Κρίνοντας τους κρίνοντες

Κύριε διευθυντά

«Και οι κρίνοντες κρίνονται, δεν υβρίζονται», αείμνηστος Γ. Παπανδρέου 1963.

Οι δικαστικές αποφάσεις ασφαλώς και κρίνονται για την ορθότητά τους. Η καθιέρωση των ενδίκων μέσων κατά των αποφάσεων της Δικαιοσύνης, αστικής και ποινικής, αποτελεί κριτικό έλεγχο και επιδιώκει την επανόρθωση της αδικίας που ενδεχομένως περιέχει η πρωτόδικη απόφαση. Πλην όμως του κριτικού αυτού ελέγχου που είναι καθαρά ενδοδικαστικός, οι αποφάσεις των δικαστηρίων μας ελέγχονται και κρίνονται από την επιστημονική – νομική κριτική την οποία ασκούν δικηγόροι, δικαστές, καθηγητές των νομικών σχολών μας στα νομικά περιοδικά που κυκλοφορούν μηνιαίως και διακρίνονται για την επιστημονική τους ποιότητα. Η κριτική γενικώς είναι το πιο δύσκολο έργο, αλλά η νομική κριτική είναι η δυσκολότερη των κριτικών, γιατί, πλην της άρτιας και ολοκληρωμένης νομικής παιδείας, θέλει μεγάλη συνθετική και αναλυτική ικανότητα του κρίνοντος, πλήρη και λεπτομερή γνώση όλων των παραμέτρων της κρινομένης υποθέσεως, προσήλωση στον νόμο –στο πνεύμα και στον τύπο– καλή προαίρεση, έντιμη και ειλικρινή πρόθεση και γενικώς καθαρή και ακεραία επιστημονική συνείδηση, δίχως ιδιοτέλειες και σκοπιμότητες ώστε να υπάρχει πραγματική προσέγγιση στην υπό κρίση απόφαση. Το άρ. 177 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας καθιερώνει την αρχή της ηθικής αποδείξεως. Είναι κατάκτηση του νομικού μας πολιτισμού, φυλακτό του ποινικού δικαστή, ορίζει ότι ο ποινικός δικαστής πρέπει να αποφασίζει κατά την πεποίθησή του ακολουθώντας τη φωνή της συνείδησής του και οδηγούμενος από την απροσωπόλητη κρίση. Πλην αυτού, θεσμική εγγύηση υπέρ του κατηγορουμένου αποτελεί και η Σύμβαση της Ρώμης περί Προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενταγμένη στο εσωτερικό εθνικό μας δίκαιο, που στο άρ. 6 καθιερώνει τη «δίκαιη δίκη». Οδηγός του δικαστή είναι το Σύνταγμα, ο νόμος και η συνείδησή του. Οσο για την κριτική, πρέπει να γίνεται στην ηρεμία και τη γαλήνη του επιστημονικού γραφείου του κρίνοντος, δίχως τον θόρυβο και την κραυγή της λαϊκής πολιτικής αγοράς…

Οταν ο Ελ. Βενιζέλος εγκαινίαζε το ΣτΕ, προεδρεύοντος του σπουδαίου Ρακτιβάν, το 1928, είπε: «Θα είμαι ευτυχής εάν το δικαστήριό ΣΑΣ ακυρώση ως παράνομη απόφαση υπουργού της δικής μου κυβερνήσεως. Πρέπει ο Ελληνας πολίτης να πει στην Ελλάδα εκείνο που είπε ο Μυλωνάς του Πόσδαμ όταν θέλανε να του πάρουν τον μύλο του. “Οχι, υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο!” Ο Ελληνας πολίτης πρέπει να λέει: “Υπάρχουν δικαστές στην Αθήνα”»! Με την Αριστερά του εθνικομηδενισμού, ο Ελληνας πολίτης πράγματι αναρωτιέται: Είναι αυτή κυβέρνηση; Είναι αυτοί πολιτικοί με σεβασμό στο δημοκρατικό πολίτευμα και στους δημοκρατικούς θεσμούς;

Γ. Σταραντζης, Δικηγόρος στον Αρειο Πάγο και στο ΣτΕ, τ. επιστημονικός συνεργάτης «Αρχείου Νομολογίας»

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή