H αλήθεια για τα αρχεία της Στάζι

H αλήθεια για τα αρχεία της Στάζι

11' 11" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε πραγματικό πονοκέφαλο που διαρκεί τα τελευταία δέκα χρόνια έχουν εξελιχθεί τα διαβόητα αρχεία της Στάζι, τα οποία αφορούν πάμπολλες πτυχές της ελληνικής πραγματικότητας. Ελληνες πολιτικοί, διπλωμάτες, μετανάστες, Ελληνες πράκτορες της Στάζι, επιχειρηματίες και μαύρες business της τέως Ανατολικής Γερμανίας, ημεδαποί και αλλοδαποί τρομοκράτες και οι οργανώσεις τους είναι καταγεγραμμένοι στα αρχεία, που μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο άρχισαν να «χτίζονται» στο Ανατολικό Βερολίνο, με απίστευτη επιμέλεια. H έγνοια της Στάζι για τα ελληνικά πράγματα ήταν τέτοια που την οδήγησε σε φακέλωμα ακόμα και της ελληνικής ΚΥΠ (νυν ΕΥΠ), στην οποία τη δεκαετία του 1980 κατόρθωσε και να διεισδύσει. Τούτο αποδεικνύεται αδιάψευστα από έγγραφα μέσω των οποίων η Στάζι εντέλλει Ελληνα πράκτορά της να μάθει λεπτομέρειες για κατάθεση που εκείνη την περίοδο χειρίζετο η ΚΥΠ, (έγγραφο της 16ης Ιουλίου 1987 που υπογράφεται από δύο υψηλόβαθμους της Στάζι και περιέχει τα σχετικά ονόματα), επιθυμώντας να πληροφορηθεί εγκαίρως τι είδους μέτρα θα εφαρμοσθούν κατά στελεχών της.

Η έκταση των αρχείων της Στάζι για τα ελληνικά πράγματα είναι απίστευτα μεγάλη και μόνο οι εκθέσεις, οι αναφορές ή οι παρακολουθήσεις για τις εγχώριες τρομοκρατικές οργανώσεις και τα μέλη τους χρονολογούνται τουλάχιστον από την ημερομηνία γέννησης της «17 Νοέμβρη», με αποκορύφωμα το λεπτομερές «φακέλωμα» του ΕΛΑ και άλλων επτά εγχώριων οργανώσεων, μέχρι και την πτώση του Τείχους. Αλλο τμήμα των ίδιων αρχείων περιλαμβάνει τις εκθέσεις των πρακτόρων και συνεργατών της για τα πολιτικοοικονομικά θέματα, με διείσδυση μέχρι και στο γραφείο του Ελληνα πρωθυπουργού A. Παπανδρέου (π.χ. έγγραφο 10-6-1985).

Ολη αυτή τη δεκαετία κάποιοι «επένδυσαν» στα ελληνικά αρχεία της Στάζι. Αλλοι έχασαν τον ύπνο τους όταν, από αυτά, άρχισαν να σχηματίζονται δικογραφίες για: λαθρεμπόριο όπλων, κατασκοπεία, δωροδοκίες, ξέπλυμα μαύρου χρήματος κ.ά.

Τα ίδια αρχεία, του τρομοκρατικού πια «ρεπερτορίου» υποχρέωσαν κάποιους Ελληνες «φακελωμένους» από τη Στάζι να καταθέσουν τα όπλα (π.χ. η αναστολή της δράσης του ΕΛΑ το 1995). Αλλοι, της ίδιας κατηγορίας, άλλαξαν στρατόπεδο, συνθηκολόγησαν με τις διωκτικές αρχές και μπήκαν επίσημα σε «προγράμματα προστασίας», δίδοντας ό,τι είχαν να δώσουν, ενώ κάποιοι εναπομείναντες από τις ίδιες λίστες της Στάζι… ψυχορραγούν αυτές τις μέρες.

Πολιτικοί κάθε φάσματος, κυβερνήσεις και υπουργοί (κατ’ εξοχήν Δημοσίας Τάξεως και Δικαιοσύνης) στη μακρά διαδρομή της τελευταίας δεκαετίας ασχολήθηκαν με τα ελληνικά αρχεία της Στάζι. Αλλοτε επιχειρώντας να τα μελετήσουν, να τα αξιολογήσουν ή να τα διασταυρώσουν προκειμένου να έχουν αποτελέσματα και άλλοτε ενταφιάζοντάς τα, όταν «η περίστασις το απαιτούσε». H πολιτική βούληση και το πολιτικό κόστος είναι οι δύο κατ’ εξοχήν παράμετροι που τελικά σημάδεψαν αυτούς τους ογκώδεις φακέλους, μέρος των οποίων «διαχειρίσθηκε» η Ελληνική Δικαιοσύνη (από το 1995 μέσω της υπόθεσης Κόκκαλη), αλλά και ο αρμόδιος Εισαγγελέας της Αντιτρομοκρατικής κ. I. Διώτης (με υλικό που από το 1992 άρχισε να συγκεντρώνεται και αφορά στην εγχώρια τρομοκρατία). Τόσα χρόνια μετά, διαπιστώνεται ότι τα αρχεία της Στάζι «υπέστησαν» πολλά. Κάποια αρχειοθετήθηκαν είτε από στεγανά της Αντιτρομοκρατικής είτε από πολιτικά καπελώματα που επιβλήθηκαν, άλλα τεθηκαν σε «ύπνωση», ενώ κάποια απαξιώθηκαν από δικαστικούς χειρισμούς (άλλοτε προμελετημένα και άλλοτε από ανικανότητα ή από «τεχνική» ένδεια). Πολλά από αυτά ερμηνεύθηκαν κατά το δοκούν, ενώ κάποιοι που ενοχλήθηκαν από την αποκάλυψη του περιεχομένου τους έκαναν και δημοσίως λόγο για «ανεπάγγελτους πράκτορες της Στάζι που πουλάνε ό,τι έχουν υπεξαιρέσει από την τέως υπηρεσία τους».

Λογοκρισία

Τα ίδια αρχεία «κακοποιήθηκαν», καθώς κάποιοι Ελληνες υπηρεσιακοί παρενέβησαν σ’ αυτά σβήνοντας ονόματα από σημαντικά έγγραφα εγκαινιάζοντας μια άκρως ύποπτη και επιλεκτική λογοκρισία. Ομως, η αξία τους, παρά ταύτα, παραμένει ισχυρότατη και απόδειξη τούτου είναι η πρόσφατη πολιτική πλέον αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει στο κυβερνητικό και κομματικό στρατόπεδο, τώρα που οι διωκτικές αρχές όχι μόνο δεν μπορούν να παρακάμψουν τα αρχεία της Στάζι, αλλά ενισχύοντάς τα τα ετοιμάζουν ως βασικό κομμάτι των νέων τρομοδικογραφιών που σχηματίζονται.

Χωρίς υπερεκτιμήσεις ή υποβαθμίσεις, τα αρχεία της Στάζι για τα ελληνικά πράγματα που πρόσφατα πάλι δίχασαν τους πολιτικούς στο στρατόπεδο με τους Στάζι-μάχους από τη μια και τους Στάζι-λάτρες από την άλλη, είναι καταφανώς αξιόπιστα, σύμφωνα με τις Διωκτικές Αρχές, καθώς αναφέρονται πλείστες περιπτώσεις διασταυρώσεων των πληροφοριών που περιέχουν (είτε σε έγγραφα της Διεύθυνσης Ασφαλείας Αττικής είτε σε απόρρητες εκθέσεις του Επιστημονικού Συμβουλίου Ανάλυσης Ερευνών και Προγραμματισμού για την Αντιμετώπιση του Οργανωμένου Εγκλήματος).

Οσο και αν κάποιοι επιχείρησαν να τα απαξιώσουν ή να τα αλλοιώσουν, αυτά διατηρούνται ατόφια με την αποδεικτική τους αξία να έχει πιστοποιηθεί και από το Ενιαίο Γερμανικό Κράτος, το οποίο μέχρι στιγμής αντλώντας πληροφορίες από τα χαρτιά της Στάζι δίκασε και καταδίκασε σε ισόβια δεσμά δύο τουλάχιστον τρομοκράτες με διεθνή δράση. Παράλληλα, υποχρέωσε δεκάδες επώνυμους υψηλόβαθμους της Στάζι να συνεργαστούν, να καταθέσουν ως μάρτυρες σε προγράμματα προστασίας σε δίκες, άλλοι να εισφέρουν πρόσθετο υλικό και κάποιοι να αλλάξουν «παλτό» από τη Στάζι στη BND (η γερμανική ΕΥΠ).

Στη χώρα μας από το 1995 μέχρι σήμερα έγιναν δύο τουλάχιστον προσπάθειες (αυτές μας είναι γνωστές στην «K») ευτελισμού της αξιοπιστίας των αρχείων της Στάζι, μέσω της διοχέτευσης στον Τύπο χαλκευμένων εγγράφων.

Κάλπικα

Το πρώτο δήθεν καυτό χαρτί ήταν ένα κατασκευασμένο έμβασμα με το οποίο Ελληνας επιχειρηματίας είχε στείλει μέσω του λογαριασμού του σε ανατολικογερμανική τράπεζα ποσό χιλιάδων δολαρίων και μάρκων σε εν ενεργεία (και σήμερα) κορυφαίο υπουργό της κυβέρνησης. Το έμβασμα ήταν κάλπικο και αυτό ελέγχθηκε εύκολα, όμως δεν βρέθηκαν οι «δράστες» που εκείνη την περίοδο ήθελαν να φυτέψουν και ένα πλαστό υπουργικό extre στα δεκάδες εμβάσματα από τον διαβόητο λογαριασμό 709 του κ. Σ. Κόκκαλη στην Deutsche Handelsbank που είχε αποκαλύψει η δικαστική και δημοσιογραφική έρευνα.

Προ 18μήνου ένα δεύτερο κάλπικο χαρτί (έμβασμα και αυτό) που διοχετεύθηκε έφερε ως αποδέκτη μεγάλου χρηματικού ποσού γνωστό στέλεχος MME, με μοναδικό στόχο να εκθέσει όποιον το δημοσιοποιούσε ως απόδειξη της «μίσθωσης» του φερόμενου ως αποδέκτη από γνωστό επιχειρηματία. Κοινός τόπος και των δύο προαναφερθεισών «προσπαθειών» ήταν ο ευτελισμός της αξιοπιστίας των λογαριασμών, που αποδεικνύουν αόρατες business και μαύρες διασυνδέσεις των επιχειρήσεων της Στάζι και των ανθρώπων της, καθώς κατά περίεργο τρόπο, οι παρ’ ολίγον δωροδοκηθέντες θα τα εισέπρατταν από λογαριασμούς της Στάζι (!), πιθανώς για να βγουν λάδι οι πραγματικοί δωρολήπτες…

Από τη σύλληψη του Χέλμουτ Βόιτ μέχρι σήμερα

1. Πριν από τα τέλη του 1992, η παρουσία στην Ελλάδα, η σύλληψη και στη συνέχεια η έκδοση του αξιωματικού της MFS ειδικού σε θέματα τρομοκρατίας, Helmut Voigt στη Γερμανία μοιραία προκάλεσε την αναζήτηση των αρχείων της Στάζι για την τρομοκρατία που αφορούσαν την Ελλάδα. Οι επαφές του Voigt και ενός άλλου ακόμα αξιωματικού της Στάζι, του Bernd Scilling, με τον Κάρλος, καθώς και η ελεύθερη διέλευση τρομοκρατών από το Ανατολικό Βερολίνο με πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα (κάτι που κάλυπτε τα ίχνη τους) υποχρεωτικά οδήγησαν τις ελληνικές αστυνομικές αρχές σε σχεδιασμό μιας υπό πίεση ανάκρισης του πρώτου. Καθώς Ελληνες και ξένοι τρομοκράτες με ορμητήριο την DDR σχεδίασαν και εκτέλεσαν «αποστολές» και στην Ελλάδα, τις οποίες στο μεταξύ είχε φακελώσει η Στάζι μέσω της διείσδυσης και του Voigt στην «Ομάδα» του Κάρλος. H MFS έτσι κι αλλιώς κρατούσε ανοιχτή γραμμή με πολλές τρομοκρατικές ομάδες, ενώ πολλές φορές είχε και εμπορικές δοσοληψίες με μέλη τους που είχαν εμπλακεί σε εμπόριο όπλων ανατολικής προελεύσεως με αγοραστές κυρίως Αραβες ή παλαιστινιακές ομάδες.

Οι πρώτοι φάκελοι

Ο H. Voigt όμως προτίμησε ό,τι είχε να πει να το πει στους Γερμανούς και η ελληνική πλευρά πλέον αναζήτησε την κατάθεσή του αλλά και τα αρχεία της Στάζι από την ανάδοχο Εγκληματολογική Υπηρεσία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας (BKA). Ετσι λοιπόν, κλιμάκια της Αντιτρομοκρατικής από τις αρχές του 1993 πολλές φορές μετέβησαν στο Wiesbaden, οπότε και άρχισαν να έρχονται οι πρώτοι φάκελοι της Στάζι, ενώ άλλοι δόθηκαν από τις γερμανικές εισαγγελικές αρχές που ανταποκρίθηκαν σε σχετικό αίτημα δικαστικής αρωγής.

2. Τα πρώτα στοιχεία που αποδείκνυαν τη διασύνδεση του ΕΛΑ με την «Οργάνωση Διεθνών Επαναστατών» του Carlos και βρέθηκαν στα αρχεία της Στάζι και της BKA, προήλθαν από τις μυστικές υπηρεσίες της Ουγγαρίας και δείχνουν ότι οι δύο οργανώσεις επικοινωνούν τουλάχιστον από τις αρχές του 1982, χωρίς ωστόσο να αποκλείονται και προγενέστερες επαφές με μέλη της «20 Οκτώβρη».

Σε έρευνα που διεξήχθη σε σπίτι στο Βουκουρέστι, βρέθηκαν και φωτογραφήθηκαν έγγραφα, σημειώσεις, επιστολές κ.ά. του υπαρχηγού τού Κάρλος Johannes Weinrich (γνωστού και με τα ψευδώνυμα Steve, Peter, Heinrich Schneider). Οι Ούγγροι έστειλαν τα χειρόγραφα στους συντρόφους της Στάζι, όμως οι υπηρεσίες ασφαλείας της Ανατολικής Γερμανίας, ένα χρόνο μετά, τον Μάρτιο του 1983 και για την ακρίβεια εννέα ημέρες πριν από την τρομοκρατική ενέργεια του ΕΛΑ κατά της Σαουδικής Πρεσβείας στο Ψυχικό, ερευνώντας τις αποσκευές του Weinrich συμπλήρωσαν το παζλ που έχει εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία και για την ελληνική τρομοκρατία. Χειρόγραφες σημειώσεις, ελληνικά ονόματα και τηλεφωνικοί αριθμοί Αθηνών, σχεδιαγράμματα, στόχοι στην Ελλάδα, εκρηκτικά, αλλά και συναντήσεις πιστοποιούν ότι ο ΕΛΑ είχε ουσιαστικά προσχωρήσει στην ομάδα Κάρλος, κανόνιζε για την εκπαίδευση μελών του και μελετούσε «κοινές επιχειρήσεις». Σημαντική ποσότητα οπλισμού, όπως προκύπτει από τις ίδιες τις σημειώσεις, διοχετεύθηκε το φθινόπωρο του 1982 από την «Ομάδα» στον ΕΛΑ με δρομολόγιο διασκευασμένου I.X. από τη Βουδαπέστη και το Βελιγράδι που «ρύθμισε» συνεργάτη των Ρουμανικών μυστικών υπηρεσιών. Ηδη ο ΕΛΑ είναι υπό την εποπτεία πολλών ανατολικών μυστικών υπηρεσιών για να βρεθεί με πολυεθνική σύνθεση της ομάδας του (στις 13.4.83) στο χτύπημα της πρεσβείας με την πυροδότηση με τηλεχειρισμό σταθμευμένου και παγιδευμένου με εκρηκτικά οχήματος.

Ολοι αυτή η επιχείρηση είναι καταγεγραμμένη στα αρχεία της Στάζι, όλα τα ονόματα της ομάδας που έδρασε είναι καταχωρισμένα, οι συναντήσεις τους στο Ideal ελεγμένες, ενώ λίγο αργότερα η Ανατολικογερμανική Υπηρεσία κρατικής ασφάλειας φακελώνει ένα προς ένα και τα μέλη του ΕΛΑ, κάποια από τα οποία παρακολουθεί αδιαλείπτως λίγα χρόνια πριν από την πτώση της χούντας.

Οι ελληνικές αρχές via Στάζι το 1993 παραλαμβάνουν όλο το ημερολόγιο και τις ιδιόχειρες σημειώσεις του Weinrich στις οποίες συγκαταλέγεται και επιστολή του προς τον Carlos (25.8.1983) απολογητικού χαρακτήρα με την οποία εξηγεί ότι δεν επετεύχθη ο στόχος (ο Σαουδάραβας πρέσβης) «γιατί ο «George» πάτησε νωρίτερα το μπουτόν του τηλεχειρισμού». Σ’ αυτό το υλικό βρίσκονται και ιδιόχειρες σημειώσεις στα ελληνικά δύο διαφορετικών προσώπων, ο ένας εκ των οποίων εκλήθη έξι χρόνια μετά για ανάκριση και γραφολογική εξέταση!

3. H τρίτη αφορμή για αναζήτηση αρχείων, κεφαλαίων και συναλλαγών με τη Στάζι δόθηκε στις 26.6.1995, όταν ο τότε αντεισαγγελέας Εφετών Αθηνών Γεώργιος Ζορμπάς, παράλληλα με την άσκηση διώξεων για την ανάθεση των ψηφιακών του OTE σε Intracom και Siemens (τον Μάρτιο του 1994) ζήτησε τον ανακριτικό έλεγχο για πιθανή προέλευση περιουσιακών στοιχείων της Intracom από δραστηριότητες με τη Στάζι αλλά και τη διερεύνηση πιθανής τέλεσης δωροδοκιών δημοσίων λειτουργών μέσω Βερολίνου.

Η σχετική δικογραφία παραδόξως διασπάσθηκε, ωστόσο όταν η κύρια ανάκριση περατώθηκε και όλοι απαλλάχθηκαν με βούλευμα (685/1998) για τα πέντε πρώτα αδικήματα (απάτη, παράβαση καθήκοντος, απιστία κατ’ εξακολούθηση κ.ά.) ενώ για τη δωροδοκία-δωροληψία συνεχίσθηκε η ανακριτική έρευνα. Με αίτημα δικαστικής συνδρομής που απέστειλε στην Εισαγγελία του Βερολίνου ο εφέτης-ανακριτής κ. Γ. Ναυπλιώτης στις 31.10.1996 ζήτησε να ανοίξει ο λογαριασμός 709 στη Deutsche Handelsbank και να πιστοποιηθούν: οι έχοντες δικαίωμα υπογραφής (Σ. Κόκκαλης, K. Δημητριάδης και Βέρνερ Βίταν), οι αποδέκτες ποσών, οι λόγοι μεταβίβασης των ποσών σε όλες τις τράπεζες. Οπως αναφέρεται, παρανόμως δεν παρασχέθηκε δικαστική συνδρομή με το επιχείρημα ότι η γερμανική τράπεζα παραχώρησε τα σχετικά στοιχεία στη γερμανική επιτροπή που διερευνούσε μόνο για τα απολεσθέντα περιουσιακά στοιχεία της DDR και όχι για ποινικούς σκοπούς.

Το βούλευμα 1820/1998

Παρά ταύτα η δικαστική έρευνα διαπίστωσε ότι πράγματι δύο υπάλληλοι του OTE ήταν αποδέκτες ποσών από τον λογαριασμό 709 του κ. Σ. Κόκκαλη στην Deutsche Handelsbank κατά το 1987. Ωστόσο, η ασκηθείσα δίωξη για δωροδοκία, κατά μαγικό τρόπο, αφορούσε την περίοδο από το 1988 μέχρι το 1995! Κατά ακόμα μαγικότερο τρόπο, με τροπολογία που είχε γίνει στο N. 1608/1950 περί καταχραστών του Δημοσίου, δωροδοκία δημοσίου λειτουργού (εν προκειμένω υπαλλήλων του OTE από προμηθευτή του Οργανισμού) κατώτερη των 50 εκατ. δρχ. είχε μετατραπεί σε πλημμέλημα με 5ετή παραγραφή που επήλθε για τους συγκεκριμένους δωροδοκηθέντες το 1992! Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα αρχεία και οι λογαριασμοί της Στάζι επαληθεύθηκαν, ωστόσο με το βούλευμα 1820/1998 του Συμβουλίου Εφετών 88 στελέχη του OTE και μέλη των διοικήσεών του από το 1988 μέχρι και το 1995 απηλάγησαν.

4. Στις 18 Φεβρουαρίου 2002 ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών άσκησε διώξεις για πέντε κακουργήματα κατά του κ. Σωκράτη Κόκκαλη, στα οποία περιλαμβάνεται και το ταπεινωτικό αδίκημα της κατασκοπείας κατ’ εξακολούθηση από τον «Rocco» υπέρ της Ανατολικής Γερμανίας. Από το κείμενο της εισαγγελικής πρότασης με την οποία ασκήθηκαν οι διώξεις κατά Κόκκαλη, αξίζει να επισημανθεί ότι σε δύο σημεία της πολυσέλιδης έκθεσης γίνονται αναφορές στη συνδρομή που ζητήθηκε από την Αντιτρομοκρατική.

Ειδικότερα, αναφέρονται από τον κ. Παπαγγελόπουλο τα εξής: «Στις 27-2-2001 ο προϊστάμενος (τότε) της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών ζήτησε από το Επιστημονικό Συμβούλιο Ανάλυσης Ερευνών και Προγραμματισμού για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος να μας διαβιβάσει όσα στοιχεία διαθέτει και αφορούν τον Σωκράτη Κόκκαλη». «Σε άλλο σημείο γράφει: Αντίγραφα από τα αρχεία της Στάζι που αφορούν τον Σ. Κόκκαλη και ζητήθηκαν από την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία ευρίσκονται στη δικογραφία» καθώς «ο εισαγγελέας Πρωτοδικών I. Διώτης μου παρέδωσε φάκελο με φωτοτυπικά αντίγραφα».

Οι αναφορές αυτές, αφενός επιβεβαιώνουν ότι αν και στην Αντιτρομοκρατική υπάρχει φάκελος Κόκκαλη, αν και είναι άγνωστο το τι παρέδωσε ο κ. Διώτης από τα διαθέσιμα στοιχεία του συγκεκριμένου φακέλου, η τακτική ανάκριση δεν έχει αρχίσει, αν και παρήλθαν 6,5 μήνες από την άσκηση της δίωξης. ΄H πάλι κάτι μαγικό συμβαίνει ή τα κακουργήματα της κατασκοπείας υπέρ άλλης χώρας, το ξέπλυμα χρήματος κ.ά. αντιμετωπίζονται… ως πταίσματα!

Πάντως, για άλλη μια φορά, με τη νέα δίωξη κατά Κόκκαλη, οι αρχές οδηγούνται στα αρχεία της Στάζι και στον φάκελό του που πλέον φέρει την πιστοποίηση της Bstu, της ομοσπονδιακής αρχής για τη διαφύλαξη των κρατικών αρχείων της DDR. Ωστόσο, το αξιοπερίεργο είναι ότι από την Ευελπίδων οι εισαγγελείς έφθασαν στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, πιθανώς αναζητώντας και στοιχεία που μπορεί να διαθέτουν και οι Εγκληματολογικές Υπηρεσίες της Ομοσπονδιακής Γερμανίας (BKA), πέραν της Bstu.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή