Καλή Χρονιά λοιπόν -τα είπαμε, τα ξανάπαμε, αρκεί. l Αντε και αύριο, των Φώτων. l Και μετά, καιρός να τα μαζεύουμε. l
Και πρώτα τα άλλα φώτα, l αυτά που φωταγώγησαν δρόμους (μερικούς «σκανδαλωδώς»), l μπαλκόνια (με γνησίως νεοελληνικό γούστο -και πού να το κρύψωμεν άλλωστε), l μαγαζιά (μερικά ως αμπαλάζ δώρου ολάκαιρη η πρόσοψή τους) και κήπους (συνήθως ευφρόσυνα δεντράκια μέσα στο υγρό σκοτάδι, αλλά και χλίδα απρεπής σε κήπους που οι κάτοχοί τους το έχουν δει Ο Μεγάλος Γκάτσμπι). l
Να μαζεύουμε τις «ευχές» για «Καλή Χρονιά» l ή «Ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος» που λέγαμε αισιοδοξότεροι παλιά l ή «Αίσιον το νέον έτος», ακόμη παλαιότερα. l Παλαιότατα δε, τότε που ήμουν πρωτοετής στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης, είχα ακούσει και στα λατινικά την ευχή. l Ηταν ο αείμνηστος καθηγητής μας στα λατινικά Κωνσταντίνος Γρόλλιος (1917-2006) που, στο πρώτο μάθημά του μετά τις Γιορτές, μας ευχήθηκε «Felicissimum annum» l μαζί με μερικά άλλα τα οποία συμμεταφράσαμε με τον παρακαθήμενο συμφοιτητή και φίλο τότε Αλκη Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο. l Ω tempora, ω νιάτα… l
Καιρός να μαζεύονται και οι ασύδοτες l -σπαζοκαρύδιες πλέον, ω Mougafon και ω Batirobank- l διαφημίσεις από τα ραδιοκάναλα. l
Να μαζεύονται ιδίως τα «χριστουγεννιάτικα τραγούδια» που μεταδίδουν λυσσωδώς από τις αρχές Δεκεμβρίου ορισμένοι ραδιοσταθμοί, l μερικοί δε ολημερίς «χριστουγεννιάτικα» και μόνον, οι σαδιστές. l Που πήγαν και ξέθαψαν όποια αγγλοσαξονική «χριστουγεννιάτικη» τραγουδοσαχλαμάρα ηχογραφήθηκε εκατό χρόνια τώρα l την οποία έχουν ξεχάσει προ πολλού και οι ίδιοι οι δράστες της. l Καντάρια πετιμέζια μας περιέλουσαν όλες αυτές τις μέρες, l μελομακάρονα λασπιασμένα από τα σιρόπια καταντήσαμε ακούγοντας l –ποιο τζινγκλμπέλ; Τραγουδάρα το τζίνγκλμπελ μπροστά στην άδοξη σαχλαμάρα που ανασύρθηκε και μας επιτέθηκε σαν ζόμπι. l Και αποκλειστικώς, επαναλαμβάνω, αγγλοσαξονική, l λες και χάθηκαν όλες οι άλλες μουσικές του πλανήτη. l Χάθηκαν ακόμα κι η Δόμνα Σαμίου κι ο Σίμων Καρράς, αμνήμονες, ίνα μη τι άλλο σας στολίσω, ραδιοφωνάρχες. l Ετσι για δείγμα, βρε, έτσι για ξεκάρφωμά σας -αμνήμονες και παραδομένοι. l Ντιπ καταντίπ. l
Παραμονές του νέου χρόνου, η θλίψη. l Ο χαμός του Θάνου. l Ακαιρα, πρόωρα, άδικα. l Του φίλου Θάνου Μικρούτσικου, μερικές δημιουργικές περιόδους του οποίου είχα ζήσει από πολύ κοντά, l όπως τη θητεία του ως υπουργού Πολιτισμού. l
Σα στερνό χαιρετισμό ανασύρω ένα σημείο από την τελευταία μας συνέντευξη, το 2005 για την «Κ». l Μιλάμε κάποια στιγμή για «το όραμα να αλλάξουμε τον κόσμο» που «στην αρχή ήταν η κινητήρια δύναμή» του. l «Σήμερα πια δεν είναι αυτό» λέει. «Από τη δεκαετία του ’90 και μετά, αυτό που αισθάνομαι ως κινητήρια δύναμη της τέχνης μου είναι δύο πράγματα: η επαγγελματική διάσταση των πραγμάτων και η πάλη πια με το χρόνο. l Δώσ’ μου μια παραγγελιά και θα βγάλω τον καλύτερο εαυτό μου, γιατί αυτό είναι το επάγγελμά μου, έτσι ζω. (…) l Η δε πάλη με το χρόνο είναι πια η βασική εμμονή μου. Εχω πλήρη συνείδηση ότι δεν υπάρχει αθανασία. l Μου είναι παντελώς αδιάφορο πώς θα λειτουργήσει η μουσική μου το 2205, αλλά πώς λειτουργεί αυτή τη στιγμή. (…) l Με το θάνατο έχω συμφιλιωθεί. Ή με το γεγονός ότι από τα 4.200 σαββατοκύριακα που έχει η ζωή ενός ανθρώπου δεν μου απομένουν, στην ηλικία που είμαι, παρά το πολύ 1.000 – 1.200. Βλέπει κανείς τα όρια πια. l
Οπότε κινητήρια δύναμη είναι η πάλη με το χρόνο. Ξέρεις ότι αυτός ο τρομερός αντίπαλος θα σε ξαπλώσει στο καναβάτσο οριστικά στον 15ο γύρο, αλλά θέλεις ως τότε να έχεις την ψευδαίσθηση ότι τον νικάς στα σημεία». l
Το απέδειξε με τη γενναία στάση του στον τελευταίο γύρο.