H σημασία της ψήφου στις νομαρχίες

H σημασία της ψήφου στις νομαρχίες

7' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με την εισαγωγή της Δευτροβάθμιας Αυτοδιοίκησης (Ν. 2218/1994), μια νέου τύπου εκλογική αναμέτρηση προστέθηκε στις ήδη υπάρχουσες βουλευτικές, δημοτικές/ κοινοτικές και ευρωεκλογές. Οι νομαρχιακές εκλογές κατέλαβαν, εξαρχής, μια αυτοτελή και ενδιάμεση θέση, αφενός μεταξύ των δημοτικών – κοινοτικών εκλογών και των ευρωεκλογών, και αφετέρου των βουλευτικών εκλογών. Επομένως, η νομαρχιακή επιρροή των πολιτικών δυνάμεων δεν ταυτίζεται, ούτε πρέπει να αναχθεί ευθύγραμμα στην εθνική (βουλευτική). Συγκλίνει, εν τούτοις, με τη δεύτερη, σε μεγάλο βαθμό, και γι’ αυτό μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με αυτήν. Και κάτι τέτοιο μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμο στην πολιτική ανάλυση. Οι λόγοι για τους οποίους οι νομαρχιακές εκλογές συγκλίνουν σε μεγάλο βαθμό με τις βουλευτικές είναι τουλάχιστον εννέα.

1) Ο χώρος της αναμέτρησης. Ως γεωγραφικός χώρος της εκλογικής αναμέτρησης για το Β΄ βαθμό Τ. Α. επιλέχθηκε ο νομός, που ισχύει και για τις βουλευτικές εκλογές. Οι λόγοι επιλογής του νομού, ως χώρου διοικητικής ευθύνης και δράσης της Δευτεροβάθμιας Αυτοδιοίκησης είναι ιστορικοί: οι νομοί της χώρας αποτελούν, κατ’ εξοχήν, τις ιστορικά διαμορφωμένες οικονομικές, κρατικές, πολιτικές και πολιτιστικές ενότητες, ενώ ισχυροί παραμένουν ακόμη οι δεσμοί ταυτότητας και συνείδησης των κατοίκων με την περιοχή τους. (Η προηγούμενη παρατήρηση δεν ισχύει για τις μητροπολιτικές Νομαρχίες Αθηνών-Πειραιώς, Ανατολικής και Δυτικής Αττικής, όπου δεν υφίστανται ισχυρές τοπικές συλλογικές ταυτότητες).

Η αλλαγή του 42%

2) Το εκλογικό σύστημα, που ίσχυσε από το 1994 μέχρι το 2002, ενίσχυε το διπολικό χαρακτήρα της εκλογικής αναμέτρησης. Η αντιπαράθεση Αριστεράς/Δεξιάς, που καταγραφόταν ιστορικά στο πρωτοβάθμιο επίπεδο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (δήμοι-κοινότητες), είχε μεταφερθεί πλέον και στο επίπεδο του νομού. Επομένως, αντίστροφα από το γεωγραφικό επίπεδο της αναμέτρησης, το παλαιό εκλογικό σύστημα συνιστούσε σημείο σύγκλισης με τις δημοτικές και διαφοροποίησης από τις βουλευτικές εκλογές. Ως προς αυτήν την κρίσιμη παράμετρο, η αλλαγή που προωθήθηκε με το Ν. 3463/2006 (42%) και ίσχυσε για πρώτη φορά στις πρόσφατες εκλογές, αποτέλεσε τομή και βασικό σημείο περαιτέρω σύγκλισης των νομαρχιακών εκλογών με τις βουλευτικές. Και τούτο, γιατί το νέο εκλογικό σύστημα επιτρέπει στο κόμμα που κατέχει τη σχετική πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα, να εξασφαλίζει και τη σχετική πλειοψηφία των αιρετών νομαρχών. Η ανατροπή που επήλθε με την εκλογή 47 νομαρχών από τον Α΄ γύρο (19 το 2002), σε αντίθεση με ό, τι ίσχυσε για τις τρεις προηγούμενες νομαρχιακές εκλογές, είναι οφθαλμοφανής.

3) Η υποβάθμιση των κομματικών συμμαχιών. Η συγκρότηση κομματικών συμμαχιών, που δεν υφίσταται στις βουλευτικές, υπήρξε σημαντικό στοιχείο ιδιαιτερότητας της συγκεκριμένης μορφής εκλογικής αναμέτρησης και διαφοροποίησης των νομαρχιακών. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτέλεσαν στις νομαρχιακές του 1998, η συμμαχία ΠΑΣΟΚ/ΣΥΝ και Ν. Δ. /ΠΟΛΑΝ, ενώ στις νομαρχιακές του 2002 η συμμαχία ΠΑΣΟΚ/ΣΥΝ (σε μικρότερο βαθμό) και η συμμαχία ΚΚΕ/ΔΗΚΚΙ. Στην πρόσφατη αναμέτρηση, ο ρόλος των συμμαχιών υπήρξε ιδιαίτερα υποβαθμισμένος και περιθωριακός. Σε αυτό συνέβαλε: α) η διάρρηξη της συνεργασίας ΠΑΣΟΚ/ ΣΥΝ, που περιορίσθηκε από 23 νομαρχίες το 2002, σε μόλις 6 σήμερα, β) η αυτόνομη κάθοδος του ΛΑΟΣ (σε 20 νομαρχίες, καθώς και η επιλογή, ή αδυναμία καθόδου σε 33 και γ) η εκλογική περιθωριοποίηση του ΔΗΚΚΙ και η απορρόφηση ορισμένων τοπικών στελεχών του από το ΚΚΕ. Είναι χαρακτηριστικό, ότι από τις 54 νομαρχίες, η Ν. Δ. και το ΠΑΣΟΚ κατήλθαν αυτόνομα σε 48, το ΚΚΕ σε 47, ο ΣΥΝ σε 42 και ο ΛΑΟΣ σε 20.

4) Η ενίσχυση της «κομματικοποίησης». Με βάση την ανάλυση των κομματικών υποστηρίξεων των υποψηφίων για το νομαρχιακό αξίωμα προκύπτει ότι στις εκλογές του 1994 και 1998, μεταξύ των υποψηφίων νομαρχών, οι αμιγώς μονοκομματικές υποψηφιότητες αντιπροσώπευαν το 1994 το 72% και το 1998 το 65,4% του συνόλου των υποψηφίων. Στις πρόσφατες εκλογές, οι μονοκομματικές υποψηφιότητες αποτέλεσαν το 83% του συνόλου. Στα 2/3 των Νομαρχιών, οι αναμετρήσεις υπήρξαν αμιγώς κομματικές (με 3 έως 5 κόμματα). Σε σύγκριση με τη δεκαετία του ’90 (Ν1994 & Ν1998), από τις Ν2002 και ύστερα, καταγράφεται εμφανέστατα μεγαλύτερη κομματικοποίηση των υποψηφιοτήτων και δραστικός περιορισμός των διπλών ψηφοδελτίων κομματικής απειθαρχίας. Τα φαινόμενα κομματικής ανυπακοής στο επίπεδο των νομών υπήρξαν και φέτος ιδιαίτερα περιορισμένα. Οι έντεκα (11) «αντάρτες» από τον χώρο της Ν. Δ. και οι τέσσερις (4) από το ΠΑΣΟΚ, αντιπροσωπεύουν πανελλαδικά μόλις το 2,4% του εκλογικού σώματος (170.000 ψήφοι), έναντι 6,8% το 2002 (458.000 ψήφοι, λόγω και της ύπαρξης Καρατζαφέρη, πίνακας). Ωστόσο, η προηγούμενη διαπίστωση δεν αναιρεί την άμβλυνση των κομματικών ταυτίσεων, ούτε τη μακροπρόθεσμη τάση κομματικής αποστοίχισης (de-alignment).

5) Η διαφοροποίηση από τις ευρωεκλογές. Η εμπειρία εφαρμογής έδειξε ότι οι νομαρχιακές εκλογές λειτουργούν διαφορετικά από τις ευρωεκλογές. Δεν πρόκειται για εκλογές «δεύτερης τάξης» τουλάχιστον με το περιεχόμενο που έχει αποκτήσει ο όρος στη σχετική βιβλιογραφία, διότι δεν παρουσιάζουν κανένα από τα χαρακτηριστικά που αποδίδονται σε αυτές. Σε διάκριση με τις ευρωεκλογές, οι νομαρχιακές εκλογές νομιμοποιούν τη διαμόρφωση και άσκηση αρμοδιοτήτων κρατικής πολιτικής στο επίπεδο του νομού, που εξάλλου διαθέτει κατά κανόνα και μια ιστορικότητα. Αντιθέτως, οι ευρωπαϊκές εκλογές μέχρι σήμερα δεν εκπληρούν τις δύο βασικές λειτουργίες που είναι σύμφυτες με το εκλογικό φαινόμενο, δηλαδή: α) τον σχηματισμό κυβερνήσεων, β) τη διαμόρφωση της κρατικής πολιτικής. Αντιθέτως, στοχεύουν στην ανάδειξη του Ευρωκοινοβουλίου, ενός θεσμού σχετικά απομακρυσμένου από τους πολίτες και σχετικά άγνωστου γι’ αυτούς. Η σύγκριση νομαρχιακών – ευρωεκλογών – βουλευτικών εκλογών είναι αποκαλυπτική. Και στις τρεις συγκρίσιμες περιπτώσεις: Β93/Ε94/Ν94, Ν98/Ε99/Β00 και Ν02/Β04/Ε04, αποδεικνύεται ότι η επιρροή των δύο κομμάτων διακυβέρνησης (ΠΑΣΟΚ/Ν. Δ.) εμφανίζεται στις νομαρχιακές υψηλότερη από ό, τι στις Ευρωεκλογές και χαμηλότερη από ό, τι στις βουλευτικές. Τα ποσοστά των νομαρχιακών τοποθετούνται συγκριτικά εγγύτερα στα αντίστοιχα ποσοστά κομματικής επιρροής των βουλευτικών, παρά των Ευρωεκλογών.

6) Η αυξανόμενη προσωποποίηση της πολιτικής. Ενα άλλο σημείο, που θα πρέπει να διευκρινισθεί, είναι ότι η αυξανόμενη προσωποποίηση της πολιτικής δεν αποτελεί την ειδοποιό διαφορά, το στοιχείο εκείνο που κατ’ εξοχήν διαφοροποιεί τις νομαρχιακές από τις βουλευτικές εκλογές. Η εντεινόμενη προσωποποίηση της πολιτικής συνιστά ένα γενικό πολιτικό φαινόμενο και συνδέεται ευθέως με δύο σύγχρονες τάσεις: α) την τάση υποβάθμισης των μαζικών κομμάτων, β) την κυριαρχία των ΜΜΕ στην πολιτική. Αν και αυτή η τάση, μπορεί πράγματι να εκφράζεται εντονότερα στις βαθμίδες εκείνες της αντιπροσώπευσης που βρίσκονται εγγύτερα στον πολίτη, η αυξανόμενη σημασία των προσώπων, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως μια αποκλειστική ιδιομορφία της συγκεκριμένης βαθμίδας εκπροσώπησης, των νομαρχιακών ή των δημοτικών εκλογών, αλλά ως ένας βαθύτερος μετασχηματισμός της πολιτικής συνολικά, ανεξαρτήτως βαθμίδας.

Ενίσχυση του δικομματικού συστήματος

7) Η συγκυρία του κομματικού ανταγωνισμού. Εκτός από τα γενικά χαρακτηριστικά, τα οποία καθορίζουν τη συγκεκριμένη μορφή που προσλαμβάνει κάθε φορά η νομαρχιακή αναμέτρηση, σημαντική επίδραση ασκεί και η συγκυρία του κομματικού συστήματος, που αποτελεί και το δομικότερο όρο του κομματικού ανταγωνισμού. Από αυτήν την άποψη, οι δύο πρώτες νομαρχιακές εκλογές (1994, 1998) διαφέρουν από τις τρίτες (2002) και τις τέταρτες (2006). Ενώ η συγκυρία 1994-1998 αποτέλεσε συγκυρία κλυδωνισμού του ελληνικού κομματικού συστήματος, αντιθέτως, η συγκυρία των εκλογών του 2002, υπήρξε συγκυρία επανασταθεροποίησης του δικομματισμού. Αντίστοιχα, η σημερινή (2006) επιβεβαιώνει τη, μετά το 2004, συντήρηση του δικομματισμού, υπό την κυριαρχία της Ν. Δ. Το ποσοστό του δικομματισμού παρέμεινε στο 84,6%, έναντι 86% στις βουλευτικές του 2004, αλλά και στις προηγούμενες νομαρχιακές. Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι αμιγώς κομματικές υποψηφιότητες που προέρχονται από τα δύο μεγάλα κόμματα (ΠΑΣΟΚ, Ν. Δ.) αυξήθηκε από 57 το 1998, σε 90 το 2002, και 96 το 2006.

8) Η συμμετοχή του εκλογικού σώματος. Και στις πρόσφατες νομαρχιακές εκλογές, η συμμετοχή, η βασικότερη παράμετρος της εκλογικής συμπεριφοράς, κυμάνθηκε και πάλι στα επίπεδα των βουλευτικών (7.116.050 ψηφίσαντες). Η συνολική αποχή δεν παρουσίασε αύξηση, σε σύγκριση με τις προηγούμενες. Ας σημειωθεί δε, ότι οι νομαρχιακές εκλογές του 2002 είχαν ήδη χαρακτηρισθεί από πρωτοφανή αύξηση της συμμετοχής, μεγαλύτερη και από εκείνη των εθνικών εκλογών του 2000. Θετικό ρόλο στην αύξηση της συμμετοχής έπαιξε διαχρονικά και η μεταρρύθμιση της εκλογικής διαδικασίας (Σκανδαλίδης), με την ανασύνταξη των εκλογικών καταλόγων και την προώθηση της ψήφου στον τόπο κατοικίας των εκλογέων.

9) Η προεκλογική εκστρατεία. Τόσο το 2002, όσο και το 2006: α) η διεξαγωγή κεντρικών προεκλογικών εκστρατειών τύπου εθνικών εκλογών, από τα δύο μεγάλα κόμματα, β) η υιοθέτηση κεντρικών πολιτικών μηνυμάτων και γ) η άμεση εμπλοκή των πολιτικών αρχηγών στην προεκλογική κινητοποίηση, δημιούργησαν συνθήκες «άτυπης» εθνικής αναμέτρησης. Το 2002, η κομματικοποίηση της εκλογικής αναμέτρησης επιδιώχθηκε από τη Ν. Δ. και έγινε αποδεκτή από το ΠΑΣΟΚ. Το 2006, επιδιώχθηκε από το ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν έγινε αποδεκτή από τη Ν. Δ.

Συμπερασματικά, οι νομαρχιακές εκλογές, με σαφώς κρισιμότερο από ό, τι οι δημοτικές θεσμικό αντικείμενο (Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση) ή οι ευρωεκλογές και εξ ορισμού μεγαλύτερη πολιτική σημασία, τοποθετούνται εγγύτερα στη βαθμίδα των εθνικών εκλογών και χαρακτηρίζονται εντονότερα από τον κομματικό ανταγωνισμό. Μιλώντας σχηματικά, θα έλεγε κανείς ότι -χωρίς να καθίστανται απολύτως- τείνουν πολύ περισσότερο προς τις βουλευτικές εκλογές και πολύ λιγότερο προς εκλογές Β΄ τάξης. Αυτό διαπιστώθηκε για πρώτη φορά καθοριστικά, στις νομαρχιακές του 2002. Η διαφοροποίηση νομαρχιακής/βουλευτικής ψήφου ίσχυσε εντονότερα το 1994, λιγότερο το 1998, ενώ περιορίσθηκε αισθητά στις τρίτες νομαρχιακές εκλογές του 2002 και ακόμη περισσότερο στις πρόσφατες.

* Ο Γιάννης Μαυρής είναι πολιτικός επιστήμονας Ph. D, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος των εταιρειών VPRC & Public Issue.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή