Ο Ουλπιανός, το τυχαίο και η Δικαιοσύνη

Ο Ουλπιανός, το τυχαίο και η Δικαιοσύνη

Κύριε διευθυντά

Το πρόβλημα της ορθής απονομής της Δικαιοσύνης (του αποδίδειν εκάστω το προσήκον, κατά τον Ουλπιανό), ανάμεσα σ’ όλα τα κοινωνικά προβλήματα, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε πανάρχαιο, αιώνιο, παγκόσμιο, επίκαιρο για την Ελλάδα και φλέγον. Πανάρχαιο, γιατί αυτό υπάρχει από τότε που εμφανίστηκε στη γη η κοινωνία των ανθρώπων. Στο καθ’ ημάς. Οι όρκιοι αρεοπαγίται δικασταί εκλέχτηκαν μεταξύ των αρίστων πολιτών της Αθήνας για να κρίνουν τον οξυμήνιτον φόνον του Ορέστη και να δώσουν την ψήφο τους κατά την προτροπή της Αθηνάς, όπως αυτή περιγράφεται στους στίχους 708, 710 της τραγωδίας του Αισχύλου «Ευμενίδες» και ν’ αποφασίσουν το δίκαιο με σεβασμό στον όρκο τους (…ορθούσθαι δε χρη, και ψήφον αίρειν και διαγνώναι δίκην αιδουμένους τον όρκον…). Αιώνιο, γιατί θα ελκύει την προσοχή των κοινωνιών και θα χρειάζεται λύση «έως αν παρέλθει ο ουρανός και η γη» ή, επί το απλούστερον, όσο υπάρχουν άνθρωποι. Παγκόσμιο γιατί εγγίζει όλες τις κοινωνίες και όλους τους λαούς και όχι μόνο την ελληνική, αφού οι δικαστικές πλάνες που αποτελούν κοινωνικό πένθος και βαρύτατη αδικία συναντώνται στην ιστορία πολλών λαών. Επίκαιρο, γιατί όλους τους φυσιολογικούς ανθρώπους τούς ενδιαφέρει η ποιότητα της Δικαιοσύνης που απονέμεται. Και, τέλος, φλέγον, γιατί κατά την επίλυσή του συγκρούονται το άδικο με το δίκαιο, το ψεύδος με την αλήθεια, το λογικό με το παράλογο. Και από την έκβαση της σύγκρουσης αυτής επηρεάζονται τα πεπρωμένα των ανθρώπων και των λαών. Οι δικαστικές αποφάσεις, διά των οποίων πραγματώνεται η απονομή της ποινικής Δικαιοσύνης, εξαρτώνται από την κρίση των δικαστών, οι οποίοι δεν είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν νομικούς κανόνες αποδείξεων, πρέπει όμως να αποφασίζουν κατά την πεποίθησή τους ακολουθώντας τη φωνή της συνείδησής τους και οδηγούμενοι από την απροσωπόληπτη κρίση που προκύπτει από τις συζητήσεις και που αφορά την αλήθεια των πραγματικών γεγονότων, την αξιοπιστία των μαρτύρων και την αξία των άλλων αποδείξεων. Ελεύθερη εκτίμηση όμως των αποδείξεων δεν σημαίνει και αναγνώριση δικαιώματος αυθαιρεσίας του δικαστού, ο οποίος οφείλει να ενεργεί μέσα στα όρια τα οποία χαράσσουν η συνείδηση της ευθύνης του και οι νόμοι. Οχι σπάνια, αποφάσεις που κατά την ανθρώπινη κρίση βασίστηκαν σε απολύτως «αδιάσειστα στοιχεία» αργότερα αποδείχθηκαν πεπλανημένες. Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση Ντρέιφους.

Εγγυήσεις της ορθότητας της κρίσης των δικαστών, στον βαθμό της απόλυτης βεβαιότητας, ατυχώς δεν υπάρχουν, γιατί οι δικαστές δεν είναι αλάθητοι. Και η ποινική διαδικασία δεν μπορεί, βέβαια, να παράσχει μαθηματική απόδειξη (του τύπου 2+2 =4). Μόνο περισσότερους ή λιγότερους βαθμούς πιθανότητας μπορεί να παράσχει για τη διαπίστωση των γεγονότων, που αφορούν κάθε φορά τη δικαζόμενη υπόθεση. Γι’ αυτό πολλοί δικαστές, στην ίδια υπόθεση, αποφαίνονται τόσο διαφορετικά (στην έκφανση του απόλυτου αθώος – ένοχος) αν και έχουν τα ίδια ακριβώς ερεθίσματα. Και είναι αλήθεια ότι οι αποφάσεις που παίρνονται με οριακές πλειοψηφίες (με ψήφους 3 εναντίον 2, ή 4 εναντίον 3) δεν συμβάλλουν στην εμπέδωση του κύρους της Δικαιοσύνης στις συνειδήσεις των πολιτών, και είναι οπωσδήποτε μειωμένης αξιοπιστίας. Είναι, λοιπόν, τελικά η απονομή της δικαιοσύνης ένα τυχαίο γεγονός, που εξαρτάται απόλυτα από τη σύνθεση του δικαστηρίου και μερικές άλλες συγκυρίες; Ενίοτε δυστυχώς ναι!

Κύριος παράγοντας που επηρεάζει την κρίση των δικαστών είναι η αντιληπτική ικανότητά τους, η οποία αποτελεί μία από τις πιο σύνθετες πνευματικές λειτουργίες του ανθρώπου. Αυτή είναι πολυδιάστατη και πηγάζει από τις εσωτερικευμένες διαστάσεις του παρόντος, του παρελθόντος και του μέλλοντος του κάθε δικαστού, που καθορίζουν την οργάνωση και ερμηνεία των δεδομένων της δίκης. Είναι ένας διαλογισμός δηλαδή, γύρω από την κατάλληλη για το αντικείμενό της νομική διαγνωστική διαδικασία, στη βάση και στο πλαίσιο της τυπικής λογικής. Αφορμή για τις σκέψεις αυτές μου έδωσαν τα δημοσιεύματα του Τύπου για την ποινική μεταχείριση εκ μέρους της ελληνικής Δικαιοσύνης του τέως προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής Ανδρέα Γεωργίου, και οι συναφείς υπαινιγμοί πως η δίωξή του είναι σκανδαλώδης και υποκινούμενη γι’ αυτό και εγείρει στην Κομισιόν και σε ένα τμήμα της ελληνικής κοινής γνώμης συνολικό θέμα εμπιστοσύνης στην ελληνική Δικαιοσύνη! Εάν έτσι έχουν τα πράγματα (δηλαδή η δίωξη του Γεωργίου είναι πολιτικά υποκινούμενη), τότε ατυχώς δεν πρόκειται περί δικαστικής πλάνης, αλλά περί δικαστικού εγκλήματος! Πράγμα που δεν θέλω να το πιστέψω.

Αργυριος Ν. Τσιχλας, Επίτιμος εισαγγελέας Εφετών

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή