Η Δημοκρατία οδηγείται σε ομηρία

Η Δημοκρατία οδηγείται σε ομηρία

3' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι πολιτικές δημοσκοπήσεις αποτελούν, όπως λέγεται, εργαλείο για τη διαπίστωση της εκλογικής και γενικότερα της πολιτικής συμπεριφοράς των πολιτών και των τάσεων της κοινής γνώμης σε σχέση με σημαντικά γεγονότα και καταστάσεις της δημόσιας ζωής. Είναι προφανής η χρησιμότητα των δημοσκοπήσεων, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, για τη χάραξη της στρατηγικής και τη διαμόρφωση της τακτικής, κυρίως, των κομμάτων.

Η επιρροή, ωστόσο, που μπορεί να ασκήσει στους ψηφοφόρους, ανεξαρτήτως της εγκυρότητάς της, μια δημοσκόπηση, όταν μάλιστα η εκλογική αναμέτρηση κρίνεται οριακά, έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη έντονου προβληματισμού σχετικά με τους κανόνες που πρέπει να διέπουν τη χρήση και, κυρίως, τη δημοσιοποίηση των «προϊόντων» του συγκεκριμένου πολιτικού «εργαλείου» κατά την προεκλογική περίοδο. Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες έχει νομοθετηθεί η απαγόρευση της δημοσιοποίησης πολιτικών δημοσκοπήσεων ορισμένες ημέρες πριν από την ημερομηνία διενέργειας των εκλογών. Στην Ελλάδα είναι ένα 15νθήμερο. Το μέτρο αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι ορθό. Δεν αρκεί, όμως, για να αντιμετωπιστούν οι σοβαρές επιπτώσεις, που έχει στη λειτουργία της Δημοκρατίας μας ο τρόπος με τον οποίο οργανώνονται και «αξιοποιούνται» οι περισσότερες -τηλεφωνικές συνήθως- δημοσκοπήσεις. Και τούτο, ασχέτως προς το χρόνο που διεξάγονται ή δημοσιοποιούνται τα αποτελέσματά τους.

Το πρόβλημα αυτό ήταν το θέμα μας σε αρκετές συνεδριάσεις της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Μελετήσαμε το υλικό που συγκέντρωσε η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής για τα ισχύοντα σε πολλές άλλες χώρες. Καλέσαμε σε ακρόαση εκπροσώπους τόσο του Συνδέσμου των Εταιρειών Δημοσκοπήσεων (ΣΕΔΕΑ) όσο και εκπροσώπους της Ενωσης Συντακτών (ΕΣΗΕΑ) και των επιχειρήσεων ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης, και φυσικά τον αρμόδιο υπουργό. Η άποψη που σχηματίσαμε είναι ότι το σχετικό θεσμικό πλαίσιο, ακόμα και όταν δεν παραβιάζεται, όπερ το σύνηθες, επιτρέπει την εκδήλωση πολλών ανεξέλεγκτων και, ενδεχομένως, αδιαφανών πρακτικών από παράγοντες που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα είτε με το «κρατικό χρήμα» είτε με εξωθεσμικά κέντρα οικονομικής, κυρίως, ισχύος. Το φαινόμενο, βέβαια, της αξιοποίησης του «πολιτικού χρήματος» ως μέσου χειραγώγησης της Πολιτικής και των πολιτικών και εμμέσως του λαού δεν είναι, ασφαλώς, αποκλειστικώς ελληνικό.

Οι «ώριμες» δυτικές δημοκρατίες έχουν, προ πολλού, περιέλθει σε μια ιδιότυπη ομηρία. Εμείς, ως συνήθως, ακολουθούμε!

Η επικοινωνιακή πλημμυρίδα των ηλεκτρονικών Μέσων -της τηλεόρασης κυρίως και εσχάτως του Διαδικτύου- συνυπάρχει με την αδυναμία των κυβερνήσεων, όταν δεν αξιοποιούν εγκαίρως τη νωπή λαϊκή εντολή, να επιβάλλουν στον κρίσιμο χώρο της ενημέρωσης κανόνες διαφάνειας και υγιούς ανταγωνισμού. Ανεπαισθήτως διολισθαίνουν από την ανοχή στη συναλλαγή και τελικώς στη χειραγώγησή τους. Ετσι έχουμε οδηγηθεί κατά την τελευταία εικοσαετία στη συγκέντρωση τεράστιας ισχύος -με όρους συχνά ολιγοπωλιακούς ή και μονοπωλιακούς- στα χέρια ελάχιστων «προνομιούχων», επιχειρηματιών, ποικίλων και ρευστών συνήθως ενδιαφερόντων, ακόμη κι αν αυτά κινούνται για ορισμένους εξ αυτών στα όρια της νομιμότητας και των συναλλακτικών ηθών. Μετατράπηκαν έτσι τα ηλεκτρονικά, κυρίως, μέσα σε μοχλούς διαρκούς εκβιασμού του πολιτικού κόσμου και αλλοίωσης των αξιών, του φρονήματος, ακόμη και της πολιτιστικής ταυτότητας του λαού μας.

Είναι γνωστό ότι πέραν των ενημερωτικών, τα «ψυχαγωγικά» και «επιμορφωτικά» προγράμματα διαμορφώνουν τον χαρακτήρα των νέων και επηρεάζουν τη συμπεριφορά ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων, εισάγοντας πρότυπα και αξίες ατομικής και συλλογικής υποβάθμισης. Το ερώτημα, που τίθεται, είναι εάν η δημοσιοποίηση των δημοσκοπήσεων, και μάλιστα των τηλεφωνικών, τις δικαιώνει, όντως, σαν εργαλείο ανάλυσης των τάσεων της κοινωνίας ή έχουν καταστεί ένα ακόμα μέσο μαζί με την επιρροή των ιδιοκτητών ΜΜΕ για την υπαγόρευση της πολιτικής κομμάτων και κυβερνήσεων, ακόμα και μέσο επιβολής προσώπων, μεταξύ των οποίων καλείται ο λαός να κάνει τις επιλογές του.

Οσο περισσότερο τη γνήσια συμμετοχή των πολιτών και την άμεση επαφή του πολιτικού με τον λαό υποκαθιστούν οι «ενδιάμεσοι» και μη θεσμικά ελεγχόμενοι μηχανισμοί που κυριαρχούν στο δημόσιο λόγο, τόσο η ουσία της Δημοκρατίας αποδυναμώνεται και η Πολιτική οδηγείται στην απαξίωση.

Συμπερασματικά, είναι φανερό ότι οι δημοσκοπήσεις, όπως και η τηλεόραση και το Διαδίκτυο, χρησιμοποιούνται σήμερα σε μεγάλο βαθμό ως μέσα χειραγώγησης της κοινής γνώμης. Πρόκειται για τις αρνητικές, μαζί με άλλες, επιπτώσεις της συγκλονιστικής τεχνολογικής επανάστασης, που σημειώνεται στις ημέρες μας προς όφελος του ανθρώπου, αρκεί αυτός να περιοριστεί στους θετικούς καρπούς της. Ευθύνη του πολιτικού κόσμου και της νέας Βουλής και της αυριανής κυβέρνησης είναι να θεσπίσουν τους κανόνες και κυρίως να εμπνεύσουν ξανά στον λαό τις αξίες και τα ιδανικά που θα απελευθερώσουν πραγματικά τη δημιουργική συμμετοχή και την ελεύθερη έκφραση όλων ώστε να αποκατασταθεί η «πληγωμένη» σχέση των πολιτών με την Πολιτική.

Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για τη Δημοκρατία μας.

* Ο κ. Απόστολος Κακλαμάνης είναι πρώην πρόεδρος της Βουλής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή