«Χαμόγελα προκαλούν στη Ρηγίλλης τρεις νέες κρυφές δημοσκοπήσεις που έχουν στα χέρια τους οι επιτελείς της Ν.Δ. λίγα 24ωρα πριν ανοίξουν οι κάλπες». «Βάσει διασταυρωμένων πηγών από χθες στη Χαρ. Τρικούπη το κλίμα απαισιοδοξίας έχει αλλάξει άρδην από δύο νέες έρευνες που εμφανίζουν τις πολιτικές ισοροπίες να έχουν ανατραπεί πλήρως». «Σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους στελέχη του Περισσού επικαλούνται νέα δημοσκοπικά στοιχεία τα οποία, όπως λένε, εμφανίζουν το ποσοστό του ΚΚΕ ακόμη μεγαλύτερο απ αυτό που το προσδιόριζαν οι έρευνες (7%), όταν επιτρεπόταν η δημοσίευσή τους».
Ανάλογες «έγκυρες», «διασταυρωμένες» και κατά τα άλλα απολύτως αντιφατικές δημοσιοσιογραφικές πληροφορίες είναι βέβαιο, δυστυχώς, ότι θα ακούν και θα διαβάζουν από την 1η Σεπτεμβρίου οι Ελληνες ψηφοφόροι. Η απαγόρευση της δημοσιοποίησης κάθε δημοσκόπησης 15 ημέρες προ των εκλογών -απαγόρευση που σημειωτέον έχει καταργηθεί στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της Ε.Ε.- θα έχει σαν συνέπεια να αναπτυχθούν και πάλι οι γνωστές φημολογίες δοκιμάζοντας την αξιοπιστία όχι μόνον εκείνων που είναι βέβαιο ότι θα τις διασπείρουν, αλλά και των δημοσιογράφων που τυχόν θα τις αναπαράγουμε
Στις επικείμενες ωστόσο εκλογές είναι πιθανό να έχουμε και άλλα τραγελαφικά φαινόμενα. Στον επίμαχο νόμο που κατέθεσε προσφάτως η κυβέρνηση -και υπενθυμίζεται ότι βρήκε σύμφωνη σύσσωμη την αντιπολίτευση- οι ειδικοί όχι μόνον διαπιστώνουν κενά, αλλά εντοπίζουν σειρά αντιφάσεων που, όπως υποστηρίζουν, στην πράξη θα τον ακυρώσουν.
Ο νόμος, ως γνωστόν, το τελευταίο 15ήμερο προ των εκλογών απαγορεύει στα ελληνικά ΜΜΕ τη δημοσίευση των δημοσκοπήσεων, αλλά όχι και τη διενέργειά τους από τις εταιρείες που τις διεξάγουν. Τούτο όμως στην πράξη σημαίνει ότι μια κυπριακή, για παράδειγμα, εφημερίδα μπορεί κάλλιστα να δημοσιεύσει μια τέτοια έρευνα, την οποία μάλιστα θα μπορούσε να παραγγείλει ένα ελληνικό έντυπο ή κανάλι, προτρέποντας τους αναγνώστες και τους τηλεθεατές τους να μπουν στην ιστοσελίδα του κυπριακού εντύπου και να ενημερωθούν.
Ακόμη πιο εύκολα και νομικώς ανώδυνα κάθε ελληνικό ΜΜΕ μπορεί και μετά την 1η Σεπτεμβρίου να παραπέμψει το κοινό του σε μια αγνώστου ταυτότητας, αξιοπιστίας και προελεύσεως ιστοσελίδα στο Διαδίκτυο η οποία ουδόλως, βέβαια, απαγορεύεται να δημοσιεύει ακόμη και καθημερινά τις διακυμάνσεις της πρόθεσης ψήφου στην Ελλάδα, αν έχει την έδρα της μια οποιαδήποτε χώρα του εξωτερικού. Σημειώνεται δε ότι ακόμη και αν επέμβουν, σε μια τέτοια περίπτωση, οι ελληνικές αρχές είναι τεχνολογικώς δύσκολο -αν όχι αδύνατο- να εντοπισθεί ο «δράστης», πόσω μάλλον να τεκμηριωθεί κατηγορία εναντίον του, αν ο διωκόμενος ισχυρισθεί ότι η δημοσκόπηση διενεργείται τηλεφωνικά από μια ξένη εταιρεία με έδρα εκτός Ελλάδος.
Κενό θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι αφήνει ο νόμος ακόμη και για το ενδεχόμενο μια δημοσκόπιση να εμφανισθεί όχι ως επιστημονική έρευνα, αλλά ως προϊόν δημοσιογραφικής εργασίας. Οπως χαριτωμένα το περιέγραψε στην «Κ» ο γνωστός επικοινωνιολόγος κ. Κ. Παναγόπουλος (ALCO) «θα μπορούσε κάλλιστα ένα κανάλι να προβάλει ένα ρεπορτάζ στο οποίο αντί να ρωτάει 15 λουόμενους ποια καλλονή της πλαζ προτιμά, να ισχυρισθεί ότι οι ρεπόρτερ του απηύθυναν ερώτηση σε εκατοντάδες πολίτες για το ποιο κόμμα θα ψηφίσουν και να ανακοινώσουν το αποτέλεσμα εν είδει δημοσιογραφικών εκτιμήσεων»
Αν το παράδειγμα αυτό ηχεί ακραίο, ακόμη πιο παράδοξο ακούγεται το άρθρο του νόμου που προβλέπει τις κυρώσεις σε όσους εκτιμηθεί ότι τον παραβιάζουν. «Οι παραβάτες των διατάξεων τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών, η οποία δεν είναι δεκτική μετατροπής ή αναστολής και χρηματική ποινή από 30.000 ευρώ έως 300.000 ευρώ» σύμφωνα με το αρθρο 7 του νόμου. Σημειωτέον δε ότι από άλλο εδάφιο συνάγεται ότι αν στα ελληνικά ΜΜΕ δημοσιευθεί οποιαδήποτε έρευνα την επίμαχη περίοδο προ των εκλογών, δεν τιμωρείται μόνον ο διευθυντής του Μέσου Ενημέρωσης που το αποτόλμησε, αλλά και ο επικεφαλής της εταιρείας που διεξήγαγε την έρευνα! Ασχέτως, βέβαια, αν ο τελευταίος ουδόλως μπορεί να ελέγξει τι θα απογίνει το προϊόν της εργασίας του μετά την παράδοσή του σε εκείνον που παρήγγειλε την έρευνα. «Είναι σαν να ασκείται δίωξη σε μια αντιπροσωπεία αυτοκινήτων επειδή ένας πελάτης της κυκλοφόρησε το νέο του Ι.Χ στο κέντρο της Αθήνας χωρίς πινακίδες» ήταν το άκρως καυστικό σχόλιο για τη σχετική «πρόνοια» του νόμου από τον γνωστό επικοινωνιολόγο Γ. Σεφερτζή.
Για όλους αυτούς τους λόγους και πολλούς άλλους που βασίζονται στην ξένη εμπειρία, οι ειδικοί προτρέπουν όχι μόνον την κυβέρνηση, αλλά και την αντιπολίτευση να ξανασκεφτούν μετά την 16η Σεπτεμβρίου τη σχετική απαγόρευση. Διότι, όπως χαρακτηριστικά τονίζουν, στην εποχή του Διαδικτύου και της ανεξέλεγκτης συχνά πληροφορίας μέσω ανώνυμων ιντερνετικών πηγών, ο νόμος είναι σαν να δημιουργήθηκε για να αποφέρει ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα, από αυτά που υποτίθεται ότι επιχειρεί να προλάβει.