Κύριε διευθυντά
Κατέληξαν από τον Ψηλορείτη στον καφενέ του Ανωγιανού. Βαρύ γλυκό, βραστό και όχι, ο πρώτος. Μέτριο προς το πικρό, με καϊμάκι, ο δεύτερος. Βραστό, γλυκό και όχι, ο τρίτος. Δέκα άτομα η παρέα, δέκα διαφορετικές οι παραγγελιές. Το ίδιο και με τους κεντροαριστερούς.
Με πολύ ριζοσπαστικότητα και κάποια απόκλιση προς την ελεύθερη αγορά, ο ένας. Ανάπτυξη με ευρωσκεπτικισμό, ο άλλος. Κατά της αριστείας με προώθηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, ο τρίτος. Και πάει λέγοντας. Το μαγαζί προσφέρει ό,τι τραβάει το γούστο του καθενός, αρκεί να λέγεται Κεντροαριστερά. Γιατί αν κάποιος παραγγείλει «κέντρο-κέντρο» αποβάλλεται. Εχει προδώσει τον «προοδευτικό χώρο», ερωτοτροπεί, αν δεν έχει ήδη προσχωρήσει, στην Κεντροδεξιά.
Και αυτό επειδή, ας μην ξεχνάμε, η Κεντροαριστερά, σε αντίθεση με την Κεντροδεξιά, εμφορείται από αρχές και ιδεολογίες (άλλο τώρα αν κάποιοι τις διαβάζουν ως ιδεοληψίες). Δεν υπάρχει χώρος για το Κέντρο, ή καθομολογείς την αριστεροφροσύνη σου ή «ανήκεις στους άλλους». Δεν κράταγε μολύβι και χαρτί ο Ανωγιανός. Μόνο έλεγε ένα «μάλιστα» καθώς έπαιρνε τις παραγγελιές. Ωσπου κάποιος τον ρώτησε: «Μα πώς μπορείς να θυμάσαι τι παρήγγειλε ο καθένας μας;». «Θα σας φτιάξω εγώ ένα τσάι που θα το θυμάστε!» απάντησε ο Ανωγιανός. Και αυτό έκανε. Αν οι πελάτες του είχαν τη στοιχειώδη λογική να συμβιβαστούν στον «μέτριο» δεν θα κατέληγαν στο τσάι, την τελευταία προτίμηση για όλους. Η αναλογία της Κεντροαριστεράς με τον καφέ δεν περιορίζεται στις παραγγελιές. Προοιωνίζεται και το αποτέλεσμα.
Λευτερης Ζουρος, Ομότιμος καθηγητής Παν/μιο Κρήτης