Κύριε διευθυντά
Το να ακολουθεί κανείς τη θρησκεία της οικογένειάς του και γενικότερα του τόπου του είναι κάτι το φυσιολογικό. Το να θεωρεί όμως κάποιος, και μάλιστα χωρίς κανέναν έλεγχο, ότι όλες οι άλλες θρησκείες είναι ψεύτικες και παραπλανητικές είναι λανθασμένο. Και όμως, όλοι σχεδόν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι η μόνη σωστή και αληθινή θρησκεία είναι αυτή του τόπου τους. Αλλά το χειρότερο είναι ότι πολλοί, κυρίως αμόρφωτοι, στηρίζουν με φανατισμό τη θρησκεία τους και προβαίνουν σε ενέργειες με εμπαθή ζήλο, που προκαλεί έχθρα και μίσος. Το αποτέλεσμα αυτών των ακροτήτων είναι η, κατά καιρούς, διενέργεια θρησκευτικών πολέμων, που στοίχισαν πολλή δυστυχία, αλλά και ποταμούς αίματος, στην ανθρωπότητα.
Το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να πιστεύει ό,τι θέλει, δηλαδή η ανεξιθρησκία, μόλις τους τελευταίους αιώνες επικράτησε, αφού τον Μεσαίωνα αλλά και την Αναγέννηση ακόμα ήταν μια έννοια άγνωστη. Στην Ελλάδα αναγνωρίστηκε η ανεξιθρησκία ήδη από το 1822 και έκτοτε περιλαμβάνεται σε όλα τα Συντάγματα της χώρας. Αλλά και σε όλα τα πολιτισμένα κράτη σήμερα ισχύει το δικαίωμα των αλλόδοξων και αλλόθρησκων να πιστεύουν ό,τι θέλουν.
Θλιβερή εξαίρεση αποτελεί ο Μωαμεθανισμός, όπου οι δύο κύριοι κλάδοι του, ο σουνιτισμός και ο σιισμός, μισούνται θανάσιμα. Οι δύο αυτοί κλάδοι δημιουργήθηκαν μετά τον θάνατο του Μωάμεθ, το 632 μ.Χ., οπότε και γεννήθηκε το πρόβλημα της πνευματικής διαδοχής του. Και οι μεν σουνίτες (που αποτελούν το 85% των μωαμεθανών) πιστεύουν ότι κανείς δεν μπορεί να διαδεχθεί τον Μωάμεθ στη φύση του ως προφήτη, και ότι με αυτόν ολοκληρώθηκε η θεία αποκάλυψη. Επομένως, ο θρησκευτικός διάδοχός του, ο χαλίφης, είναι ουσιαστικά μόνο ένας θεματοφύλακας της προφητικής κληρονομιάς. Αντίθετα, οι σιίτες πιστεύουν ότι ο Μωάμεθ ολοκλήρωσε μεν τον κύκλο της προφητείας αλλά μαζί με αυτόν δημιουργήθηκε, με τους διαδόχους του, η δυνατότητα για περαιτέρω θεία αποκάλυψη. Δηλαδή ο θρησκευτικός διάδοχός του, ο ιμάμης, που είναι αλάθητος, αποτελεί το μοναδικό μέσο αποκάλυψης του Κορανίου.
Είναι αστείο, αν δεν ήταν τραγικό, ότι οι διαφορές ανάμεσα στους σουνίτες και τους σιίτες είναι πολύ μικρές, αφού όλοι πιστεύουν ότι ο Αλλάχ είναι ο μοναδικός θεός, που είναι ελεήμων, παντοδύναμος και παντεπόπτης. Επίσης πιστεύουν ότι την Εσχάτη Ημέρα οι νεκροί θα αναστηθούν και θα κριθούν από τον Θεό, ώστε οι καλοί να πάνε στον παράδεισο και οι κακοί στην κόλαση. Τέλος, πιστεύουν ότι όλη η διδασκαλία του Μωάμεθ περιλαμβάνεται στο Κοράνιο. Επομένως οι μικρές ιδεολογικές διαφορές δεν δικαιολογούν τον φανατισμό και το μίσος, που έχει ως αποτέλεσμα, ακόμα και στις μέρες μας, να δημιουργούνται αξιοκατάκριτες και αδικαιολόγητες καταστάσεις αλλά και πόλεμοι.
Θλιβερό παράδειγμα του φανατισμού είναι και ο πόλεμος στη Συρία, που στοίχισε στη χώρα αυτή εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και εκατομμύρια πρόσφυγες. Βέβαια, στην περίπτωση αυτή, είναι προφανές ότι «έβαλαν το χεράκι τους» και οι μεγάλες δυνάμεις, σε μια προσπάθεια να αυξήσουν την επιρροή τους γενικότερα στη Μέση Ανατολή, που έχει τα τεράστια αποθέματα πετρελαίου.
Το συμπέρασμα από όλα τα παραπάνω είναι ότι η εμπάθεια και ο θρησκευτικός φανατισμός, σε κάθε τους μορφή, πρέπει να αποφεύγονται, αφού μόνο καταστροφές μπορούν να προκαλέσουν.
Νικος Δυοβουνιωτης, Πολιτικός μηχανικός, Κηφισιά