«Ολβιος όστις ιστορίης έσχε μάθησιν»

«Ολβιος όστις ιστορίης έσχε μάθησιν»

Κύριε διευθυντά

Με αφορμή τη συμπλήρωση πενήντα ετών από την επιβολή της επτάχρονης στρατιωτικής δικτατορίας, είδαμε, ακούσαμε και διαβάσαμε από τα ΜΜΕ να διατυπώνεται το εύκολο και δημαγωγικό ανάθεμα κατά των επίορκων στρατιωτικών, αλλά και την αποσιώπηση της συμβολής – ευθύνης όλων των πολιτικών που με τα παιδαριώδη και ανεύθυνα φερσίματά τους από το 1958 έως το 1967 χάραξαν, εξομάλυναν και έστρωσαν τον δρόμο για την κατάλυση της δημοκρατίας. Στις 21 Απριλίου η δημοκρατία καταλύθηκε από στρατιωτικούς όχι αναίμακτα, που δεν είχαν αυτό το δικαίωμα και γι’ αυτό είναι καταδικαστέοι. Αποτελεί όμως γεγονός αναμφισβήτητο ότι κατά τη διακυβέρνηση της χώρας από τους συνταγματάρχες είχαμε πολύ υψηλούς δείκτες οικονομικής ανάπτυξης. Προτρέπω τους συμπολίτες μου να επισκεφθούν την Εθνική Βιβλιοθήκη και να μελετήσουν τα φύλλα της «Καθημερινής» από το 1958 έως το 1967 και από το 1999 έως σήμερα και να συγκρίνουν τα γεγονότα. Συνιστώ τη μελέτη των φύλλων της «Καθημερινής», διότι τη διαβάζω συνεχώς από 1953, όταν ήμουν επτά ετών, και έχω πεισθεί ότι ήταν και εξακολουθεί να είναι μια αμερόληπτη και σοβαρή εφημερίδα ευρωπαϊκού επιπέδου. Σήμερα έχουμε τυπικά κοινοβουλευτική δημοκρατία, η οποία όμως έχει καταλυθεί εξαιτίας της ασυνέπειας, αναξιοπιστίας, ανευθυνότητας, ανειλικρίνειας και ανικανότητας πολιτικών, τους οποίους επιλέγει επί τριάντα έξι χρόνια άκριτα μία μεγάλη μερίδα ανιστόρητων, απληροφόρητων, απαίδευτων, ημιμαθών, εύπιστων, αφρόνων, ανασφαλών και άτολμων συμπολιτών μας. Η επιλογή των εν λόγω συμπολιτών μας έχει ως αποτέλεσμα ο δείκτης ανάπτυξης της οικονομίας μας να είναι μηδενικός και η ανεργία να έχει ξεπεράσει το 25% και να έχουν χρεωθεί ακόμη και τα τρισέγγονά μας. Αυτές τις ημέρες πολλοί πολιτικοί και δημοσιογράφοι απέτισαν φόρο τιμής στους νεκρούς της επτάχρονης δικτατορίας και αναθεμάτισαν τους δικτάτορες, όμως σχεδόν όλοι απέφυγαν να αναφερθούν και αναλύσουν τα γεγονότα τα οποία από το 1958 έως το 1967 συνεχώς υπέθαλπαν, επώαζαν και υποβοηθούσαν την επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος του 1967. Κατόπιν τούτων θέτω τα απλά και εύλογα ερωτήματα: 1. Αφού οι προθέσεις – αποφάσεις των Παπαδόπουλου, Παττακού, Μακαρέζου κ.ά. στρατιωτικών ήταν γνωστές σ’ όλα τα πολιτικά κόμματα της εποχής εκείνης γιατί δεν τους απενεργοποίησαν; 2. Γιατί αγνόησαν τα λόγια του Ηλία Ηλιού, ο οποίος από του βήματος της Βουλής είχε καταγγείλει την ομάδα του Παπαδόπουλου; 3. Μήπως όλοι οι πολιτικοί είχαν πειθαναγκασθεί, ώστε ο καθένας τους ξεχωριστά να συμβάλει με τον δικό του τρόπο – ρόλο, προκειμένου να εξοικειωθεί η κοινή γνώμη με την ιδέα της επιβολής μιας δικτατορίας ως λύση σωτηρίας; 4. Μήπως κάτι ανάλογο συμβαίνει σήμερα με τη δέσμευση της δημόσιας και Ιδιωτικής περιουσίας, η οποία, σύμφωνα με το Σύνταγμα, πρέπει να προστατεύεται, να μην εκχωρείται ούτε να δεσμεύεται; 5. Μήπως ο Ευριπίδης είχε δίκιο λέγοντας ότι είναι ευτυχής όποιος γνωρίζει την Ιστορία; 6. Μήπως η Ιστορία μοιάζει με το ηλεκτρικό φανάρι, που μας βοηθά για να πορευόμαστε με ασφάλεια μέσα στο πυκνό σκοτάδι;

Μιλτιαδης Καυκαλετος, Φαρμακοποιός

Ωρα να μάθουμε τι είπε ο Αυταρχάνοφ

Κύριε διευθυντά

Ο νεαρός πρωθυπουργός ισχυρίστηκε ότι κατά την προεκλογική περίοδο των εκλογών της 25.1.2015 δεν εψεύσθη ως προς τις υποσχέσεις που αφειδώς προσέφερε στο εκλογικό σώμα, αλλ’ απλώς είχε «αυταπάτες» ως προς τη δυνατότητα υλοποίησης αυτών.

Ουδόλως όμως φρονώ ότι πείθει, διότι ο ξέφρενος πολιτικός ακτιβισμός και η υπερφίαλη αυτοπεποίθηση που διέκρινε αυτόν, κατά την ως άνω περίοδον, ήταν μεθοδευμένα και αποτέλεσμα της μαρξιστικής του κουλτούρας και της μπολσεβίκικης νοοτροπίας, εις τις οποίες εθήτευσε ως Κνίτης και έπραξε αυτό που τα λενινιστικά δόγματα επέβαλαν για την κατάληψη της εξουσίας. Ετσι ο Λένιν διετύπωσε αρχήθεν το δόγμα κατά το οποίο: «το να λέμε την αλήθεια είναι μια αστική προκατάληψη». Το πλαίσιο αυτό έχει διατυπώσει επιγραμματικά ένας παλιός Καυκάσιος Μπολσεβίκος, ο Αμπντουραχμάν Αυταρχάνοφ. «Ποτέ η Ιστορία δεν είναι φορτωμένη με τόσα ψέματα όσο σε περιόδους στροφής, και ποτέ οι πολιτικοί παράγοντες δεν ψεύδονται τόσο ασύστολα όταν βρίσκονται στον δρόμο που οδηγεί στην εξουσία. Και εδώ τα πρωτεία ανήκουν στους Μπολσεβίκους». Αυτό εφήρμοσε και μάλιστα λίαν επιτυχώς ο πρωθυπουργός και έτσι ανήλθε στον θρόνο της εξουσίας. Οι αυταπάτες έχουν σχέση με τη θητεία του ως πρωθυπουργού. Υποτίθεται σκληρές διαπραγματεύσεις, «κόκκινες γραμμές», οι οποίες στην πορεία εξαφανίζονται, επικοινωνιακά τεχνάσματα, ευοίωνες διακηρύξεις, αμετροεπείς θριαμβολογίες του για τις συμφωνίες του με τους Ευρωπαίους. Αλλά η αριστερή κουλτούρα και η αριστερή αντίληψη των πραγμάτων, που βρίσκονται στο υπόβαθρο της κρίσης, μπορεί να βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στη βαλκανική σκόνη της Αθήνας, δεν φαίνεται όμως να έχουν την οποιαδήποτε σχέση με την επίλυση των προβλημάτων της χώρας. Οσο για τις διεθνείς συμφωνίες, ο Αγγλος πρωθυπουργός από το 1916 μέχρι το 1922 Lloyd Georges έγραψε: «Οι διασκέψεις τείνουν να νομίζουν ότι όταν έχουν διατυπώσει αποφάσεις και υιοθετήσει όρους, έχουν διαλύσει τις δυσκολίες…».

Αντωνης Ν. Βενετης, Μοναστηράκι Δωρίδος

Κλείνει το μάτι; Χωρίς απόδειξη

Κύριε διευθυντά

Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Ισως και 30 με 40. Και όμως το θυμάμαι σαν να ήταν χθες. Είχα πάει τότε στα μαγαζιά της οδού Αθηνάς για να αγοράσω ένα μικρό μηχανάκι για μαστορέματα. Εψαξα εδώ κι εκεί, και κάποια στιγμή βρήκα αυτό που γύρευα. Οταν ρώτησα τον καταστηματάρχη «πόσο κάνει;» αυτός, αφού έριξε μια ερευνητική και φοβισμένη ματιά ένα γύρο, μου απάντησε σιγανά: «Τόσο» με απόδειξη και «τόσο» χωρίς απόδειξη»! Στην αρχή τα έχασα, όταν όμως αντιλήφθηκα ότι η τιμή «χωρίς απόδειξη» αποσκοπούσε στην απόκρυψη φορολογητέας ύλης θύμωσα. Του είπα ορθά-κοφτά πως έπρεπε να ντρέπεται που κλέβει το κράτος, αλλά επιπλέον και για το ότι προσπαθεί να με κάνει κι εμένα συνένοχό του σε αυτή την ανέντιμη πράξη. Αυτός δεν απάντησε, προφανώς για να μην τσακωθούμε, έκανε όμως μια γκριμάτσα που έδειχνε όλη την περιφρόνηση που ένιωθε για τη μειωμένη μου αντίληψη.

Το παραπάνω περιστατικό ήταν τότε κάτι το πρωτόγνωρο, και δεν φανταζόμουνα ότι θα το ξανασυναντούσα στη ζωή μου. Είχα όμως άδικο γιατί σήμερα έχει γίνει σχεδόν κανόνας οι πωλητές να σου προτείνουν μια καλή έκπτωση της τιμής του προϊόντος τους, αν δεν ζητήσεις απόδειξη αγοράς. Και το χειρότερο είναι ότι και οι αγοραστές ρωτούν σήμερα, χωρίς να ντρέπονται, αν γίνεται κάποια… καλύτερη τιμή, για αγορά «χωρίς απόδειξη»!

Ας μη βιαστούμε όμως να κατηγορήσουμε πωλητές και αγοραστές. Αυτοί και οι δυο, με την ισχύουσα υπερφορολόγηση, έχουν φτάσει στα όριά τους. Και δεν κλέβουν το κράτος για να ζήσουν πλουσιοπάροχα, απλά κάνοντας προσπάθεια ώστε να επιβιώσουν. Ετσι η φράση «χωρίς απόδειξη» ακούγεται όλο και περισσότερο, και όχι πια στα κρυφά, αλλά σχεδόν ολοφάνερα. Μάλιστα, άκουσα κάποιους εμπόρους να ισχυρίζονται ότι μπορεί σε λίγο καιρό να δούμε στις βιτρίνες των μαγαζιών, σε κάθε προϊόν, να υπάρχει μια καρτελίτσα με δύο τιμές, όπως στην περίοδο των εκπτώσεων. Μόνο ότι τώρα οι δύο αυτές τιμές θα αφορούν η μία την αγορά «με απόδειξη» και η άλλη την αγορά «χωρίς απόδειξη».

Ποιος όμως φταίει γι’ αυτό το κοινωνικό χάλι; Προφανώς η υπέρογκη, παράλογη και ανάλγητη φορολόγηση. Και όσο αυτή αυξάνεται τόσο η απόκρυψη της φορολογητέας ύλης θα μεγαλώνει. Μήπως όμως αντίθετα αν μειωθεί η φορολόγηση θα μειωθεί και η απόκρυψη; Κάποια παραδείγματα λένε ότι είναι πολύ πιθανόν. Ας δοκιμάσουν λοιπόν οι αρμόδιοι της οικονομίας αυτή τη λύση, μήπως επανέλθει σταδιακά η νομιμότητα σε αυτόν τον τόπο.

Νικος Δυοβουνιωτης, Πολιτικός Μηχανικός – Κηφισιά

Το αίσχος με τις πινακίδες

Κύριε διευθυντά

Κυκλοφορώντας με Ι.Χ. στους αθηναϊκούς και στους περιφερειακούς δρόμους της Αττικής βρέθηκα πολλές φορές σε αμηχανία σχετικά με τον ποιο δρόμο θα έπρεπε να χρησιμοποιήσω, για να πάω στον προορισμό μου, ή ποια ήταν η ονομασία της οδού που βρισκόμουν. Η αμηχανία μου οφειλόταν στο γεγονός ότι οι σχετικές πινακίδες κατευθύνσεων και ονομασίας δρόμων είναι συνήθως καλυμμένες με αυτοκόλλητες διαφημιστικές αφίσες διαφόρων εταιρειών που καθιστούν αδύνατη την ανάγνωση των στοιχείων τους.

Για να σταματήσει αυτό το κακό, το οποίο συνεχώς επεκτείνεται, προτείνω να θεσμοθετηθεί με νόμο ή με αποφάσεις νομαρχιακών ή δημοτικών αρχών η επιβολή προστίμου σε κάθε διαφημιζόμενο που με τις επικαλυμμένες σε οδοσημάνσεις διαφημιστικές του αφίσες ταλαιπωρεί οδηγούς και πεζούς και ίσως γίνει και πρόξενος ατυχημάτων.

Νικος Γ. Δημου, Οικονομολόγος – Ιστορικός

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή