Νέο πλήγμα της Αγκυρας στο Πατριαρχείο

Νέο πλήγμα της Αγκυρας στο Πατριαρχείο

3' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στη σταθερή της γραμμή κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου παραμένει η Αγκυρα, η οποία μέσω του ανώτατου δικαστηρίου της αμφισβητεί εκ νέου την οικουμενικότητα της πρωτόθρονης Εκκλησίας της Ορθοδοξίας. Η απόφαση, που δημοσιοποιήθηκε μία ημέρα μετά τις συναντήσεις του πρωθυπουργού κ. Κ. Καραμανλή με τον Τούρκο ομόλογό του κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. κ. Βαρθολομαίο στην Κωνσταντινούπολη, προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Αθήνας, η οποία διεμήνυσε ότι η οικυμενικότητα του Πατριαρχείου δεν μεταβάλλεται ούτε αλλοιώνεται με δικαστικές αποφάσεις.

Η νέα αμφισβήτηση της οικουμενικότητας εμφανίζεται σε δικαστική απόφαση του 4ου τμήματος του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου, όπως μετέδωσε χθες το πρακτορείο «Ανατολή», και αφορά την προσφυγή του Βούλγαρου ιερέα Κωνσταντίνου Κοστόφ. Ο τελευταίος είχε καθαιρεθεί, καθώς δεν αναγνώριζε ως εκκλησιαστική αρχή το Πατριαρχείο, στη δικαιοδοσία του οποίου λειτουργούσε, και στη συνέχεια προσέφυγε στις τουρκικές αρχές κατά της Συνόδου του Πατριαρχείου και του Πατριάρχη αυτοπροσώπως. Εκτός των άλλων, ο Κοστόφ είχε κατηγορήσει το Πατριαρχείο για προσπάθειες ελληνοποίησης ορθοδόξων της Πόλης.

Η αρχή της υπόθεσης εντοπίζεται πριν από μια δεκαετία, ενώ προβληματίζει και το γεγονός ότι η απόφαση έγινε γνωστή μία μόλις ημέρα μετά την επίσκεψη του Καραμανλή στην Κωνσταντινούπολη. Διπλωματικούς κύκλους προβληματίζει επίσης το γεγονός ότι με τη χθεσινή εξέλιξη η άρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει την οικουμενικότητα του Πατριαρχείου «αναβαθμίζεται» και δείχνει την ανελαστική θέση που προτίθεται να τηρήσει η Αγκυρα. Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την απόφαση, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών κ. Γιώργος Κουμουτσάκος δήλωσε: «Η Οικουμενικότητα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως είναι θεμελιωμένη στις διεθνείς συνθήκες, στους Ιερούς Κανόνες της Ορθοδοξίας, στην ιστορία και στην εκκλησιαστική παράδοση. Πάνω απ’ όλα όμως η αναγνώριση του Οικουμενικού Πατριάρχη ως πνευματικού ηγέτη είναι -επί αιώνες τώρα- βαθιά ριζωμένη στη συνείδηση εκατοντάδων εκατομμυρίων χριστιανών, ορθοδόξων και μη, σε όλο τον κόσμο. Αυτά δεν μεταβάλλονται ούτε αλλοιώνονται με δικαστικές αποφάσεις βασισμένες σε παρερμηνείες της Συνθήκης της Λωζάννης».

Σύμφωνα με πληροφορίες, η απόφαση -μεταξύ άλλων- αναφέρει ότι το Πατριαρχείο είναι τουρκικό ίδρυμα που αφορά μόνο τους χριστιανούς ελληνικής καταγωγής στην Κωνσταντινούπολη, ενώ δεν διαθέτει διεθνή ή άλλη νομική προσωπικότητα. Κύκλοι του Φαναρίου δηλώνουν ότι δεν τους έχει κοινοποιηθεί η απόφαση, επισημαίνουν ωστόσο ότι η επί 17 αιώνων ύπαρξη, παρουσία και προσφορά του Οικουμενικού Θρόνου δεν μπορεί να αποτελέσει στοιχείο διαπραγμάτευσης με οποιαδήποτε κοσμική αρχή. Σημειώνουν επίσης ότι ο ιστορικός του τίτλος και τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτόν είναι αναγνωρισμένα από ολόκληρο τον κόσμο και πρώτα απ’ όλα από τους πιστούς, όχι μόνο των χριστιανικών εκκλησιών αλλά και άλλων θρησκειών. Υπενθυμίζεται ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ε.Ε. ζητούν σταθερά από την Τουρκία να αναγνωρίσει την οικουμενικότητα και όλα τα δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εναρμονιζόμενη πλήρως με τον σεβασμό των θρησκευτικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ανησυχία της E.E. για την κατάσταση στα Ιεροσόλυμα

Την ανησυχία του για την κατάσταση που επικρατεί στο Πατριαρχείο της Ιερουσαλήμ εξέφρασε το Συμβούλιο τη Ευρωπαϊκής Ενωσης, απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του Συνασπισμού κ. Δημ. Παπαδημούλη σχετικά με το γεγονός ότι ο Πατριάρχης κ. Θεόφιλος δεν έχει αναγνωριστεί ακόμη από την κυβέρνηση του Ισραήλ. Συγκεκριμένα, ο κ. Παπαδημούλης ανέφερε στην ερώτησή του ότι «η ισραηλινή κυβέρνηση ασκεί πιέσεις προς το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ζητώντας -ως προϋπόθεση για την αναγνώριση του νέου Πατριάρχη- την ολοκλήρωση της πώλησης των ακινήτων στην πύλη της Γιάφας, που ανήκουν στο Πατριαρχείο, σε εταιρείες ισραηλινών συμφερόντων». Επισήμανε ότι «από τις 22 Αυγούστου 2005, οπότε ο Αρχιεπίσκοπος Θαβωρίου κ. Θεόφιλος εξελέγη ομόφωνα 141ος Πατριάρχης Ιεροσολύμων, εκκρεμεί η αναγνώρισή του από τις ισραηλινές αρχές» και κάλεσε το Συμβούλιο να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε να αναγνωριστεί ο νέος Πατριάρχης.

Στην απάντησή του το Συμβούλιο ανέφερε ότι «η Ε.Ε. έχει επανειλημμένα εκφράσει τη βαθιά ανησυχία της για την κατάσταση εντός και γύρω από την Ιερουσαλήμ, συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών πτυχών και της ειρηνικής συνύπαρξης όλων των σημαντικών θρησκειών στους Αγίους Τόπους»  και πρόσθεσε ότι τα θέματα αυτά τέθηκαν από την Ε.Ε. στην ισραηλινή πλευρά κατά τη διάρκεια του πολιτικού διαλόγου των δύο πλευρών, «ιδίως στο Συμβούλιο Σύνδεσης Ε.Ε. – Ισραήλ της 5ης Μαρτίου 2007».

Καταλήγοντας το Συμβούλιο υπενθυμίζει την παράγραφο 16 της δήλωσης της Ε.Ε. που εγκρίθηκε με την ευκαιρία του συγκεκριμένου Συμβουλίου Σύνδεσης και η οποία αναφέρει: «Τυχόν διαβήματα και μέτρα που μεταβάλλουν μονομερώς το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών και θρησκευτικών πτυχών του, είναι αντίθετα προς τον χάρτη πορείας και το διεθνές δίκαιο».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή