«Οποιον αντίπαλο κι αν έχει η Μαριέττα, πίσω δεν κάνει»

«Οποιον αντίπαλο κι αν έχει η Μαριέττα, πίσω δεν κάνει»

5' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις φωτογραφίες του ’70, το μούσι του Θ. Κασσίμη δεν έχει ακόμη ξασπρίσει, κι οι μπούκλες δεν αφήνουν τα αυτιά του Β. Πολύδωρα να τα απαθανατίσει ο φακός. Οσο για τον πρόεδρο της νεοσύστατης τότε ΟΝΝΕΔ, τον Αν. Παπαληγούρα με το καταδρομικό «κρου κατ» … αυτός θα ήταν ο πιο αδύνατος της παρέας, αν δεν καθόταν δίπλα του η Μαριέττα Γιαννάκου, με τη χωρίστρα α λα Λιζ Τέιλορ να διεκδικεί επί ίσοις όροις το βραβείο κατηγορίας φτερού. Είναι η εποχή που η δεκαετία του ’70 φεύγει κι η ΟΝΝΕΔ έρχεται. Μαζί της, εμφανίζεται στο γαλάζιο προσκήνιο η δεσποινίς Γιαννάκου, η νεαρή φοιτήτρια της Ιατρικής Αθηνών, για την οποία ένα είχαν να πουν οι συμφοιτητές της: «Οποιον αντίπαλο κι αν έχει, η Μαριέττα πίσω δεν κάνει».

Κάτι γνώριζαν ο συμφοιτητές – ακόμη και μπρος στον Παναγιώτη Γιαννάκο, τον πατέρα της, η Μαριέττα πίσω δεν έκανε. Πολύ καιρό πριν, στο Γεράκι Λακωνίας, ο κ. Γιαννάκος ήταν ένας πράος άνθρωπος – όταν βέβαια η μεγάλη του κόρη δεν δοκίμαζε τις αντοχές του. Ακόμη και τώρα στο χωριό θυμούνται πώς ένα πρωί είδαν τη μετέπειτα υπουργό Παιδείας να τρέχει μπρος, και πίσω ο πατέρας της μ’ ένα ψαλίδι, φωνάζοντας «Αμα σε πιάσω θα σου κόψω τη γλώσσα!». Νωρίτερα, βλέπετε, την είχε συλλάβει να διδάσκει τα έτερα μέλη της μικρής παιδικής της συμμορίας τι σημαίνουν οι «απαγορευμένες» λέξεις που χρησιμοποιούν οι μεγάλοι στα καφενεία! Επρόκειτο περί της ιδίας συμμορίας την οποία η μέλλουσα υπουργός είχε μετουσιώσει σε τοπική ομάδα ποδοσφαίρου, εξ ου και τα άλλα κοριτσάκια του χωριού έκπληκτα την παρακολουθούσαν να κυνηγάει την μπάλα φορώντας παντελόνια.

Τα ωραία τέλειωσαν νωρίς

Δεν επρόκειτο ακριβώς για το πιο ήσυχο παιδί του κόσμου. Ακόμη και στις αταξίες της είχε αντίλογο: «Θα πάω στη θεία και θα μείνω 100 μέρες!», έλεγε κι αυτό έπιανε, γιατί ο πατέρας της της είχε τεράστια αδυναμία. Στα 6 της χρόνια, μια φορά που η μικρή όντως πήγε στη θεία της, εκείνος έσπευσε πριν από τη 12η βραδινή να τη φέρει πίσω. «Εγώ δεν μπορώ να κοιμηθώ χωρίς εσένα στο σπίτι, κι εσένα δεν σε νοιάζει καθόλου», της είπε. Ηταν ο άνθρωπος που έθεσε βέτο στο «Μαριορή» το όνομα της γιαγιάς της, όταν εκείνη επέμενε να φωνάζουν το κοριτσάκι έτσι, και που αργότερα της έφερνε στο σπίτι 5 εφημερίδες τη μέρα να διαβάζει, κι έπαιζε ώρες σκάκι μαζί της. Ομως, όλα τα ωραία πράγματα έχουν ένα τέλος, κι αυτό η μικρή Μαριέττα θα το μάθαινε πολύ νωρίς. Στα 11 της ο πατέρας της πέθανε από ανακοπή. Υπήρχε όμως η μάνα της, η κυρά Ζωή, η γυναίκα που, όπως λέει ο δάσκαλός της Μαριέττας, ο Λ. Βουρβουριώτης, «δεν σήκωσε ποτέ λευκή σημαία στη ζωή της». Κι αυτό προφανώς, είναι γνώρισμα κληρονομικό. Η Μαριέττα από τότε διάβαζε ακατάπαυστα γιατί και η μητέρα της ήταν δασκάλα στο σχολείο, και καθόλου δεν της άρεσε η φημολογία περί χαριστικών εικοσαριών. Στις φωτογραφίες της εποχής δύναται κανείς να δει τη μικρή Μαριέττα περήφανη σημαιοφόρο, και κάτω απ’ τα γραπτά της να αναγνώσει το «Εκθεσάρα!» του κ. Βουρβουριώτη.

Είναι βέβαιον πως όταν πια η Μαριέττα Γιαννάκου έφευγε πρώτη φορά για την Ευρωβουλή θυμόταν αυτό που έλεγε ο πατέρας της: «Εσύ θα γίνεις τουλάχιστον διπλωμάτης!». Μόνο που αργότερα, γυρίζοντας στην ημεδαπή, πολύ θα ήθελε να ξεχάσει αυτό που έλεγε η μητέρα της, ότι δηλαδή «ο συμμαθητής σου ο τάδε, έγινε τακτικός καθηγητής και εσύ τα παράτησες». Βλέπετε, η κυρα Ζωή ονειρευόταν ακαδημαϊκή καριέρα για την κόρη της, εξ ου και αυτό που διηγείται η κυρία Γιαννάκου: «Οταν μου είπε ο Πρωθυπουργός «πας στο Υπουργείο Παιδείας», η μητέρα μου ήταν η πρώτη που πήρα τηλέφωνο. Και θυμάμαι που έβαλε τα κλάματα».

Ως υπουργός, το μόνο που κράτησε η Μαριέττα Γιαννάκου απ’ τη θητεία της στο Ευρωκοινοβούλιο ήταν το ακριβό, ενίοτε και εκκεντρικό ντύσιμο, που την κατέστησε αγαπημένο στόχο των φωτογράφων. «Μα είναι δυνατόν να ασχολούνται με την τσάντα που κρατάω;», την άκουγαν τα πρωινά οι συνεργάτες της να μονολογεί μετά την παραδοσιακή ανάγνωση των πέντε εφημερίδων. Κατά τα λοιπά, η υπουργός Παιδείας συνέχισε να μένει στα Θυμαράκια των Κάτω Πατησίων και τα μεσημέρια της Κυριακής να μαγειρεύει για την κόρη της τη σπεσιαλιτέ της: ριζότο με κόκκινο πιπέρι. Η οποία κόρη, παρεμπιπτόντως, έχει μάλλον κληρονομήσει το μαχητικό DNA της οικογένειας. Μια μέρα που μια ορδή φοιτητών καθύβριζε τηλεοπτικώς την υπουργό Παιδείας, η κυρία Γιαννάκου συνέλαβε το 15χρονο τέκνο της να μονολογεί μπρος στην οθόνη «να μου έλεγες εμένα αυτά που λες για τη μαμά μου, και θα σου ‘δειχνα εγώ!». Πλην, αντί της μικρής, ήταν η μητέρα που πολλάκις ευρέθη μπρος στο πλήθος των βλασφημούντων φοιτητών. Η πιο αξιομνημόνευτη συνάντηση, ήταν όταν η κυρία Γιαννάκου πήγε σινεμά στο «Εμπασσυ» να δει τον «Καθοδηγητή», πλην εις κινηματογραφόφιλος καταληψίας είδε εκείνη μεσ’ το ημίφως της ταινίας. Ως ήτο φυσικό, ο νεαρός ειδοποίησε το τσούρμο των φίλων του, το οποίο και πρόλαβε να πλημμυρίσει την Πατριάρχου Ιωακείμ προτού το σελιλόιντ τυλιχθεί ξανά στη μπομπίνα. Η υπουργός βγαίνοντας άκουσε για πρώτη φορά σε νυχτερινό ντεκόρ το σουξέ των συλλαλητηρίων «Μαριέττα και Κωστάκη τα έχετε χαμένα – ξυπνάει ο εφιάλτης του ’91» … ο οποίος τελικώς ζωντάνεψε πέρυσι, στις βουλευτικές εκλογές. Με το που ξημέρωσε η 17η Νοεμβρίου, το τασάκι Hermes στο γραφείο υπουργού του 8ου ορόφου της Μητροπόλεως έμεινε ορφανό – οι κλητήρες χαριτολογώντας έλεγαν πως «για να βρεθεί άλλη καπνίστρια σαν τη Μαριέττα πρέπει να βγει το ΚΚΕ κυβέρνηση και να μας αναλάβει η Λιάνα Κανέλλη», η οποία, σημειωτέον είναι επίσης απ’ το Γεράκι Λακωνίας, κι αυτό κάτι λέει για τις γυναίκες του χωριού.

Ο πληγωμένος εαυτός…

Κι ενώ όλοι πίστευαν πως μετά τις εκλογές η κυρία Γιαννάκου πέρασε τις πιο δύσκολες μέρες της, ήρθε η περιπέτεια της υγείας της να τ’ αλλάξει όλα. Δεν είναι η πρώτη φορά που εκδηλώθηκε το πρόβλημα. Παλαιότερα, όταν οι φοιτητές με τα πανό την αναζητούσαν στη Μητροπόλεως εκείνη ήταν πάλι στο νοσοκομείο – τότε οι γιατροί απέφυγαν τελευταία στιγμή τον ακρωτηριασμό του χεριού της. Αυτή τη φορά, όμως, τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα. Οσοι την έχουν δει τις τελευταίες μέρες λένε πως είναι εξαιρετικά επώδυνο αυτό που περνάει. Ομως πέρα απ’ τις φωτογραφίες με τα Gucci και τις Louis Vuitton, ας μην ξεχνάμε πως πρόκειται για τη γυναίκα που ενσυνείδητα ανέλαβε το τεράστιο πολιτικό κόστος της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, και παρότι τελικώς έμεινε εκτός Βουλής, δεν έπαψε να υπερασπίζεται τις θέσεις της. Οπότε, αντί θλιβερών επιλόγων, καλά είναι να θυμάται κανείς εκείνο το παλιό «όποιον αντίπαλο κι αν έχει η Μαριέττα πίσω δεν κάνει». Ισχύει ακόμη και τώρα που ο αντίπαλος είναι ο δυσκολότερος όλων: ο πληγωμένος εαυτός της.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή