Το επιστημονικό έργο και οι προθέσεις των μανδαρίνων

Το επιστημονικό έργο και οι προθέσεις των μανδαρίνων

Κύριε διευθυντά,

O έτερος των υφυπουργών Εξωτερικών κ. Γιάννης Αμανατίδης εξέδωσε προσφάτως ανακοίνωση σχετικά με το πολύπαθο Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας, κατόπιν της γενικής κατακραυγής που προκάλεσε η πολλοστή προσπάθεια αλλοιώσεως του επιστημονικού χαρακτήρα του. Θα ήθελα να προβώ σε μερικά σχόλια ως παλαιός επισκέπτης του Ινστιτούτου λόγω της επί δεκαετίες ενασχολήσεώς μου με τις σχέσεις μεταξύ κρητικής και βενετικής τέχνης.

Προβλέπεται με τον νέο νόμο άμεση και πλήρης απογραφή της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Ινστιτούτου. Η μεν ακίνητη είναι καταγεγραμμένη στο Ινστιτούτο και στο Κτηματολόγιο της Βενετίας, το οποίο λειτουργεί από την εποχή του Ναπολέοντος. Οσον αφορά στην κινητή περιουσία, οι καλλιτεχνικοί θησαυροί του Ινστιτούτου (εικόνες, πίνακες, κεντήματα, αργυρά σκεύη κ.λπ.) καθώς και τα χειρόγραφα κατεγράφησαν το 2013 από τριμελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων, την οποία συνεκρότησε η Εποπτική Επιτροπή στην οποία μετέχει το υπ. Εξωτερικών. Κατά τι θα κάνει καλύτερα τη δουλειά αυτή ο πρόεδρος, «πρόσωπο με διακεκριμένο έργο και αποδεδειγμένη εμπειρία», μένει να αποδειχθεί.

Το υπ. Εξωτερικών «στοχεύει» στην αμερόληπτη και ανεξάρτητη δράση των ελεγκτικών μηχανισμών του Ινστιτούτου μέσω της χρηστής δημοσιονομικής του διαχείρισης. Η διάταξη αυτή εντάσσεται στην ψύχωση ορισμένων υπαλλήλων του υπ. Εξωτερικών, ότι στο Ινστιτούτο γίνεται όργιο σπατάλης ή και υπεξαίρεση του δημοσίου χρήματος. Ο αείμνηστος διευθυντής του Ινστιτούτου καθ. Μανούσος Μανούσακας απηλλάγη πλήρως της κατηγορίας αυτής, αφού επέζησε από ανείπωτες ταλαιπωρίες, ενώ Επιτροπή Επιθεωρητών του Υπ. Οικονομικών, που εστάλη ειδικώς το 2010, δεν διεπίστωσε καμία ζημία εις βάρος του Δημοσίου.

Η πρόθεση του π. Εξωτερικών «να καταγράφεται αλληλεπίδραση με τα ελληνικά πανεπιστήμια στο σύνολό τους και με διάφορα τμήματα, όπως ψηφιοποίησης κ.λπ., που δραστηριοποιούνται σήμερα στην Ελλάδα» θα επιφέρει απλώς ανάμειξη στα του Ινστιτούτου πληθώρας φορέων, από τους οποίους το υπουργείο θα κάνει τις επιλογές του με τα συνήθη πολιτικά κριτήρια.

Τα προβλήματα του Ινστιτούτου, που πρέπει να διαχειρίζεται δεκάδες πεπαλαιωμένων οικημάτων, επιτείνονται από την ανάμειξη των γραφειοκρατών του κέντρου, οι οποίοι αγνοούν την ιταλική νομοθεσία και τις βενετικές ιδιαιτερότητες. Ενα παράδειγμα: Κατά επίσκεψή μου το 2010 μου διηγήθηκαν ότι διατηρητέο κτίριο του Ινστιτούτου του 17ου – 18ου αι. στην Calle Lion, αν θυμάμαι καλά, χρειάσθηκε να επισκευασθεί επειγόντως κατόπιν ειδοποιήσεως του Δήμου Βενετίας. Το Ινστιτούτο ανέθεσε σε τοπικό αρχιτέκτονα να λάβει αμέσως τις αναγκαίες άδειες και να αποκαταστήσει τις ζημίες του κτιρίου. Ενώ είχαν αρχίσει οι εργασίες, το υπ. Εξωτερικών διέταξε να σταματήσουν και έστειλε αρχιτέκτονα της Τεχνικής Υπηρεσίας του (ασφαλώς όχι αδαπάνως για το ελληνικό Δημόσιο), ο οποίος απεφάνθη ότι δεν τίθεται θέμα επικινδυνότητος. Λίγες εβδομάδες αργότερα μέρος της οροφής κατέρρευσε, ευτυχώς σε ώρα που οι ένοικοι έλειπαν.

Η θέσπιση «ασυμβιβάστου μέλους της Εποπτικής Επιτροπής με την ιδιότητα διατελέσαντος σε θέση οργάνου διοίκησης του Ινστιτούτου» αποβλέπει στον αποκλεισμό όποιου έχει άμεση εμπειρία των ιδιαιτεροτήτων του Ιδρύματος και της νομοθεσίας που αφορά στη Βενετία.

Κατά την ανακοίνωση του υπ. Εξωτερικών, το Ινστιτούτο πρέπει να αποκτήσει την εξωστρέφεια που αρμόζει στο μοναδικό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που διαθέτει η χώρα μας στο εξωτερικό και η λειτουργία του να προσαρμοσθεί στις ανάγκες  του  διεθνοποιημένου  μορφωτικού περιβάλλοντος.

Για να σχηματίσει μια σωστή εικόνα της δραστηριότητος και της εξωστρέφειας του Ινστιτούτου, χρήσιμο θα ήτο ο κύριος υφυπουργός να διεξέλθει τις ετήσιες εκθέσεις που δημοσιεύονται ανελλιπώς, με εξαίρεση τα έτη κατά τα οποία το υπ. Εξωτερικών είχε κατορθώσει να ανασταλεί η λειτουργία του. Παίρνοντας στην τύχη το έτος 2008, διαβάζω ότι τη χρονιά εκείνη το Ιδρυμα εφιλοξένησε 58 ερευνητές (εκ των οποίων 12 αλλοδαποί) μεταξύ των οποίων ο Peter Schreiner, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Κολωνίας και πρόεδρος της Διεθνούς Ενώσεως Βυζαντινών Σπουδών, ο καθ. Sergei Karpov (Παν. Μόσχας), ο καθ. J. Ragep (Παν. MacGill), ο δρ Thierry Ganchou (CNRS) και οι καθ. Τσουγκαράκης και Καραπιδάκης του Ιονίου Πανεπιστημίου. Μπορεί τα ονόματα αυτά να είναι ενδεχομένως άγνωστα στον κ. υφυπουργό και τους συμβούλους του, είναι όμως πολύ γνωστά και σεβαστά στην επιστημονική κοινότητα.

Τον ίδιο χρόνο παρέμειναν στη Βενετία επί έξι συνολικά μήνες τρεις συντηρηταί του υπ. Πολιτισμού, που συντήρησαν εικόνες και εικονογραφημένα χειρόγραφα. Οι εικόνες της πολύ σημαντικής συλλογής του Ινστιτούτου ψηφιοποιήθηκαν και είναι πλέον διαθέσιμες στο Διαδίκτυο. Τα αρχειακά τεκμήρια του Ινστιτούτου ψηφιοποιήθηκαν και εξεδόθη Οδηγός του πολυτίμου αρχείου του, που καλύπτει πέντε αιώνες ελληνικής ιστορίας. Εγινε στο Ινστιτούτο έκθεση multimedia στη σειρά «Μητροπόλεις του Ελληνισμού», ενώ σε ειδική εκδήλωση τιμήθηκε ο διευθυντής της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης καθ. Marino Zorzi. Αναστηλώθηκε το κωδωνοστάσιο του Αγ. Γεωργίου των Ελλήνων με χορηγίες των Ιδρυμάτων Ωνάση και Λεβέντη, τις οποίες εξεμαίευσε το Ινστιτούτο. Το Ινστιτούτο μετέσχε σε επιστημονικές εκδηλώσεις στη Γενεύη, το Παρίσι, την Αθήνα και φυσικά τη Βενετία.

Το 2008 το Ινστιτούτο εξέδωσε εννέα δημοσιεύματα, ενώ άλλα δύο ήσαν υπό εκτύπωσιν. Γενικότερα το Ινστιτούτο έχει μέχρι σήμερα εκδώσει 80 περίπου βιβλία, εκ των οποίων 15 πρακτικά διεθνών συνεδρίων, καθώς και 42 τόμους του διεθνούς κύρους περιοδικού του «Θησαυρίσματα». Νομίζω ότι η σύγκριση με άλλα ιδρύματά μας στο εξωτερικό είναι καταλυτική.

Η πολλοστή εντός τριακονταετίας προσπάθεια αλώσεως του Ινστιτούτου μού θυμίζει μια επιγραφή που είχα διαβάσει προ πολλών ετών στην Καλοπούλα, τη βρύση έξω από το Μοναστήρι της Καισαριανής, που είχε προφανώς υποστεί βανδαλισμούς: «Ρωμιέ, αν δεν μπορείς να φτιάξεις, τουλάχιστον μη χαλάς».

Αντί να μεθοδεύει με αξιοζήλευτη επιμονή την αδρανοποίηση του μοναδικού ελληνικού ερευνητικού κέντρου στο εξωτερικό, το υπ. Εξωτερικών θα μπορούσε να διοχετεύσει τη δραστηριότητά του σε άλλους τομείς όπως ο επαναπατρισμός βάσει των διεθνών συνθηκών των εκατοντάδων χειρογράφων, αντικειμένων μεταλλοτεχνίας και άλλων κειμηλίων, που οι Βούλγαροι έκλεψαν από την Ανατολική Μακεδονία προ ενός αιώνος, η προώθηση της δραστηριότητος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού από το οποίο τόσα περιμέναμε και του οποίου την ύπαρξη μας θυμίζει η περιοδική αλλαγή του Διοικητικού του Συμβουλίου αναλόγως των κομματικών ισορροπιών, ή η ίδρυση Ελληνικού Επιστημονικού Ινστιτούτου στη Ρώμη, όπου αντιπροσωπεύονται οι πιο απίθανες χώρες ενώ απουσιάζει η Ελλάς.

Η ίδρυση Ελληνικού Ινστιτούτου στη Ρώμη προεβλέπετο από τη συνθήκη ειρήνης με την Ιταλία και δεν πραγματοποιήθηκε από ελληνική υπαιτιότητα. Ακόμη θυμάμαι έναν εξαίρετο διπλωμάτη μας, τον αείμνηστο πρέσβη Ιωάννη Κολιακόπουλο, να μου εξιστορεί πως δεν πραγματοποιήθηκε η ίδρυση του Ινστιτούτου λόγω της αβελτηρίας του Κέντρου. Ας προωθήσει τα χρονίζοντα αυτά εθνικά θέματα το υπ. Εξωτερικών και ας αφήσει ήσυχο το Ινστιτούτο της Βενετίας να κάνει την δουλειά του, με την οποία έχει καταξιωθεί διεθνώς.

Π. Βοκοτόπουλος

Oμ. καθηγητής της Φιλοσοφικής

Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή