Νομικές διατάξεις αντί για πολιτικές

Νομικές διατάξεις αντί για πολιτικές

2' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αναθεώρηση που εξαγγέλθηκε μοιάζει πολύ με την προηγούμενη: εξαγγέλθηκε αυτοκρατορικά, διαφαίνεται πληθωρική, δεν φέρεται να προσφέρει τίποτε το ουσιωδώς νέο στη λειτουργία του πολιτεύματος, υποτάσσεται σε μάλλον συγκυριακό πολιτικό σχεδιασμό και αφήνει τη στυφή αίσθηση ότι αντί για πολιτικές που θα άλλαζαν τα πράγματα προτείνονται νομικές διατάξεις που, καθ’ εαυτές, δεν μπορούν να εγγυηθούν σχεδόν τίποτε για την αλλαγή των πραγμάτων. Με εξαίρεση το θέμα των μη κρατικών πανεπιστημίων, καμία ισχύουσα συνταγματική διάταξη δεν μου φαίνεται να θέτει ανυπέρβλητα εμπόδια στις πολιτικές επιλογές -μιλώ για επιλογές πολιτικής, όχι για τακτικισμούς και εντυπώσεις- που προτείνονται για να δικαιολογήσουν τις διαφαινόμενες αναθεωρητικές προτάσεις.

Η μικρή ακόμα συζήτηση για την αναθεώρηση δείχνει και άλλα enjeux: το θέμα εκσφενδονίζεται μεταξύ των κομμάτων και εντός των κομμάτων, με στόχο αυτόν ακριβώς τον εκσφενδονισμό, τη δημιουργία ή καταβαράθρωση προσώπων και εντυπώσεων, όχι τις συνταγματικές δυσλειτουργίες που πρέπει να διορθωθούν.

Κάθε αναθεώρηση, ακόμη και η προηγούμενη, ακόμη και αυτή, έχει και πρακτικά αποτελέσματα – έστω όχι τα μείζονα. Ασφαλώς μέσα στα διάφορα επιμέρους μπορούν να υιοθετηθούν χρήσιμες διατάξεις. Η ειδικότερη συζήτηση αναμένεται να αναδείξει τα προσδοκώμενα από τη νέα αναθεώρηση. Σήμερα περιορίζομαι σε δύο.

Το θέμα των μη κρατικών πανεπιστημίων είναι ίσως το ουσιωδέστερο. Η επί της αρχής διαφαινόμενη ευρεία συναίνεση των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων, πάντως, δεν είναι αρκετή για να εφεύρει τη διά της αποκρατικοποιήσεως πανάκεια της ελληνικής ανώτατης παιδείας. Οπως και η φοβική οχύρωση στη σημερινή πανεπιστημιακή ακινησία και η εθελοτυφλία είναι, απλώς, ένα μεγάλο αδιέξοδο.

Η προτεινόμενη ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου είναι περιττή και επικίνδυνη. Περιττή επειδή σήμερα, έστω με ατέλειες και δυνατότητες βελτιώσεων στην απονομή της, τα περίπου 110 χρόνια συνταγματικής δικαιοσύνης μέσω του διάχυτου δικαστικού ελέγχου απέδειξαν ότι, κατά βάση, το σύστημα αυτό λειτουργεί (αν και ένας προσεκτικότερος δικαστικός ακτιβισμός ίσως το βοηθούσε να λειτουργήσει καλύτερα). Επικίνδυνη διότι περιέχει τον κίνδυνο -ή μήπως την κρυφή ελπίδα;- μείζονες πολιτικές επιλογές τελικώς να αποπολιτικοποιούνται και να παρουσιάζονται σαν νομικές αποφάσεις, ενώ δεν είναι, και μάλιστα ενός δικαστηρίου του οποίου η σύνθεση θα είναι μεγάλο πολιτικό θέμα.

Και άλλα ζητήματα μη στερούμενα πρακτικών συνεπειών ασφαλώς τίθενται, όπως και ζητήματα γενικότερης πολιτικής κατεύθυνσης και ιδεολογίας που διαφαίνονται έστω από νομικά ανούσιες, αλλά πολιτικά σημαδιακές, προτεινόμενες ρυθμίσεις.

Αυτά θα τα αναδείξει κατ’ αρχήν η πολιτική συζήτηση για την αναθεώρηση, αφού μια συνταγματική αναθεώρηση πάντα ήταν πρωτίστως και κυρίως πολιτικό και μετά νομικό ζήτημα.

* Ο κ. Γ. Δρόσος είναι καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή