Κύριε διευθυντά
Στο φύλλο της 17ης Ιουνίου 2017 (και ειδικότερα στη στήλη «Στάσεις» και με επιγραφή «Οι συνήθεις ονοματοφύλακες») αναφέρεται ότι «το μόνο μη αλυτρωτικό σύνθημα από την πλευρά μας θα ήταν το εξής: «Η ελλαδική Μακεδονία είναι ελληνική». Σημειώνεται ακόμη ότι υπάρχει και άλλη μία Μακεδονία «του κρατιδίου», τμήμα της αρχαίας Μακεδονίας. Ομως δεν ονοματίζεται αυτή η Μακεδονία. Ισως «Μακεδονική Μακεδονία»!, εφόσον ο επίσημος συνταγματικός τίτλος του κρατιδίου είναι «Μακεδονία». Αλλά φαίνεται ότι δεν υπάρχει πρόβλημα διότι ο όρος «Μακεδονία» έχει επεκταθεί και στα λοιπά ευρύτερα εδάφη του κρατιδίου, τα οποία ουδέποτε υπήρξαν «Μακεδονία». Και βεβαίως οι κάτοικοι του κρατιδίου δεν κατοικούν τμήμα της αρχαίας Μακεδονίας αλλά εδάφη όπου κατοίκησε και έδρασε συνεχώς ο Ελληνισμός έως ότου με διεθνείς συνθήκες ειρήνης, με την επιβολή της γνώμης των μεγάλων δυνάμεων, εξεδιώχθη. Και η Μακεδονία αυτή ήταν ελληνική. Θα προσδιορίζαμε τις περοχές του Μοναστηρίου, του Περλεπέ, της Στρώμνιτσας, της Αχρίδας μη ελληνικές; Αυτή η Μακεδονία είναι ενιαία και είναι ελληνική. Οτι συνθήκες ειρήνης κατανέμουν έτσι χώρες και ανθρώπους δεν σημαίνει ότι εκφράζουν και την ιστορική, αλλά και την αληθινή πραγματικότητα. Και βεβαίως ενώ καταφερόμεθα εναντίον των ημεδαπών ονοματοφυλάκων λησμονούμε απολύτως την αιτία και την απαρχή όλων αυτών των δεινών, τον ονοματοθέτη και ονοματοφύλακα Τίτο και τους διαδόχους του. Ενώ οι λαοί αγωνίζονταν –και ο ελληνικός– για την αποτίναξη της ναζιστικής κατοχής και την απόκτηση της ελευθερίας, αυτός σκεπτόταν πώς θα προσβάλει τον σύμμαχό του και συναγωνιστή του, πώς θα του αφαιρέσει εδάφη, αλλά και πώς θα αποκτήσει ιστορική διαβεβαίωση τεμαχίζοντας την Ελλάδα, καταφέροντας πισώπλατη μαχαιριά σε πολύ λεπτά σημεία, εντάσσοντας περιοχές οι οποίες ανήκαν σε συμμάχους (ακόμη και ομοϊδεάτες, όπως Βουλγαρία).
Ακόμη πληροφορούμεθα ότι το όνομα «Ελλην» υπήρξε επί αιώνες απολύτως απαξιωμένο μια και κάθε άλλο παρά ταίριαζε με τα κρατικοποιημένα πια δόγματα του Χριστιανισμού. Θεωρεί ότι ο Χριστιανισμός οδήγησε στην απαξίωση του Ελληνα και όχι η κρατική ιδεολογία της ενιαίας Ρώμης, όπως και η ιδεοληψία των αρχαιολατρών, τύπου Ιουλιανού. Δηλαδή ο Χριστιανισμός ηθελημένως επεδίωξε την καταστροφή του Ελληνισμού, ενώ αφήκε να επιβιώνουν οι άλλοι αρχαίοι λαοί, οι Αιγύπτιοι, οι Σύροι, οι Αρμένιοι, και αργότερα οι Βούλγαροι, οι Σέρβοι.
Ομως από τα μέσα του ΙΗ΄ αι. καταξιώνονται και πάλι οι Ελληνες, διότι επανέρχεται το όνομα. Αλλά ποιοι Ελληνες, εφόσον επί αιώνες δεν υπάρχουν; Και όπως είπε και ο αλήστου μνήμης Φαλμεράιερ, οι σημερινοί Ελληνες δεν είναι οι αρχαίοι, αλλά «Σκυθικοί Σλάβοι, Ιλλυρικοί Αρναούται, απόγονοι βορείων λαών, ομόφυλοι των Σέρβων, των Βουλγάρων, των Δαλματών και των Μοσχοβιτών, ους καλούμεν σήμερον Ελληνας», «ουδέ σταγών γνησίου και ακράτου ελληνικού αίματος ρέει εις τας φλέβας των χριστιανών κατοίκων της καθ’ ημάς Ελλάδος». Ελπίζω να αντιλαμβάνεται ο συντάκτης του σημειώματος πού οδηγεί αυτός ο αφορισμός του. Και όμως, η σύγχρονη ιστορική έρευνα έχει απαξιώσει αυτές τις ιδεοληψίες και έχει κατοχυρώσει τη συνέχεια του ελληνικού έθνους.
Παναγιωτης Γ. Νικολοπουλος