Μια σειρά από αδυναμίες και ελλείψεις της Ελληνικής Αστυνομίας ήρθαν στο προσκήνιο μετά το περιστατικό του περασμένου Σαββάτου, όταν ένας ένοπλος κατάφερε να διασχίσει το κέντρο της Αθήνας πυροβολώντας, για να φθάσει να πυροβολήσει την είσοδο της πολυκατοικίας όπου διαμένει ο πρωθυπουργός κ. K. Σημίτης. Αυτές τις αδυναμίες και τις δυσκολίες είχαν περιγράψει οι αστυνομικοί στην έρευνα «Για την αναδιάρθρωση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας», που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο από τον Τομέα Εγκληματικότητας του τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, έπειτα από παραγγελία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων.
Πιο συγκεκριμένα, οι αστυνομικοί που είχαν λάβει μέρος στην έρευνα και είχαν απαντήσει στο σχετικό ερωτηματολόγιο, αναφερόμενοι στον εξοπλισμό που θα χρειάζεται να φέρουν οι αστυνομικοί που κάνουν περιπολία, λένε ότι πρέπει να διαθέτουν όλα τα προστατευτικά μέσα και μέσα επικοινωνίας για να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους. Ειδικότερα, αναφέρουν πως όσοι είναι εκτός αστυνομικού τμήματος πρέπει να φέρουν επικοινωνιακό εξοπλισμό, αλεξίσφαιρο, ατομικό όπλο, χειροπέδες, αστυνομική ράβδο, φακό και σφυρίχτρα. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, εάν οι ειδικοί φρουροί, που πραγματοποιούσαν πεζή περιπολία στα Εξάρχεια το πρωί του Σαββάτου, ήταν εφοδιασμένοι με ασύρματο, πιθανότατα η εξέλιξη των γεγονότων θα ήταν εντελώς διαφορετική και δεν θα αναστάτωνε το κέντρο της πόλης ο 38χρονος τοξικομανής Δημήτρης Αϊβατζίδης, ο οποίος με τις πράξεις του άνοιξε για άλλη μια φορά τη συζήτηση περί ικανότητας της Ελληνικής Αστυνομίας και της ηγεσίας της, πολιτικής και φυσικής.
Οπως όλα δείχνουν, κίνητρο των πράξεων του 38χρονου ήταν η απόφαση των υπευθύνων του OKANA να τον απομακρύνουν από το πρόγραμμα χορήγησης μεθαδόνης, το οποίο παρακολουθούσε, διότι είχε διαπιστωθεί παράλληλη χρήση ηρωίνης. Οπλισμένος με καραμπίνα, την οποία είχε αγοράσει τρεις ημέρες πριν, εισέβαλε στα γραφεία του OKANA, στην οδό Ερεσσού 40, πυροβόλησε και απαίτησε από τη θεραπεύτρια μεθαδόνη.
Εκανε χρήση της ποσότητας των 50 μιλιγκράμ που του δόθηκαν. Στη συνέχεια εξήλθε του κτιρίου και ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με δύο ειδικούς φρουρούς που περιπολούσαν και έσπευσαν όταν άκουσαν τον πυροβολισμό.
Οι τελευταίοι, μη έχοντας ασύρματο, επικοινώνησαν με κινητό τηλέφωνο με το Αστυνομικό Τμήμα Εξαρχείων και ζήτησαν συνδρομή. O 39χρονος πυροβόλησε μία φορά εναντίον τους, επιβιβάσθηκε στο αυτοκίνητό του και κατευθύνθηκε προς το τμήμα. Στη συμβολή Ιπποκράτους και Καλλιδρομίου συναντήθηκε με άλλον ειδικό φρουρό, τον οποίο αφόπλισε με την απειλή της καραμπίνας. Πυρπόλησε σταθμευμένο I.X. και κατευθύνθηκε προς το Κολωνάκι. Σταμάτησε έξω από την πολυκατοικία όπου διαμένει ο πρωθυπουργός, πυροβόλησε μία φορά και έφυγε. O σκοπός αστυφύλακας και αστυνομικοί της ασφαλείας του πρωθυπουργού πυροβόλησαν εναντίον του και τον τραυμάτισαν ελαφρά. Κατευθύνθηκε στο Κουκάκι, όπου συνελήφθη από εποχούμενο αστυνομικό που τον ακολούθησε, στην οδό Μπέλες 24, κοντά στο σπίτι του.
Ο Αϊβατζίδης εμφανίστηκε χθες, συνοδευόμενος από περίπου 10 άνδρες της Αστυνομίας, ενώπιον της 2ης τακτικής ανακρίτριας από την οποία ζήτησε και έλαβε προθεσμία προκειμένου να απολογηθεί την Πέμπτη.
Εις βάρος του έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συρροήν, ληστεία, εμπρησμό, διακεκριμένη φθορά ξένης ιδιοκτησίας κατά συρροήν, παράνομη οπλοφορία, οπλοχρησία.
Εξερχόμενος από το γραφείο της ανακρίτριας, ο συνήγορος υπεράσπισης του Αϊβατζίδη κ. Λεωνίδας Χαμόνδρακας χαρακτήρισε τις πράξεις του 38χρονου ως κραυγή αγωνίας. «Αυτή τη στιγμή στην κατάσταση που βρίσκεται έχει αντιληφθεί τι έκανε. Δεν ήθελε να κάνει κακό σε κανέναν. Εδώ και 23 χρόνια βιώνει τον κοινωνικό αποκλεισμό, επειδή είναι τοξικομανής, από την εργασία από την οικογένεια. Πρόκειται για μια κραυγή αγωνίας με προεκτάσεις στην κοινωνία», είπε.
Ερώτηση στη Βουλή
Για το θέμα κατέθεσαν ερωτήσεις στη Βουλή ο βουλευτής της Ν.Δ. κ. A. Λυκουρέζος και η βουλευτής του ΣΥκ. M. Δαμανάκη.
Πολλοί εκτιμούν πως εάν οι ειδικοί φρουροί διέθεταν ασύρματο και επικοινωνούσαν με το κέντρο της Αμεσης Δράσης, η σύλληψη του 38χρονου θα επιτυγχανόταν πολύ πιο γρήγορα.
Στην έρευνα του Παντείου, οι αστυνομικοί «φωτογραφίζουν» μέσα από την άποψή τους μια σειρά ακόμη ελλείψεων, οι οποίες ήρθαν στο φως με το συγκεκριμένο περιστατικό.
Ειδικότερα, κάνουν λόγο για ανύπαρκτη εκπαίδευση και ζητούν η εκπαίδευση να ξεκινάει από τη σχολή, να είναι υποχρεωτική και να γίνεται σε όλο το προσωπικό. Διαπιστώνουν επίσης ανάγκη εκσυγχρονισμού του οπλισμού, ο οποίος πολλές φορές υστερεί αυτού των κακοποιών. Επιπλέον, διατυπώνουν την άποψη πως σε ειδικές υπηρεσίες, όπως η φύλαξη υψηλών προσώπων, θα πρέπει να γίνεται επιλογή αστυνομικών με εξειδίκευση, ψυχολογική προετοιμασία και συνεχή εκπαίδευση.