Η σημασία των αλλαγών στο Δημόσιο

Η σημασία των αλλαγών στο Δημόσιο

5' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι γνωστό ότι κατά την εικοσαετία 1980 – 2000 η εκλογική επικράτηση του ΠΑΣΟΚ στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο σε τρεις βασικές κοινωνικές κατηγορίες: α) στα μισθωτά στρώματα του δημοσίου τομέα, κυρίως της κοινής ωφέλειας, β) στα μισθωτά στρώματα του ιδιωτικού τομέα, ιδίως της βιομηχανίας, που διαμορφώθηκε με την οικονομική ανάπτυξη της 15ετίας 1960-1975 και γ) στους αγρότες. Αυτές οι τρεις πολυπληθείς κοινωνικές ομάδες αποτέλεσαν τον κορμό της εκλογικής του βάσης, μεταπολιτευτικά, προσδίδοντάς του, ταυτοχρόνως -στο πλαίσιο του ελληνικού δικομματικού συστήματος- και τον χαρακτήρα του αριστερού – σοσιαλδημοκρατικού κόμματος.

Η σταδιακή κοινωνική και πολιτική αποδυνάμωση αυτής της κοινωνικής συμμαχίας άρχισε, μιλώντας σχηματικά, με την αντίστροφη σειρά:

α) Οι μετασχηματισμοί της αγροτικής παραγωγής που συνέβησαν αντικειμενικά, αλλά και οι πολιτικές αναδιάρθρωσης που ακολούθησε το ΠΑΣΟΚ, ως κόμμα διακυβέρνησης, είχαν ως αποτέλεσμα και τη ραγδαία συρρίκνωση του αγροτικού πληθυσμού, αλλά και τη ρήξη των ιστορικών σχέσεων εκπροσώπησης που είχε διαμορφώσει ιστορικά στην ύπαιθρο, με την προσωπική σφραγίδα του Α. Παπανδρέου. Σύμπτωμα αυτής της κρίσης θα αποτελέσουν οι αγροτικές συγκρούσεις της δεκαετίας του ’90. Η απόλυτη ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ στην ΠΑΣΕΓΕΣ, 54,5% το 1983 και 46,5% το 1987, τερματίσθηκε το 19901, όταν η Ν.Δ. απέσπασε για πρώτη φορά το 50,8%. Στις βουλευτικές του 2000, το ΠΑΣΟΚ είχε πλέον συρρικνωθεί στο 39% και στις βουλευτικές του 2004 στο 35%, ενώ η Ν.Δ. από 48% το 2000, προσέγγισε το 2004 το 51% (στοιχεία exit poll VΡRC).

β) Από την άλλη πλευρά, η αποβιομηχάνιση, η κοινωνική και ιδεολογική ανασφάλεια που παρήγαγε η ανεργία και διεύρυνε η παρουσία των μεταναστών μετά το 1990, αλλά και οι φιλελεύθερες πολιτικές για την αναδιάρθρωση της αγοράς εργασίας που υιοθέτησε το ΠΑΣΟΚ, ήδη από τη δεύτερη περίοδο της διακυβέρνησής του, είχαν ως αποτέλεσμα τη σταδιακή αποδυνάμωση και του δεύτερου πυλώνα της κοινωνικής του βάσης, δηλαδή των ευρύτατων μισθωτών στρωμάτων του ιδιωτικού τομέα, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 18% του εκλογικού σώματος. Η σύγκρουση με τα συνδικάτα για το ασφαλιστικό, που προκάλεσε το 2001 η κυβέρνηση Σημίτη, υποτιμώντας ενδεχομένως τις ιδεολογικές της συνέπειες, αποτέλεσε απλώς το επιστέγασμα μιας μακρόχρονης πορείας κοινωνικής και πολιτικής αποξένωσης από αυτά τα στρώματα. Η απόλυτη εκλογική, πολιτική και κοινωνική ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ σε αυτά, που είχε εδραιωθεί κατά τη δεκαετία του ’80 με την ενίσχυση του εργοστασιακού συνδικαλισμού (μετά το 1982), διατηρήθηκε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, σε ποσοστά της τάξης του 60-65%, αλλά συρρικνώθηκε σταδιακά απλώς σε μια ισχνή εκλογική κυριαρχία (40% στις βουλευτικές του 2000 και 44% στις βουλευτικές του 2004 – στοιχεία exit poll VPRC).

To ΠΑΣΟΚ και ο δημόσιος τομέας

γ) Απέμεινε o δημόσιος τομέας. Το ΠΑΣΟΚ συνδέθηκε πολύ πρώιμα, ήδη από τη δεκαετία του ’70 με τα στρώματα των επιχειρήσεων της κοινής ωφέλειας (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΛΤΑ, μεταφορές κ.λπ.), όχι όμως και με τον στενό πυρήνα της δημόσιας διοίκησης (υπάλληλοι υπουργείων, Σώματα Ασφαλείας, στρατιωτικοί, δικαστικοί κ.λπ.), που λόγω της μετεμφυλιακής συγκρότησης του κράτους, παρέμεναν μέχρι και τη δεκαετία του ’80 κατά βάση συντηρητικά. Ωστόσο, μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από αυτό, το 1981, και τη σταδιακή «άλωση του κρατικού μηχανισμού», λόγω της μακροχρόνιας παραμονής του στην εξουσία, θα εδραιώσει και σε αυτόν τον κοινωνικό χώρο την κυριαρχία του. Στις συνδικαλιστικές εκλογές του 1985, θα συγκεντρώσει στην ΑΔΕΔΥ 52,9% και στις ΔΕΚΟ 47%, ενώ το 1992 48,9% και 52% αντιστοίχως. Η «όσμωση» του ΠΑΣΟΚ με το κράτος θα οδηγήσει σταδιακά στην απορρόφησή του από αυτό και σε εξάρτηση του μεγαλύτερου τμήματος του κομματικού του μηχανισμού από τη δημόσια απασχόληση. Το ΠΑΣΟΚ αναδείχθηκε στο κατ’ εξοχήν κόμμα του δημόσιου τομέα. Η κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ σε αυτά τα μισθωτά στρώματα θα διατηρηθεί και κατά τη δεκαετία του ’90. Στις κρίσιμες και αμφίρροπες εκλογές του 2000, οι μισθωτοί του δημόσιου τομέα θα αναδειχθούν στην καλύτερη εκλογικά κοινωνική του κατηγορία, στην οποία θα αποσπάσει το υψηλότερο ποσοστό του, 49%, έναντι μόλις 37% της Ν.Δ. (στοιχεία exit poll VPRC). Παρά τη σχετική του κάμψη, το ΠΑΣΟΚ θα διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία του και το 2004 (43%, έναντι 39% της Ν.Δ.). Οι δεσμοί του με αυτόν τον κοινωνικό χώρο παραμένουν μέχρι πρόσφατα ισχυροί.

Οι επιπτώσεις των αλλαγών

Λόγω αυτών των ιστορικών του σχέσεων, το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να αντισταθεί στη μαζικοποίηση του φαινομένου της διαφθοράς, ούτε να ανακόψει τη μακροχρόνια τάση απαξίωσης και κοινωνικής απονομιμοποίησης του δημοσίου τομέα και των συνδικαλιστικών του οργανώσεων που έχει συντελεσθεί, διότι -όντας μέρος του προβλήματος- δεν ήταν σε θέση να προκαλέσει τις αναγκαίες ρήξεις και τομές στη λειτουργία του κράτους. Επιπλέον, λόγω της ιδεολογικής του μετάλλαξης, ύστερα από την επικράτηση του εκσυγχρονιστικού ρεύματος, προκλήθηκε στο εσωτερικό του εκλογικού του σώματος μια βαθύτατη ιδεολογική ρωγμή. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι, σύμφωνα με τις έρευνες κοινής γνώμης, το 55% των ψηφοφόρων του τάσσεται σήμερα υπέρ της κατάργησης της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, το 52% υπέρ της υιοθέτησης εργασιακού και ασφαλιστικού καθεστώτος ιδιωτικού τομέα στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, ή περίπου το 40% υπέρ της ιδιωτικοποίησης των μεγαλύτερων εξ αυτών (VΡRC/ΣΚΑΪ, Βαρόμετρο Ιουνίου 2005).

Αντιθέτως, η κυβέρνηση επιχειρεί σήμερα αυτές τις τομές, χωρίς τα «βαρίδια» της αντιπολίτευσης. Επιδιώκει να εδραιώσει την ηγεμονία της στην πολιτική σκηνή, έχοντας εξασφαλίσει ευρύτατη και οριζόντια κοινωνική συναίνεση για τις προωθούμενες μεταρρυθμίσεις. Ταυτοχρόνως, η συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, που θα επέλθει με τις αλλαγές, είναι πιθανό να προκαλέσει την περαιτέρω αποδυνάμωση της κοινωνικής βάσης του ΠΑΣΟΚ, στον πλέον προνομιακό κοινωνικό χώρο, που του έχει απομείνει.

Το σημερινό πολιτικό τοπίο

Εκτός όμως από αυτό το κοινωνικό υπέδαφος, πάνω στο οποίο αναπτύσσεται σήμερα η αντιπαράθεση κυβέρνησης – αντιπολίτευσης για τον δημόσιο τομέα, είναι μάλλον βέβαιον ότι ούτε το πολιτικό τοπίο της σημερινής συγκυρίας ευνοεί το ΠΑΣΟΚ.

Με βάση το Βαρόμετρο Ιουνίου της VPRC για τον ραδιοσταθμό ΣΚΑΪ:

1) Η κοινή γνώμη δεν έχει «συγχωρήσει» ακόμη το ΠΑΣΟΚ για την κυβερνητική του πολιτική, εξακολουθώντας να του αποδίδει, με συντριπτική διαφορά έναντι της Ν.Δ. το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για την κακή κατάσταση της οικονομίας (διάγραμμα 1).

2) Η εικόνα του κόμματος εξακολουθεί να παραμένει ιδιαίτερα αρνητική, εμφανίζοντας σημαντικό έλλειμμα δημοτικότητας (52% των ερωτηθέντων εκφράζουν αρνητικές κρίσεις), ενώ η αντίστοιχη της Ν.Δ. ως η πλέον θετική, με δημοτικότητα 49% (διάγραμμα 2).

3) Η σημερινή πρόθεση ψήφου του κόμματος (38%) εμφανίζει κάμψη κατά 1 εκατοστιαία μονάδα, έναντι του προηγούμενου μήνα, σε αντίθεση με τη Ν.Δ., η επιρροή της οποίας αποδεικνύεται σταθεροποιημένη (43,5% – διάγραμμα 3).

4) Τέλος, η σύγκριση στο επίπεδο της πρωθυπουργικής ικανότητας των δύο αρχηγών παραμένει συντριπτικά εις βάρος του Γ. Παπανδρέου (διάγραμμα 4).

Για τους προηγούμενους λόγους και η κίνηση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ να προκαλέσει μετωπική σύγκρουση με έναν αντίπαλο που παραμένει -προς το παρόν- σημαντικά ισχυρότερος και σε ένα πεδίο (οικονομία) όπου το κόμμα της αντιπολίτευσης εξακολουθεί να χρεώνεται μεγαλύτερες ευθύνες, δεν γίνεται εύκολα κατανοητή.

1. Βλέπε αναλυτικότερα, Γ. Μαυρή, «Αφιέρωμα στις εκλογές του 1993: Η κοινωνική επιρροή των κομμάτων», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ, 26/9/1993.

* Ο Γιάννης Μαυρής είναι πολιτικός επιστήμων Ph.D, πρόεδρος & διευθύνων σύμβουλος του Ινστιτούτου Δημοσκοπήσεων VPRC

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή