Κύριε διευθυντά
Πρόσφατα τραγικά και δυσάρεστα περιστατικά που αφορούσαν κληρικούς έφεραν στη συζήτηση το πρόβλημα της ψυχικής νόσου σε ανθρώπους που κατέχουν ευαίσθητες θέσεις. Πριν από αρκετά χρόνια, φίλος κληρικός που επρόκειτο να υπηρετήσει στην ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία στις ΗΠΑ μού έλεγε ότι μεταξύ άλλων προαπαιτουμένων διαδικασιών έπρεπε να συμπληρώσει και το ψυχομετρικό ερωτηματολόγιο ΜΜΡΙ. Το τεστ αυτό έχει κάπου 570 ερωτήσεις και αξιολογεί διάφορες παραμέτρους της προσωπικότητος (π.χ. άγχος, εμμονές, κατάθλιψη, παράδοξες ιδέες, οργή, κυνισμό, προβλήματα συμπεριφοράς κτλ.). Μπορώ να φαντασθώ γιατί το ζητούσαν: σε μια χώρα όπου ενδέχεται να συρθείς σε πανάκριβα δικαστήρια για το παραμικρό, κανένας οργανισμός δεν θα ήθελε να βάλει κάποιον με ψυχοπαθολογικές τάσεις σε ποιμαντική θέση που τον φέρνει σε επαφή με πολύ κόσμο και με δύσκολα προβλήματα.
Γενικότερα, σε κάθε εποχή (και η δική μας δεν αποτελεί εξαίρεση) διαπιστώνουμε ότι άνθρωποι με όχι εντελώς σώας τας φρένας μπορεί να καταλαμβάνουν αξιώματα και θέσεις μεγάλης ευθύνης όχι μόνο για μερικές εκατοντάδες ή χιλιάδες ανθρώπων, αλλά και για κράτη μικρά και μεγάλα, και για τον πλανήτη ολόκληρο. Μια απόφασή τους, λογική ή παρορμητική, επηρεάζει την παγκόσμια ισορροπία. Ενα «απόφθεγμά» τους στο Twitter μπορεί να σημάνει πόλεμο ή να οδηγήσει σε οικονομικό χάος. Τίθεται το ερώτημα: ασχολήθηκε κανείς με το ψυχιατρικό τους ιστορικό; Ακόμη και μια απλή ανάγνωση των μηνυμάτων τους μπορεί να δείξει σ’ έναν ειδικό με τι άνθρωπο έχει να κάνει. Το πρόβλημα είναι ότι στην εποχή μας η «παραξενιά» στη συμπεριφορά (για να το θέσω κάπως κομψά) δεν φαίνεται να είναι εμπόδιο, αλλά αντίθετα αποτελεί ένα ιδιάζον «προσόν» για την ανάρρηση σε καίριες θέσεις. Και αλίμονο σε όσους θα υποστούν τις συνέπειες.