Το χάλκινο άγαλμα του Αρτεμισίου

Το χάλκινο άγαλμα του Αρτεμισίου

Κύριε διευθυντά
Στο Εθνικό και Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, σε περίοπτη θέση, δεσπόζει το χάλκινο άγαλμα του Διός ή Ποσειδώνος (οι γνώμες διίστανται) του Αρτεμισίου, που ανασύρθηκε, το 1921, από τη θαλάσσια περιοχή του ευβοϊκού ακρωτηρίου. Το άγαλμα εντοπίσθηκε τυχαία από αλιείς της περιοχής και μεταφέρθηκε, μερικώς τεμαχισμένο, με «αραμπά» (=κάρο) στην Ιστιαία. Σύμφωνα, μάλιστα, με μαρτυρία του αείμνηστου πατέρα μου, εκπαιδευτικού και συγγραφέα Αγγελου Στέφου, μαθητή τότε στο νεοϊδρυθέν Γυμνάσιο Ιστιαίας, το άγαλμα εναποτέθηκε προσωρινά στο κτίριο του Γυμνασίου –παλαιού τουρκικού διοικητηρίου που έχει κατεδαφισθεί–, για να παραληφθεί αργότερα από αρχαιολόγους και να μεταφερθεί στην Αθήνα.
Πρόκειται για υπερμέγεθες (ύψους 2,09 μέτρων) χάλκινο άγαλμα, αριστούργημα της ελληνικής χαλκοπλαστικής, δημιούργημα αναμφίβολα μεγάλου γλύπτη της πρώιμης κλασικής εποχής του 460 π.Χ. 

Πρωτότυπο έργο αυστηρού ρυθμού, με θαυμάσια απόδοση της κίνησης και της διάπλασης του κορμού. Ο ύπατος θεός, σε έντονο διασκελισμό, τείνει το αριστερό του χέρι, ενώ με το δεξιό κρατάει τον κεραυνό ή την τρίαινα. Το άγαλμα αποτελεί σήμερα αγλάισμα του Αρχαιολογικού Μουσείου, ενώ αντίγραφό του κοσμεί την είσοδο του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων στο Αμαρούσιο. Παράλληλα, πρόσφατα στις 5/7/21, στην παραλία του Πευκίου Ιστιαίας, τουριστικού θερέτρου, στήθηκε, με ενέργειες του δημάρχου Ιστιαίας – Αιδηψού Ιωάννη Κοντζιά, αντίγραφο του πρωτοτύπου με την επιγραφή: Ο θεός του Αρτεμισίου.

Το Αρτεμίσιο, γνωστό από την περιώνυμη ναυμαχία του 480 π.Χ. μεταξύ Ελλήνων και Περσών, που περιγράφεται διεξοδικά από τον Ηρόδοτο, τον Αλικαρνασσέα ιστορικό (Ζ΄, 155-177, Η΄ 1-25), πήρε το όνομά του από τον ναό της Προσηώας (=προς την ηώ = προς ανατολάς) Αρτέμιδος, που βρισκόταν στη θέση Αγιος Γεώργιος, πιθανόν από ομώνυμο ναό, και που έγινε θρησκευτικό κέντρο της Βόρειας Εύβοιας, όπου τελούνταν και αγώνες. Ο Γ. Δροσίνης, στις Αγροτικές Επιστολές, αναφέρει ότι σε ανασκαφές ευρέθησαν αρχαιότητες (πλαξ λευκή μαρμάρινη και λύχνος πήλινος), που μεταφέρθηκαν στο χωριό Κουρμπάτσι (=Αρτεμίσιο), στην αυλή του Ελβετού κτηματία Ροδόλφου Βιλδ, του οποίου η ανεψιά του Hellen Weiss ενέπνευσε στον ποιητή τη γραφή του φυσιολατρικού πεζογραφήματος Αμαρυλλίς.

Σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς Ηρόδοτο και Πλούταρχο στο εσωτερικό του, δωρικού ρυθμού, ναού της Προσηώας Αρτέμιδος, υπήρχε λατρευτικό άγαλμα της θεάς Αγροτέρας και προς τιμήν της χορευόταν ο πυρρίχιος πολεμικός χορός σε ανάμνηση της ναυμαχίας του Αρτεμισίου και των ευκλεών Αρτεμισιομάχων (Βλ. Αλέξανδρου Καλέμη, Εύβοια, τ. Α΄, Ευβοϊκές Εκδόσεις Κίνητρο, 2019).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή