Η αλληλοεκτίμηση δύο εχθρών του Εμφυλίου

Η αλληλοεκτίμηση δύο εχθρών του Εμφυλίου

Κύριε διευθυντά

Ο καπετάν Περικλής (Γεώργιος Χουλιάρας) εξάδελφος της μάνας μου, υπήρξε ένας αγνός πατριώτης ιδεολόγος κομμουνιστής. Οταν επαναπατρίστηκε από την Πολωνία, γυρίσαμε τα χωριά της Ρούμελης, όπου θυμήθηκε τα παλιά. Αυτός και ο Αρης Βελουχιώτης, εδώ στο χωριό, στον μύλο του γιατρού ανάπιασαν τα προζύμια για τη δημιουργία του ΕΛΑΣ.

Στο Λιδωρίκι, στην πλατεία, βλέπω απέναντι στην κεντρική οδό, να φέρει το όνομα του ταξιάρχου Μαρκόπουλου. Ηξερα την ιστορία από τα απομνημονεύματα του καπετάνιου «Ο δρόμος είναι άσωτος», αλλά από περιέργεια ρώτησα τα γεροντάκια δίπλα, ποιος ήταν αυτός ο Μαρκόπουλος. «Τον αιχμαλώτισε ο καπετάν Περικλής μέσα στο γραφείο του». «Ολόκληρο ταξίαρχο του ελληνικού στρατού τον αιχμαλώτισε ένας κατσαπλιάς;» Τα γεροντάκια δεν αποκρίθηκαν.

Από την ώρα εκείνη ο ταξίαρχος –είχε ασφαλώς τα χρονάκια του– ακολουθούσε τους αντάρτες κατά πόδας αγόγγυστα σε όλες τις επιχειρήσεις και τις κακουχίες. Είχαν συνδεθεί με τον καπετάνιο με αισθήματα εκτίμησης και αμοιβαίου σεβασμού.

Μετά την πτώση του Γράμμου και την οριστική ήττα, ο καπετάν Περικλής, παρά την εντολή του κόμματος να συνεχίσει τον αγώνα στην Παρνασσίδα, διέφυγε στην Πολωνία μέσω Αλβανίας, Βουλγαρίας, παραδίδοντας τον ταξίαρχο στα μετόπισθεν, αλλά οι σύντροφοι τον εκτέλεσαν. «Γιατί, μωρέ, έναν τέτοιον άνθρωπο;» αγανάκτησε ο καπετάνιος. Αυτά και άλλα τον έριξαν στη δυσμένεια του κόμματος. Απόλυσαν και την καπετάνισσα απ’ τη δουλειά. Οι Πολωνοί έφερναν κρυφά γάλα για τα παιδιά. Σύντροφοι, που είχαν φάει ψωμί κι αλάτι, έκαναν πως δεν τον γνώριζαν. «Καλά τα αγόρια, αλλά τα κορίτσια γιατί τα παίρνατε; Πώς θα γύριζαν μετά στο χωριό να παντρευτούν και να κάνουν οικογένεια;» τον είχα ρωτήσει. Αντί για ευθεία απάντηση διηγήθηκε το εξής περιστατικό:

«Είχαμε μαζέψει καμιά εικοσαριά κορίτσια από χωριά της Φθιώτιδας. Μια μάνα μας ακολουθούσε, νύχτα μέρα, σαν σκύλα. Πάρτε εμένα, αφήστε το κορίτσι. Τη διώχναμε, αυτή τίποτε. Ενα βράδυ, που πήγα παραπέρα προς νερού μου, η μάνα μπροστά. “Καπετάνιο”, μου λέει, “απόψε να κοιμηθείς με το κορίτσι κι ύστερα να το απολύσεις. Θα περιμένω να το πάρω”. Γιατί αγωνίζομαι; Αναρωτήθηκα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή