Τα «ψιλά γράμματα» για τις μονάδες ΔΕΗ

Τα «ψιλά γράμματα» για τις μονάδες ΔΕΗ

Κύριε διευθυντά

Ορμώμενος από τη λεγόμενη αποεπένδυση του 40% του παραγωγικού δυναμικού των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, θα επιθυμούσα να επισημάνω τα ακόλουθα:

– Το ποσοστό 60% του δυναμικού που θα παραμείνει στη ΔΕΗ, μετά την πώληση των 4 συμφωνημένων μονάδων, καθορίσθηκε με βάση απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όμως θα έπρεπε να ισχύσει τόσο μεσοπρόθεσμα (έως το έτος 2030 το ποσοστό της ΔΕΗ θα υπερβαίνει το 60%) όσο και μακροπρόθεσμα (λόγω απόσυρσης πεπαλαιωμένων μονάδων, το ποσοστό της ΔΕΗ θα είναι μικρότερο από 60%).

– Η περιορισμένη λειτουργία (λόγω περιβαλλοντικού χαρακτήρα προβλημάτων και δυσλειτουργιών) στα πρώτα έτη του βίου της μιας υπό πώληση μονάδας στη Μεγαλόπολη επιτρέπει την αξιοποίησή της και μετά το 2032, προβλεπόμενο έτος απόσυρσής της. Για ολόκληρη την επιπλέον περίοδο λειτουργίας, το ποσοστό της ΔΕΗ θα είναι μικρότερο και από το 50%.

– Οσον αφορά τη δοκιμασία πώλησης (market test), έχει δημοσιευθεί ότι στην περίπτωση που δεν υπάρξει επενδυτικό ενδιαφέρον για τις 4 μονάδες, το «πακέτο» θα γίνει ελκυστικότερο με την ενσωμάτωση και υδροηλεκτρικών σταθμών. Μια αρνητική προοπτική για τη ΔΕΗ, προϊόν ετεροβαρούς συμφωνίας. Δεν θα αποτελέσει έκπληξη η ενδεχόμενη απουσία ενδιαφέροντος σε πρώτη φάση, δεδομένου ότι αυτή θα αποβεί, τελικά, υπέρ των όποιων επενδυτών.

– Καλώς ή κακώς, η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της καθημερινότητάς μας και ύστερα από την προ ετών κατάρρευση του αμερικανικού ομίλου Enron και τις πολυήμερες διακοπές ρεύματος στην Καλιφόρνια, είναι σαφές ότι η διασφάλιση της παροχής του δεν είναι εγγυημένη, όταν αντιμετωπίζεται με καθαρά επιχειρηματικά κριτήρια.

– Το ανταγωνιστικό τμήμα της τιμής της ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα μας, κυρίως λόγω της αξιοποίησης του εγχώριου λιγνίτη, είναι σχετικά χαμηλό, όμως, και ανεξάρτητα από την πώληση των μονάδων της ΔΕΗ, οι περιβαλλοντικού χαρακτήρα κοινοτικές επιβαρύνσεις του κόστους παραγωγής από λιγνιτικές μονάδες, όπως και, γενικότερα, η σταδιακή μείωση της χρήσης του λιγνίτη, δεν πρόκειται, μέσω του ανταγωνισμού, να οδηγήσει, τελικά, σε μείωση της τιμής. Η τιμή θα αυξηθεί καθιστώντας πλέον ανταγωνιστικές τις μονάδες φυσικού αερίου και τις εισαγωγές ρεύματος από το εξωτερικό, ενώ θα χαθούν πολλές εκατοντάδες θέσεις εργασίας (οι θέσεις εργασίας είναι εκατοντάδες σε μια λιγνιτική μονάδα και το αντίστοιχο ορυχείο, ενώ δεκάδες σε μια μονάδα φυσικού αερίου). Κερδισμένοι θα είναι οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας (συμπεριλαμβανομένης της ΔΕΗ), χαμένοι οι καταναλωτές, υπέρ των οποίων, υποτίθεται, «ανοίγει» η αγορά.

Δημ. Χατζηδακης, Δρ χημικός μηχανικός (πρώην υπάλληλος του υπ. Περιβάλλοντος), Αθήνα

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή