Ο ναύαρχος Ντι Φουρνέ και η Αθήνα του 1916

Ο ναύαρχος Ντι Φουρνέ και η Αθήνα του 1916

Κύριε διευθυντά

Στην έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη Πειραιώς που τιτλοφορείται «Με το βλέμμα της Στρατιάς της Ανατολής», βλέπουμε στρατιώτες οι οποίοι θυμίζουν ενοχλητικότατα τους χιτλερικούς του 1941-44, να έχουν στήσει σ’ όλα μας τα υψώματα τα πολυβόλα τους, στραμμένα προς την πόλη μας. Πρόκειται για τους Γάλλους το 1916, όταν –με «στημένες» συκοφαντίες και έπειτα από δεκάδες διαρπαγές και προσβολές της Ανταντ– κατέφθασε εδώ, σε μια χώρα ουδέτερη, ο ναύαρχος Νταρτίζ ντι Φουρνέ με πολεμικά και μας είπε πως πρέπει να του παραδώσουμε ένα μέρος από τον οπλισμό μας.

Η κυβέρνηση και ο βασιλιάς τού εξήγησαν ότι ήταν αδύνατον να κάνουμε άλλες υποχωρήσεις – ο κόσμος έβραζε από τα όσα είχε ήδη υποστεί από τους Αγγλογάλλους, μεταξύ των άλλων και αποκλεισμό τροφίμων.

Ο Νταρτίζ επέμεινε και απείλησε πως θα αποβιβάσει στρατό, τους Αγγλογαλλοϊταλούς του. Οι Ελληνες απάντησαν ότι θα αντισταθούν. Ο ναύαρχος θεώρησε πως μπλοφάρουν, και με κανονικό σχέδιο καταλήψεως των στρατηγικών σημείων της πόλης, αποβίβασε τους λεβέντες που βλέπουμε στις φωτογραφίες να κοσμούν τις αρχαιότητες με τις μπουγάδες και τα όπλα τους. Δεν έμειναν εκεί παρά μόνον λίγες ώρες – κάπου ρίχτηκαν μερικές ντουφεκιές, η ανταλλαγή πυρών γενικεύτηκε, ο ναύαρχος που είχε εγκατασταθεί στο Ζάππειο τρόμαξε, έχασε την ψυχραιμία του και έδωσε εντολή στα πλοία του να βομβαρδίσουν την πόλη. Αφού είχαν σκοτωθεί τριάντα Ελληνες στρατιώτες και εξήντα Γάλλοι, ο ναύαρχος έσωσε την τιμή του αποσπώντας μερικές πυροβολαρχίες μας και επέστρεψε πριν νυχτώσει στα πλοία του μαζί με όλα του τα αποβατικά αγήματα, που τα συνόδευε ευγενικά ο Ελληνικός Στρατός.

Η ιστορία είναι θλιβερή – ενενήντα άνθρωποι έχασαν στα καλά καθούμενα τη ζωή τους, ο Ντι Φουρνέ έχασε την καριέρα του, οι Γάλλοι καμουφλάρισαν την άδοξη επίθεσή τους εναντίον μιας ανοχύρωτης πόλης και πρωτεύουσας ουδετέρου κράτους βαφτίζοντας το αδίκημά τους «η ενέδρα των Αθηνών», και τα όσα ακολούθησαν όταν μπήκε ο εισαγγελέας στο σπίτι του Βενιζέλου και άρχισε η εξέταση των εγγράφων που βρέθηκαν εκεί, καθώς και των μαρτύρων, ανοίγουν τεράστια ερωτήματα.

Τα Νοεμβριανά περιμένουν ακόμη τον αμερόληπτο και επίμονο ερευνητή τους.

Ο ιδρυτής της «Καθημερινής» Γεώργιος Αγγέλου Βλάχος, πολύ νέος ακόμη το 1916, είχε απαντήσει στο αίτημα του Νταρτίζ ντι Φουρνέ με άρθρο του στους «Καιρούς»: «Λοιπόν τα όπλα μας δεν θα τα δώσωμεν, Ναύαρχε. Και όχι μόνον δεν θα τα δώσωμεν, αλλά και δεν θα μας τα πάρουν. Αν υπάρχουν Ελληνες έχοντες υπέρτατα συμφέροντα εις τον θάνατον της Ελλάδος και σε έπεισαν περί του ενάντιου, μάθε ότι τα αγήματά σου και ο στρατός σου εις κάθε δρόμον και κάθε γωνίαν, επάνω εις τα βουνά και κάτω εις τας πόλεις, θα συναντήσουν έτοιμα να παραδοθούν θερμά, τα όπλα πού εζήτησες δι’ εγγράφου. Αλλοι είναι οι Ελληνες, Ναύαρχε, οι οποίοι σε έστειλαν να τα ζητήσης και άλλοι είναι εκείνοι από τους οποίους ζητείς να τα παραδώσουν […] Τι θέλεις;… Τι σε έφερε εις μιας ωραίας χώρας τα νερά, άγνωστον εργάτην της αδικίας, αυθαίρετον δικαστήν της ζωής μας;».

Ο δε ιδρυτής του Μουσείου Μπενάκη έλεγε –όπως έχει ακούσει η γράφουσα από τα χείλη της κόρης του αειμνήστου, Ειρήνης Καλλιγά– ο Αντώνης Μπενάκης, λοιπόν, άνθρωπος μετριοπαθής και συνετός, έλεγε ότι «πρέπει να περάσει ένα μεγάλο σφουγγάρι πάνω απ’ όλα αυτά». Και δεν εννοούσε βέβαια ένα σφουγγάρι που σβήνει επιλεκτικά και ασυνάρτητα. Αυτό που πρέπει να σβηστεί είναι, βεβαίως, τα πάθη, όχι τα γεγονότα σε όλη τους την πληρότητα και ακρίβεια.

Αθηνα Κακουρη, Συγγραφέας

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή