Συγγράμματα αυτοεκδοτών

Συγγράμματα αυτοεκδοτών

Κύριε διευθυντά

Την 21η Ιανουαρίου 2017, η έγκριτη εφημερίδα σας δημοσίευσε άρθρο που αναφερόταν στα «δικαιώματα» των αυτοεκδοτών. Επ’ αυτού, έχω να παρατηρήσω τα εξής.

Το θλιβερό φαινόμενο των πανεπιστημιακών που είναι συγχρόνως συγγραφείς – εκδότες – επιμελητές – διορθωτές σε ένα έργο, είναι μία παγκόσμια πρωτοτυπία και αφορά, ευτυχώς, έναν ελάχιστο αριθμό πανεπιστημιακών δασκάλων που είτε από άγνοια του ρόλου τους, είτε από φιλαργυρία και μόνο, εκδίδουν μόνοι τους βιβλία που απευθύνονται σε ένα «αιχμάλωτο» κοινό, δηλαδή τους φοιτητές τους. Τα συγγράμματα αυτά δεν έχουν αξιολογηθεί από κανέναν, συνήθως δεν έχει γίνει καν συντακτική επιμέλεια, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις εικαστικά θυμίζουν βιβλία πρώτης δημοτικού (Λόλα να ένα μήλο) (τεράστια γράμματα, μεγάλα άνευ λόγου περιθώρια ανά σελίδα). Αυτό συμβαίνει επειδή το υπουργείο Παιδείας κοστολογεί (και σωστά) τα συγγράμματα ανά σελίδα, θεωρώντας καλόπιστα ότι θα υπάρχει στοιχειωδώς «καλή πίστη» από τους εκδότες και τους συγγραφείς.

Τα βιβλία αυτά είναι, ως επί το πλείστον, κακογραμμένες σημειώσεις που «μεταμορφώθηκαν» σε συγγράμματα, η δε διάθεσή τους στα πανεπιστήμια υποβιβάζει τόσο το σύγγραμμα ως εννοιολογική οντότητα, όσο και τον ρόλο του πανεπιστημίου ως κοιτίδα γνώσης και πολιτισμού. Τα περισσότερα από αυτά τα δήθεν συγγράμματα συνήθως κοστολογούνται από τον συγγραφέα σε τιμή ίση με μιας πολύτομης εγκυκλοπαίδειας. Η τιμή τους, με πλάγιους τρόπους (αραιές αράδες, μία φωτογραφία = μία σελίδα) αυξάνεται εξωφρενικά και τη δαπάνη αυτή καλείται να πληρώσει ο σκληρά δοκιμαζόμενος φορολογούμενος.

Πάγιο αίτημα του Συλλόγου Εκδοτών Επιστημονικών Βιβλίων (ΣΕΕΒΙ) ήταν η αναθεώρηση αυτού του απαράδεκτου και διεθνώς μοναδικού φαινομένου του συγγραφέα – εκδότη – διδάσκοντα. Να σημειωθεί εδώ ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων καθηγητών απέχει από τέτοιου είδους πρακτικές.

Η μόνη υπουργός που τόλμησε τη ρήξη με αυτό το φαύλο σύστημα ήταν, προς τιμήν της, η κ. Αναγνωστοπούλου. Η οικονομία για το ελληνικό Δημόσιο ανέρχεται σε πάνω από 1.500.000 ευρώ ετησίως και η διαφορά αυτή προκύπτει μόνο από την αναθεώρηση της τιμής του ίδιου συγγράμματος, αν το έβγαζε ένας επαγγελματίας εκδότης και αυτού όταν γίνεται αυτοέκδοση. Πέρα από το ηθικό θέμα, θα τονίσω ότι ο αυτοεκδότης δεν έχει τα γενικά έξοδα μιας επιχείρησης, δεν απασχολεί προσωπικό και λόγω της ιδιομορφίας του συστήματος δεν αναλαμβάνει κανένα επιχειρηματικό ρίσκο. Σε μία ανοιχτή αγορά οποιοσδήποτε είναι ελεύθερος να εκδίδει μόνος του το πόνημά του. Ο θεσμός των αυτοεκδοτών σε κάποιες χώρες του εξωτερικού (indipublishers) είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος, μόνο που αφορά ομάδες ανθρώπων που αναλαμβάνουν το οικονομικό ρίσκο του εγχειρήματός τους και αποσκοπούν στην έκδοση και διάδοση βιβλίων που μπορεί να κρίνονται αντιεμπορικά από μεγάλους εκδοτικούς οίκους. Δεν υπάρχει φυσικά «αιχμάλωτο» κοινό που να αγοράζει με κρατική δαπάνη βιβλία αμφιβόλου, τουλάχιστον, ποιότητας. Ας ελπίσουμε ότι η νέα ηγεσία του υπουργείου θα συνεχίσει στον δρόμο της κάθαρσης του θλιβερού αυτού φαινομένου που πέραν όλων των άλλων υποβιβάζει τον ακαδημαϊκό δάσκαλο σε μικροκερδοσκόπο και θα λάβει υπόψη το δημόσιο συμφέρον και όχι μικροσυμφέροντα μεμονωμένων και απομονωμένων, από την ακαδημαϊκή κοινότητα, περιπτώσεων.

Αλεξανδρος Παπαζησης

Πρόεδρος Συλλόγου Εκδοτών Επιστημονικών Βιβλίων (ΣΕΕΒΙ)

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή