεκτονήματα της κλασικής αρχαιότητας, δήθεν για να γίνει η ανάδειξή τους!

Κανένας επίσης από τους περινούστατους μελετητές της ελληνικής γλώσσης δεν εθίγη όταν αυτά τα κατασκευάσματα ονομάστηκαν «γλυπτά» (ενώ όλοι τους θα πρέπει να γνώριζαν ότι μόνο γλυπτά δεν μπορείς να τα πεις. Και δεν μπορείς να τα πεις, γιατί εξ ορισμού γλυπτό = λαξεμένο καλλιτέχνημα ανάγλυφο ή ολόγλυφο, και το ρήμα λα-ξεύω φωνάζει από μόνο του ότι ο καλλιτέχνης δίνει ζωή και φως στην πέτρα). Ισως αυτό να οφείλεται στο ότι πριν από την επίμαχη αυτή λέξη τοποθετήθηκε τεχνηέντως η λέξη «σύγχρονα», οπότε οτιδήποτε ανυπόστατο και αν ακολουθεί, αμέσως αποκτά υπόσταση…

Στην απαντητική προς τη μικρότητά μου επιστολή του, ο κ. Αναστ. Στέφος, αφού άρχισε με προσβλητική αναφορά περί της παραετυμολογίας της λέξεως «αχ-λάδι» (εμείς εδώ στην Αργολίδα από παλιά, διασκεδάζουμε πολύ με την ονομασία του χωριού «Αχ-λαδό-καμπος»), συνέχισε με αντιγραφή δεκάδων λέξεων από τα λεξικά του Δ. Δημητράκου, του Ι. Σταματάκου, του Ι. Πανταζίδου αλλά και αποσπάσματα του Ομήρου και του Ησιόδου κ.ά.

Είναι χαριτωμένο να αντιγράφεις κατεβατά ολόκληρα από διάσημους λεξικογράφους ποιητές και τραγωδούς (θεωρώντας ότι παίρνεις δόξα από τη δόξα τους), αλλά όταν φθάνεις στην επίμαχη λέξη «Ελλάς» να αποφαίνεσαι ότι σχετίζεται ετυμολογικά μάλλον προς τους Σελλούς(!) και λίγο πιο κάτω η γιγαντωμένη αμηχανία σου να ακουμπάει τη λέξη ενδεχομένως, μη προσφέροντας σε τίποτα απαντήσεις αλλά πιθανότητες. Ο επιστολογράφος μας επίσης παρέκαμψε (ως μη ώφειλε) το λεξικό του Ησυχίου του Αλεξανδρέως (5ος μ.Χ. αι.), ο οποίος στη λέξη «έλ-α» αναγράφει: ήλιος(!), αυγή(!), «όπερ έδει δείξαι», θα έλεγαν οι μαθηματικοί μας (και για τους μη εξοικειωμένους με τις ετυμολογίες των λέξεων, εφόσον ο Ησύχιος βροντοφωνάζει ότι «ελ» θα πει ήλιος, αυγή, δηλαδή φως, και «λας» θα πει πέτρα, άρα «ΕΛ-ΛΑΣ» = Η Φωτεινή Πέτρα») και στη λέξη «ελ-ατρεύς» (το ελ επιμόνως εκεί) αναγράφει: ο τρίτην πύρωσιν έχων του σιδήρου παρά τοις μεταλλεύσειν (τότε που τα μέταλλα φωτοβολούν λευκοπυρούμενα. Τι άλλο θα μπορούσε άραγε να πει για να πεισθούν κάποιοι κακοπροαίρετοι αντιρρησίες;).

Εδώ ερχόμαστε να δικαιολογήσουμε την επιγραφή που είχε τοποθετήσει ο Πλάτων στην είσοδο της Ακαδημίας του, «αγεωμέτρητος μηδείς εισίτω».

Μόνες τους οι φιλολογικές γνώσεις δεν αρκούν. Πρέπει να αντιλαμβάνεσαι και το «όπερ έδει δείξαι» του πασίγνωστου μαθηματικού – γεωμέτρη Ευκλείδη.

Παρέκαμψε όμως ο επιστολογράφος μας δυστυχώς, και τον Γιάννη Ρίτσο που κραυγάζει με όση δύναμη διαθέτουν τα πνευμόνια του: «Σε τούτα δω τα μάρμαρα (δηλαδή τις πέτρες) κακιά σκουριά δεν πιάνει. Εδώ το Φως»! Θεέ μου! Σε τι σκοτεινή εποχή ζούμε!

Θεμος Γκουλιωνης, Οφθαλμίατρος, Ναύπλιο

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή