Προσέγγιση της Ελλάδας με τη Γαλλία

Προσέγγιση της Ελλάδας με τη Γαλλία

7' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αναλαμβάνοντας τα ηνία της χώρας στις 24 Ιουλίου 1974 εν μέσω της εθνικής κρίσης στην Κύπρο, ο Καραμανλής καλούνταν να διαχειριστεί άμεσα τρία ζητήματα στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους: τη δημιουργία ενός σταθερού δημοκρατικού πολιτεύματος, τη διασφάλιση του πολιτικού ελέγχου του στρατεύματος, και τη διαχείριση της κρίσης με την Τουρκία. Ενδεχόμενη αποτυχία σε ένα από αυτά αρκούσε για να διακινδυνεύσει τη μετάβαση στη δημοκρατία και να βυθίσει τη χώρα σε χάος με απρόβλεπτα αποτελέσματα για το μέλλον. Ωστόσο, για τον Καραμανλή και το επιτελείο του η μακροπρόθεσμη απάντηση στα χρονίζοντα προβλήματα της αστάθειας των θεσμών και της υπανάπτυξης της χώρας δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από την ενσωμάτωση της Ελλάδας στην οικογένεια των προηγμένων δημοκρατιών της Δύσης, όπως αυτή εκφραζόταν από την ΕΟΚ. Ετσι, η προοπτική της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα θα αποτελούσε οργανικό κομμάτι της στρατηγικής του Καραμανλή για τη μετάβαση στη δημοκρατία.

Σε αντίθεση με τους Αμερικανούς, η ΕΟΚ είχε τηρήσει σκληρή στάση απέναντι στη χούντα, «παγώνοντας» τη Συμφωνία Σύνδεσης του 1961 και συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στη διεθνή απομόνωση της δικτατορίας. Συνεπώς, σε ένα κλίμα έντονου αντιαμερικανισμού, η Κοινότητα διέθετε την αποδοχή της ελληνικής κοινής γνώμης κι έτσι μπορούσε να αποτελέσει ένα πρόσθετο στήριγμα για την ενσωμάτωση της χώρας στη Δύση. Αυτό ίσχυε ακόμη περισσότερο μετά την απόφαση της κυβέρνησης Καραμανλή να αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ στις 14 Αυγούστου 1974. Ηταν σαφές ότι η ελληνική κυβέρνηση χρειαζόταν τη στήριξη των «Εννέα» χωρών της ΕΟΚ όχι μόνο για να φέρει εις πέρας τις δημοκρατικές της μεταρρυθμίσεις αλλά και για να διατηρήσει τον δυτικό προσανατολισμό της χώρας. Στο επιχείρημα αυτό και στην επίκληση των δημοκρατικών ιδανικών των κρατών-μελών της ΕΟΚ θα βάσιζε η ελληνική πλευρά το αίτημά της για άμεση ένταξη στην Κοινότητα.

Παρ’ όλα αυτά, οι Ελληνες ιθύνοντες δεν σκόπευαν να υποκαταστήσουν τη στρατηγική τους σχέση με τις ΗΠΑ, η οποία, παρά τους κλυδωνισμούς της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, εξασφάλιζε την άμυνα της χώρας έναντι του Ανατολικού Συνασπισμού στο ψυχροπολεμικό πλαίσιο αλλά και κυρίως συνέβαλε στον έλεγχο της αντιπαράθεσης με την Τουρκία. Αλλωστε, η ΕΟΚ δεν διέθετε στρατιωτική διάσταση, ενώ και οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες εξαρτιόνταν από τη δυτική υπερδύναμη για την ασφάλειά τους. Ετσι, η στρατηγική ένταξης στην ΕΟΚ και σύσφιγξης των σχέσεων κυρίως με τη Γαλλία και τη Δυτική Γερμανία πρέπει να γίνει αντιληπτή ως μια προσπάθεια, όχι αντικατάστασης, αλλά εξισορρόπησης της αμερικανικής ισχύος, προσθέτοντας έναν δεύτερο πυλώνα στον δυτικό προσανατολισμό της χώρας.

Στρατηγική και πολιτική σχέση

Προσέγγιση της Ελλάδας με τη Γαλλία-1
Ο Γάλλος πρόεδρος ανταπέδωσε την επίσκεψη Καραμανλή τον Σεπτέμβριο του 1975. Εδώ επισκέπτεται την Ακρόπολη με τη σύζυγό του.

Η κατάσταση που προέκυψε στην Ανατολική Μεσόγειο τον Ιούλιο του 1974 είχε πρωτίστως γεωπολιτικές συνέπειες για τις δυτικοευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ενας ενδεχόμενος ελληνοτουρκικός πόλεμος θα κατέστρεφε όποια ενότητα είχε απομείνει στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, ενώ ήταν πιθανό να μετέβαλλε ριζικά τον εξωτερικό προσανατολισμό μιας εκ των δύο χωρών, πιθανότατα αυτής που θα έβγαινε ηττημένη από τη σύγκρουση. Οι δυτικοί αναλυτές συμφωνούσαν ότι η εδραίωση της κυβέρνησης Καραμανλή αποτελούσε το καλύτερο σενάριο για τη Δύση, καθώς το λαϊκό του έρεισμα, το φιλοδυτικό παρελθόν του, αλλά και η δυνατότητα του Μακεδόνα πολιτικού να ελέγξει το στράτευμα, άρα και την πιθανότητα πολέμου με την Τουρκία, θα οδηγούσαν σταδιακά στη σταθεροποίηση της περιοχής. Παρ’ όλα αυτά, η πολιτική στήριξη έπρεπε να είναι ισορροπημένη ώστε να μην αποξενωθεί η Τουρκία, της οποίας η στρατηγική σημασία εθεωρείτο μεγαλύτερη από αυτήν της Ελλάδας.

Λιγότερο ευαίσθητη στις τουρκικές ανησυχίες αποδείχθηκε η Γαλλία του Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν. Ο Γάλλος πρόεδρος όχι μόνο διέθεσε το προεδρικό αεροπλάνο για να μεταβεί ο Καραμανλής στην Αθήνα τη νύχτα της 23ης Ιουλίου, αλλά και προσέφερε απτή στήριξη στις ελληνικές προσπάθειες στον ΟΗΕ, ενώ οι Γάλλοι αξιωματούχοι ασκούσαν παρασκηνιακές πιέσεις στους εταίρους τους στην ΕΟΚ για μια γρήγορη αναθέρμανση των σχέσεων της Κοινότητας με την Ελλάδα. Οι Γάλλοι θεωρούσαν ότι η αμερικανική διαχείριση της κυπριακής κρίσης δεν λάμβανε επαρκώς υπ’ όψιν την κατάσταση στην Ελλάδα, η οποία θα μπορούσε να ψάξει εναλλακτικές εκτός της Ατλαντικής Συμμαχίας εάν ένιωθε εγκαταλελειμμένη από τη Δύση. Ετσι, οι Εννέα έπρεπε να συμβάλουν ενεργά στην εξασφάλιση της δυτικής θέσης στη Ελλάδα. Μεγάλης σημασίας ήταν και η γαλλική συνεισφορά στην προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να ενισχύσει την αμυντική ικανότητα της χώρας ενόψει της τουρκικής απειλής. Ενδεικτικό είναι ότι το 1974 η Ελλάδα ήταν η δεύτερη χώρα παγκοσμίως σε αγορά πολεμικού υλικού από τη Γαλλία.

Ετσι, δημιουργήθηκε μια στενή πολιτική και στρατηγική σχέση Αθήνας – Παρισιού, η οποία απολάμβανε πλατιά στήριξη και από την ελληνική κοινή γνώμη, όπως δήλωνε και το σύνθημα «Ελλάς-Γαλλία-Συμμαχία» που κυριαρχούσε στους δρόμους της ελληνικής πρωτεύουσας. Ενόψει της μειούμενης επιρροής τους στην περιοχή, οι Αμερικανοί έβλεπαν με σχετική καχυποψία τις γαλλικές ενέργειες, αλλά ταυτόχρονα αποδέχονταν τη δυτικοευρωπαϊκή ανάμειξη στα ελληνικά πράγματα, καθώς συνέβαλλε στον βασικό δυτικό στόχο, δηλαδή τη σταθεροποίηση της περιοχής.

Προσέγγιση της Ελλάδας με τη Γαλλία-2
Κωνσταντίνος Καραμανλής και Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν στο Μέγαρο των Ηλυσίων. Η άριστη προσωπική σχέση τους ωφέλησε ιδιαίτερα την Ελλάδα. (Φωτ. ΙΔΡΥΜΑ «ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ»)

Το γεγονός ότι η Γαλλία κατείχε την προεδρία της ΕΟΚ κατά το δεύτερο μισό του 1974 αποτελούσε μια ευνοϊκή συγκυρία για την Ελλάδα. Με γαλλική πρωτοβουλία άρχισε η διαδικασία «απόψυξης» της Συμφωνίας Σύνδεσης του 1961 ενώ οι Εννέα συμφώνησαν ότι η Κοινότητα αποτελούσε το πιο κατάλληλο πλαίσιο για να προστατευθεί η χώρα από την ουδετερότητα. Οι υπόλοιπες κυβερνήσεις της ΕΟΚ κατανοούσαν την πολιτική αναγκαιότητα στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά ευνοούσαν μια σταδιακή προσέγγιση.

Επίσης, η πολιτική δέσμευση των Εννέα δεν μεταφραζόταν σε οικονομικές παραχωρήσεις προς τη νέα ελληνική δημοκρατία, ειδικά στο ζωτικό για την οικονομία πεδίο της εναρμόνισης της ελληνικής αγροτικής παραγωγής με αυτήν της Κοινότητας. Παρ’ όλα αυτά, η Αθήνα ήταν έτοιμη να εκμεταλλευθεί τη δυναμική που είχε δημιουργηθεί στις δυτικοευρωπαϊκές πρωτεύουσες λόγω της αποκατάστασης της Δημοκρατίας. Εχοντας ολοκληρώσει το μεγαλύτερο μέρος των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεών του, ο Καραμανλής θα ξεκινούσε την προώθηση του αιτήματος πλήρους ένταξης στην Κοινότητα. Φυσικά, πρώτος του σταθμός θα ήταν το Παρίσι.

Ενίσχυση της άμυνας της χώρας

Προσέγγιση της Ελλάδας με τη Γαλλία-3
Ο Ζισκάρ ντ’ Εστέν ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος ηγέτης που επισκέφθηκε την Ελλάδα (εδώ στη Θεσσαλονίκη) μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας.

Η επίσκεψη του Καραμανλή στη Γαλλία τον Απρίλιο του 1975 είναι σημαντική για δύο λόγους. Πρώτον, συμβόλιζε την επανασύνδεση της Ελλάδας με τη δημοκρατική Ευρώπη έπειτα από τα επτά χρόνια διεθνούς απομόνωσης της δικτατορίας. Δεύτερον, σε διπλωματικό επίπεδο, αποτελούσε την αρχή της «διπλωματικής εκστρατείας» του Καραμανλή με στόχο να βρει διεθνή ερείσματα και να επιτύχει την ένταξη της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Ειδικά ως προς τον δεύτερο στόχο, οι δυτικοευρωπαϊκές κυβερνήσεις διατηρούσαν σημαντικές αμφιβολίες, καθώς μια νέα διεύρυνση θα είχε ευρύτερες συνέπειες για το μέλλον της Κοινότητας. Πέρα από τα οικονομικά ζητήματα, η ελληνική υποψηφιότητα έφερνε στο προσκήνιο την αντίδραση της ΕΟΚ σε πιθανές αιτήσεις ένταξης από την Πορτογαλία και την Ισπανία, ενώ απειλούσε να διαταράξει την ουδετερότητα που προσπαθούσαν να διατηρήσουν οι «Εννέα» στην ελληνοτουρκική διένεξη.

Ο Καραμανλής έτυχε θερμής υποδοχής στο Παρίσι. Οι Γάλλοι ιθύνοντες ήταν προσεκτικοί ως προς τις δηλώσεις τους για το Κυπριακό και την Τουρκία, αλλά υποσχέθηκαν περαιτέρω στρατιωτική και οικονομική βοήθεια σε μια εποχή δύσκολων οικονομικών συνθηκών για ολόκληρη την Ευρώπη. Το πιο σημαντικό ήταν, όμως, ότι εξέφρασαν κατηγορηματικά τη στήριξή τους στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και δεσμεύτηκαν να καταβάλουν κάθε προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή. Δεν παρέλειψαν, βέβαια, να αναφερθούν και στα οικονομικά και τεχνικά ζητήματα που έπρεπε να λυθούν μέχρι να γίνει η Ελλάδα το δέκατο μέλος της Κοινότητας. Οι Γάλλοι ανησυχούσαν ιδιαίτερα για τις επιπτώσεις της ελληνικής ένταξης στη γαλλική γεωργία, ένα ζήτημα με σημαντικές προεκτάσεις στην εσωτερική γαλλική πολιτική σκηνή. Οι δύο πλευρές συμφώνησαν, πάντως, ότι εφόσον υπήρχε η απαραίτητη πολιτική βούληση τα ζητήματα αυτά θα λύνονταν στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων. Τον Σεπτέμβριο του 1975 ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν ανταπέδωσε την επίσκεψη, ως ο πρώτος αρχηγός κράτους που επισκεπτόταν την Αθήνα μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, σαγηνεύοντας την ελληνική κοινή γνώμη, η οποία έδινε πολλές φορές αντιαμερικανική χροιά στην ανάπτυξη των ελληνογαλλικών σχέσεων. Αυτό, όμως, δεν συμπεριλαμβανόταν στις προθέσεις των δύο ηγετών. Η φιλελληνική πολιτική του Ζισκάρ ντ’ Εστέν στόχευε πρωτίστως στην ενίσχυση των δεσμών της Αθήνας με τη Δύση και όχι στη χαλάρωσή τους.

Προσέγγιση της Ελλάδας με τη Γαλλία-4
Καραμανλής και Ζισκάρ ντ’ Εστέν χαιρετούν τα πλήθη κατά την επίσκεψη του Γάλλου προέδρου, τον Σεπτέμβριο του 1975, στην Ελλάδα.

Το αποτέλεσμα των επαφών αυτών ήταν η ανάπτυξη μιας «ειδικής σχέσης» μεταξύ των δύο ανδρών, η οποία θα αποδεικνυόταν κρίσιμη και για την άμυνα της χώρας. Κατά τη διάρκεια ανεπίσημων συνομιλιών με τον Καραμανλή, ο Γάλλος πρόεδρος δεσμεύτηκε ότι σε περίπτωση σύρραξης με την Αγκυρα θα φρόντιζε να σταλεί άμεσα στην Αθήνα σημαντικός αριθμός πολεμικών αεροσκαφών. Ενισχυόταν έτσι σημαντικά και η στρατηγική πτυχή της ελληνογαλλικής σχέσης.

Το δίδυμο Ζισκάρ ντ’ Εστέν – Καραμανλή θα είχε αποφασιστική επίδραση στην επιτυχή έκβαση του ελληνικού αιτήματος προσχώρησης στην ΕΟΚ. Παρ’ όλα αυτά, η ένταξη θα επιτυγχανόταν μόνο έπειτα από μια επίπονη διαδικασία διαπραγματεύσεων, στις οποίες η Γαλλία, όπως και οι άλλες οκτώ χώρες της ΕΟΚ, θα προσπαθούσε να συμβιβάσει τα στενά οικονομικά συμφέροντά της με τις στρατηγικές αναγκαιότητες που έθετε η ελληνική περίπτωση.

* Ο κ. Γιάννης Χάλκος είναι υποψήφιος διδάκτωρ Σύγxρονης Ιστορίας στο European University Institute.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή