Η δυναμική των δύο μονομάχων

Η δυναμική των δύο μονομάχων

5' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παρά τη συμφωνία που επετεύχθη στο Πολιτικό Συμβούλιο για τον τρόπο εκλογής προέδρου, ο δρόμος προς την ψηφοφορία μόνο σπαρμένος με άνθη δεν είναι. Το επεισόδιο στη σύνοδο της κοινοβουλευτικής ομάδας και ορισμένα σημεία της ομιλίας του δημιουργούν εύλογη ανησυχία για τις προθέσεις του Γ. Παπανδρέου. Το φάντασμα της διάσπασης πλανάται από τη νύχτα των εκλογών στον ουρανό του ΠΑΣΟΚ. Η πόλωση μεταξύ των δύο δεν περιορίζεται στο κόμμα. Εχει επεκταθεί σ’ ένα βαθμό και στην εκλογική βάση. Το κρίσιμο ζήτημα είναι να τηρηθούν ευλαβικά οι διαδικασίες και να πάει το ΠΑΣΟΚ ομαλά στην ψηφοφορία. Ορισμένα τεχνικού χαρακτήρα, αλλά από πολιτικής απόψεως κρίσιμα ζητήματα παραμένουν ανοικτά. Αυτά μπορούν να διευθετηθούν χωρίς δυσκολία εάν υπάρχει η βούληση από τους πρωταγωνιστές. Μπορούν, όμως, να λειτουργήσουν και ως αφορμή για ρήξη, εάν αυτό επιδιώξει κυρίως η πλευρά του Γ. Παπανδρέου, που έχει το πλεονέκτημα ότι κατέχει την κομματική εξουσία. Ακόμα και στην περίπτωση αυτή, όμως, το ένστικτο αυτοσυντήρησης της παράταξης καθιστά πολύ δύσκολο μια τέτοια ρήξη να μετεξελιχθεί σε κάθετη διάσπαση.

Η πρόθεση Σκανδαλίδη

Το διχαστικό κλίμα, όμως, αποτελεί έτσι κι αλλιώς μία αρνητική υποθήκη και για την επόμενη ημέρα και γι’ αυτή καθ’ αυτή την αναμέτρηση. Οχι μόνο επειδή προκαλεί εμφύλια πάθη, αλλά και επειδή εκτοπίζει την πολιτική από κατ’ εξοχήν πολιτικές διαδικασίες. Ο Κ. Σκανδαλίδης δήλωσε στην «Κ» ότι η πραγματικότητα αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να διεκδικήσει την προεδρία. Η υποψηφιότητά του υπεβλήθη για να πολιτικοποιήσει τη διαδικασία εκλογής προέδρου και κατ’ αυτόν τον τρόπο να αποφορτίσει το κλίμα πόλωσης. Με αυτή την έννοια, ο ίδιος θεωρεί ότι συμβάλλει στην ενότητα και στον πολιτικό πολιτισμό της παράταξης, ανεξαρτήτως του ποσοστού που θα αποσπάσει. Το ενδεχόμενο να εμφανισθεί και τέταρτος διεκδικητής δεν μπορεί να αποκλεισθεί, αλλά οι πιθανότητες είναι λίγες.

Ο Κ. Σκανδαλίδης εμφανίσθηκε ως πολιτικός επίγονος του Α. Παπανδρέου, εκφραστής μιας αριστερής εκδοχής για το ΠΑΣΟΚ και υποστηρικτής της προοπτικής συνεργασίας με τον Συνασπισμό. Επιχειρεί να εκφράσει ένα μεγάλο αριθμό στελεχών, μελών και φίλων, που θεωρούν ότι ο Γ. Παπανδρέου πρέπει να απομακρυνθεί από την προεδρία, αλλά δεν θεωρούν ότι ο Ευ. Βενιζέλος είναι κατάλληλος να τον διαδεχθεί. Δεν είναι τόσο ότι αμφισβητούν τα ηγετικά του προσόντα. Διατυπώνουν επιφυλάξεις για την προσωπικότητά του και κυρίως τους έχει απωθήσει το γεγονός ότι έχει ταυτισθεί με τον σημιτισμό.

Η υποψηφιότητα Σκανδαλίδη είναι ακραιφνώς ΠΑΣΟΚική και συμπαθής. Ως τέτοια και επειδή θεωρείται μάλλον αουτσάιντερ παρά φαβορί, μπορεί να προσελκύσει όσους στον πρώτο γύρο θελήσουν να ψηφίσουν αντιπολωτικά για να αποτρέψουν τον ορατό κίνδυνο ο νέος πρόεδρος να λειτουργήσει και πάλι σαν μονάρχης.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η νέα υποψηφιότητα διαφοροποιεί το εσωκομματικό σκηνικό. Μετασχηματιζόμενη η «τρίτη κατάσταση» σε τρίτο πόλο, πιέζει εξ αντικειμένου τους άλλους δύο να τηρήσουν τους κανόνες στον δρόμο προς την ψηφοφορία. Εκτός αυτού, όμως, τους υποχρεώνει να πουν τι ΠΑΣΟΚ θέλουν και να αναλάβουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις. Πρώτον, για τη φυσιογνωμία του. Δεύτερον, για το πλαίσιο άσκησης της κομματικής εξουσίας και ευρύτερα για τον τρόπο λειτουργίας του.

Σε ό,τι αφορά τον συσχετισμό δυνάμεων, η υποψηφιότητα Σκανδαλίδη θα δώσει διέξοδο κυρίως σε όσους μέχρι τώρα ωθούνταν στη μία ή την άλλη όχθη με κριτήριο όχι τη θετική γνώμη, αλλά την απόρριψη της άλλης πλευράς. Ως εκ τούτου, μάλλον θα βλάψει περισσότερο τον Γ. Παπανδρέου και λιγότερο τον Ευ. Βενιζέλο.

Ο πρώτος έχει το καταλυτικό μειονέκτημα ότι υπό την ηγεσία του το ΠΑΣΟΚ σημείωσε αρνητικό εκλογικό ρεκόρ. Είναι γεγονός ότι η ήττα της 16ης Σεπτεμβρίου αποτελεί προέκταση της στρατηγικής ήττας του 2004. Αυτό, όμως, δεν αποτελεί πολιτικό ελαφρυντικό, αφού δεν έκανε ουσιαστικά τίποτα για την πολιτική ανάκαμψη του Κινήματος. Αντιθέτως, όπως απέδειξε η κάλπη, με τις επιλογές του συνέβαλε στην περαιτέρω αποδόμησή του.

Τον σημερινό πρόεδρο κρατάνε μέσα στο παιχνίδι δύο παράγοντες: Ο πρώτος είναι το κομμάτι της παραδοσιακής εκλογικής βάσης (κυρίως από λαϊκά στρώματα με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο), που θα ψηφίσει τον Γιώργο όχι γι’ αυτό που είναι, αλλά επειδή είναι ο υιός του Ανδρέα και εκπρόσωπος της πολιτικής «δυναστείας» των Παπανδρέου. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η κατηγορία στελεχών, μελών και φίλων με ανδρεοπαπανδρεϊκές καταβολές, που τον θεωρεί ανάχωμα στην προσπάθεια του σημιτισμού να ανακτήσει τον έλεγχο του ΠΑΣΟΚ με όχημα την υποψηφιότητα Βενιζέλου. Σ’ αυτή τη δεύτερη κατηγορία, η υποψηφιότητα Σκανδαλίδη προσφέρει μια διέξοδο.

Σε αντίθεση με τον Γ. Παπανδρέου, ο εκ Θεσσαλονίκης διεκδικητής του «θρόνου» ασκεί κατά κανόνα πρωτογενή πολιτική επιρροή. Το υπέρ του ρεύμα τροφοδοτείται κυρίως από τη διάχυτη εντύπωση ότι λόγω των ηγετικών του προσόντων και της ρητορικής του δεινότητας είναι σε θέση να αντιμετωπίσει νικηφόρα τον Κ. Καραμανλή και να επαναφέρει το ΠΑΣΟΚ στον παράδεισο της εξουσίας. Υπάρχουν, βεβαίως, και εκείνοι που δεν τον συμπαθούν, αλλά στρέφονται υποχρεωτικά προς την πλευρά του, επειδή θεωρούν τον Γ. Παπανδρέου τελειωμένο πολιτικά. Η υποψηφιότητα Σκανδαλίδη προσφέρει και γι’ αυτήν την κατηγορία μια διέξοδο.

Λάθος άνθρωποι

Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι ότι επικεφαλής των δύο μεγάλων στρατοπέδων βρίσκονται λάθος άνθρωποι! Ο Γ. Παπανδρέου ηγείται των τμημάτων του ΠΑΣΟΚ, με τα οποία έχει από ελάχιστη έως μηδενική ιδεολογικοπολιτική συγγένεια. Εάν κάποιου είναι πολιτικός επίγονος, είναι του Κ. Σημίτη και όχι του πατέρα του. Οι εξελίξεις, όμως, έφεραν έτσι τα πράγματα, που τον κομματικό του «θρόνο» τον υπερασπίζονται τα «πασοκάκια», όπως θα έλεγε και η μητέρα του. Ολοι εκείνοι, δηλαδή, που ο ίδιος θεωρεί τουλάχιστον παρωχημένους.

Κάτι παρεμφερές συμβαίνει και στην άλλη όχθη. Ο Ευ. Βενιζέλος είναι περισσότερο πολιτικός επίγονος του Α. Παπανδρέου παρά του Κ. Σημίτη. Επιζήτησε τον σφικτό εναγκαλισμό του τέως πρωθυπουργού και της ομάδας του για να εξασφαλίσει ένα ισχυρό έρεισμα εν όψει της μάχης για την ηγεσία. Υπενθυμίζουμε ότι στην αναμέτρηση του 1996 δεν είχε ψηφίσει τον σημερινό σύμμαχό του. Αντιθέτως, ο Γ. Παπανδρέου είχε ψηφίσει Σημίτη, πηγαίνοντας κόντρα σε όλους τους υποστηρικτές του πατέρα του.

Ο Ευ. Βενιζέλος συνειδητοποίησε με καθυστέρηση ότι η ταύτισή του με τον σημιτισμό διευκολύνει τον αντίπαλό του και κάνει στον ίδιο ζημιά. Είναι, όμως, εγκλωβισμένος. Το μόνο που θα κάνει το επόμενο διάστημα είναι να εμπλουτίσει τον δημόσιο λόγο του με αναφορές στην πολιτική κληρονομιά του Α. Παπανδρέου και στη σχέση, που ο ίδιος είχε μαζί του κατά τη διάρκεια της δίκης και στη συνέχεια ως βασικός συνεργάτης του στην κυβέρνηση. Επίσης, θα δώσει έμφαση στο κοινωνικό και στο πατριωτικό πρόσωπο του ΠΑΣΟΚ, ώστε να εξισορροπήσει την εντύπωση ότι είναι υποψήφιος των σημιτικών.

Τέτοιου είδους παράδοξα δεν είναι πρωτόγνωρα στην ιστορία. Η πολιτική, άλλωστε, δεν είναι μόνο μία αντιπαράθεση ιδεών και προγραμμάτων. Είναι ταυτοχρόνως και ένα αδυσώπητο παιχνίδι εξουσίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή