Το ΠΑΣΟΚ παραπαίει χωρίς πυξίδα

Το ΠΑΣΟΚ παραπαίει χωρίς πυξίδα

5' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι δημοσκοπήσεις δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης: το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σχεδόν σε ελεύθερη πτώση και μάλιστα σε μια συγκυρία, που η Ν.Δ., ως κυβερνών κόμμα, χάνει συνεχώς έδαφος. Το κρίσιμο δεν είναι ο βαθμός εκλογικής συρρίκνωσης, αλλά το γεγονός πως το Κίνημα απαξιώνεται πολιτικά με ταχύ ρυθμό. Κι αυτό δεν οφείλεται στην υπαρκτή κρίση της σοσιαλδημοκρατίας. Εχει ιθαγενή χαρακτηριστικά.

Ούτως εχόντων των πραγμάτων ανέμενε κανείς ότι ο Γ. Παπανδρέου θα άρχιζε την ομιλία του με το προφανές: «σύντροφοι έχουμε σοβαρό πρόβλημα» και θα συνέχιζε με την κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων για να τεθεί το ΠΑΣΟΚ σε τροχιά πολιτικής ανάταξης. Η εναρκτήρια ομιλία του, ήταν σ’ άλλο μήκος κύματος: ανώφελες ενέσεις αβάσιμης αισιοδοξίας, συναισθηματικές κορώνες κομματικού πατριωτισμού, ανώδυνες, σχεδόν φιλολογικές, αναφορές σε υπαρκτά μεγάλα ζητήματα και βεβαίως αντιπολιτευτικές καταγγελίες. Για την ταμπακιέρα λίγα και προσχηματικά. Από μία άποψη, το στάδιο Τάε Κβον Ντο θύμισε το σαλόνι του Τιτανικού λίγο μετά την πρόσκρουση και λίγο πριν από τη βύθιση.

Το ΠΑΣΟΚ έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία στον Γ. Παπανδρέου, αλλά στο εκλογικό σώμα κλιμακώνεται η τάση απόρριψής του. Μετά την υποχώρηση του Ευ. Βενιζέλου στο ζήτημα της ίδρυσης του περιβόητου ομίλου, το αφεντικό της Χαριλάου Τρικούπη έχασε ένα πολύτιμο πρόσχημα. Ξέμεινε από «βαρβάρους». Η παλιά και δοκιμασμένη συνταγή του «εσωτερικού εχθρού» αχρηστεύθηκε.

Στην πραγματικότητα, η υποχώρηση του Ευ. Βενιζέλου από το προσκήνιο καθάρισε την εικόνα. Ο Γ. Παπανδρέου έχει εισέλθει σε τροχιά πολιτικής αυτοκαταστροφής, με την έννοια ότι καταδεικνύεται καθημερινά πως αποτελεί μειονέκτημα και όχι πλεονέκτημα για το ΠΑΣΟΚ. Θα ήταν άδικο, όμως, να αποδώσουμε τη σχεδόν καταλυτική κρίση των «πρασίνων» αποκλειστικά και μόνο στην κεφαλή.

Η ευθύνη του αρχηγού

Το Κίνημα πάσχει πολιτικά εδώ και χρόνια. Ειδικά στα αρχηγικά κόμματα, όμως, ο λογαριασμός και για τη νίκη και για την ήττα και για το καλό και για το κακό πάει στον αρχηγό. Αυτός έχει την κύρια ευθύνη, που η αξιωματική αντιπολίτευση δεν γύρισε εγκαίρως και πλήρως σελίδα και συνέχισε να απολογείται για το σημιτικό παρελθόν της, που δεν επεξεργάσθηκε ένα εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο και που δεν πραγματοποίησε ανανέωση στελεχών με κριτήρια την ηθική υπόσταση και την πολιτική αποτελεσματικότητα.

Από την πλευρά του ο Ευ. Βενιζέλος έχασε αυτές τις ημέρες τη μοναδική ευκαιρία να αποδείξει μέσα από μια κατ’ εξοχήν κομματική διαδικασία ότι εκτός από τη φιλοδοξία να γίνει «χαλίφης στη θέση του χαλίφη» έχει και τη βούληση και την ικανότητα να ανατάξει πολιτικά το ΠΑΣΟΚ. Από την ομιλία του, βεβαίως, δεν έλειψαν οι διαπιστώσεις για την κρίση. Ελειψε, όμως, το σχέδιο για την υπέρβασή της. Στην πραγματικότητα, το Κίνημα παραπαίει χωρίς πυξίδα. Από την πλευρά του, ο Γ. Παπανδρέου προσπαθεί απεγνωσμένα να κρατηθεί στη αρχηγική καρέκλα, αδιαφορώντας ουσιαστικά για τις συνέπειες. Μεγαλύτερη ευθύνη, όμως, φέρουν οι «βαρώνοι», που δεν θέτουν θέμα. Η αιτία είναι διπλή: πρώτον, είναι και οι ίδιοι πολιτικά αφυδατωμένοι. Δεύτερον, κυριαρχούνται από τις προσωπικές στρατηγικές τους και κινούνται με καιροσκοπικά κριτήρια.

Στο επίπεδο του κομματικού ακροατηρίου, είναι ορατή η τάση του να κουρνιάσει στη θαλπωρή της ψευδαίσθησης, που προσφέρει το αυτοντοπάρισμα. Επιβεβαιώνει, όμως, ότι το ένστικτο αυτοσυντήρησης της παράταξης παραμένει ανενεργό, παρ’ ότι όλα δείχνουν ότι βαδίζει ολοταχώς στον γκρεμό.

Αδυναμία αντίδρασης

Δεν πρόκειται ακριβώς για απώλεια επαφής με την πραγματικότητα. Πρόκειται κυρίως για αδυναμία αντίδρασης. Αλλά κι αυτό είναι σημάδι ότι έχει αρχίσει να ισχύει το «μωραίνει κύριος ον βούλεται απολέσαι». Δεν είναι τυχαίο ότι κανένας σύνεδρος δεν τόλμησε (τουλάχιστον μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές) να θέσει θέμα ηγεσίας.

Το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται να μην έχει εφεδρείες ούτε σε ιδέες ούτε σε πρόσωπα. Ακόμα και στελέχη, που διαθέτουν πολιτικές ικανότητες και που κρατήθηκαν μακριά από τη διαφθορά και τη διαπλοκή, συμπαρασύρονται από το κλίμα γενικευμένης απαξίωσης. Στο επίπεδο της νεώτερων στελεχών η κατάσταση είναι μάλλον απογοητευτική. Δεν είναι προϊόντα κοινωνικών κινημάτων. Είναι μικρογραφειοκράτες, που διαμορφώθηκαν σε μεγάλο βαθμό σύμφωνα με το κυρίαρχο μοντέλο του παραγοντισμού, του ωφελιμισμού και της διεκδίκησης αξιωμάτων.

Ανταγωνιστική σχέση με Κουμουνδούρου

Και μόνο το γεγονός ότι η είδηση του συνεδρίου ήταν ο Αλ. Τσίπρας αποδεικνύει πολλά. Η σημειολογία παραπέμπει σ’ έναν μεγάλο ασθενή, που όχι μόνο δεν αντιστέκεται, αλλά σχεδόν παραδίδεται πολιτικά στο μικρό, αλλά νέο, δυναμικό και διεκδικητικό υποψήφιο εταίρο.

Ο Αλ. Τσίπρας δεν έχει να επιδείξει ηγετικές ικανότητες αλλά, λόγω ηλικίας, δεν κουβαλάει πολιτικές αμαρτίες. Σε μια περίοδο, που το κατεστημένο πολιτικό προσωπικό βουλιάζει περισσότερο ή λιγότερο στην ανυποληψία, το γεγονός αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Και βεβαίως είναι ένδειξη της απόγνωσης του εκλογικού σώματος, λόγω της έλλειψης αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης.

Η πρωτοβουλία Αλαβάνου δεν ήταν συνηθισμένη. Οταν ακόμα και οι ηττημένοι πολιτικοί αρχηγοί αγκιστρώνονται στην καρέκλα τους, η εθελοντική παραχώρηση της ηγεσίας σ’ ένα νέο έχει ξεχωριστό συμβολισμό. Προσελκύει το ενδιαφέρον και τροφοδοτεί την ελπίδα της κοινής γνώμης.

Μεγάλη ευκαιρία

Το Κίνημα, όμως, δεν βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση λόγω Τσίπρα. Συμβαίνει ακριβώς το αντίστροφο. Η δική του κρίση φουσκώνει εκλογικά τον Συνασπισμό και μετατρέπει το νέο πρόεδρό του σε σημείο αναφοράς. Τα όμορα αυτά κόμματα βρίσκονται -ειδικά σήμερα- σε ανταγωνιστική σχέση. Στην Κουμουνδούρου έχουν επίγνωση ότι η πολιτική απαξίωση του Κινήματος είναι η δική τους μεγάλη ευκαιρία, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το προνομιακό δοχείο για την «πράσινη» ψήφο διαμαρτυρίας.

Οι αναφορές στην ύπαρξη κεντροαριστερής πλειοψηφίας είναι πολιτικά αβαθείς. Το ίδιο και η φιλολογία για πιθανή κυβερνητική συνεργασία. Οχι μόνο, λόγω της ανταγωνιστικής σχέσης, αλλά και επειδή ο Συνασπισμός αυξάνει το ποσοστό του, λειτουργώντας ως κόμμα διαμαρτυρίας. Αυτό ήταν το βαθύτερο νόημα της δήλωσης Τσίπρα ότι στόχος του είναι η ανατροπή κι όχι η διαχείριση, καθώς και η πρόκλησή του προς το ΠΑΣΟΚ να διαλέξει στρατόπεδο.

Η ηγεσία των «πρασίνων» αντιμετωπίζει τον Συνασπισμό αντιφατικά: αφενός ως απειλή, λόγω της μαζικής διαρροής ψηφοφόρων. Αφετέρου σαν σωσίβιο, επειδή ελπίζει ότι μέσω αυτού θα επανέλθει έστω και με συνέταιρο στην εξουσία. Σκέτος «αυτοκτονικός ιδεασμός», δηλαδή, κι ας διαβεβαιώνει ο Ν. Αθανασάκης για το αντίθετο.

Προς το παρόν, η Κουμουνδούρου δεν προβληματίζεται σοβαρά για τον τρόπο, με τον οποίο θα καταφέρει να αφομοιώσει πολιτικά την «εκλογική προσφυγιά». Μόνο εάν αρθρώσει αξιόπιστο προγραμματικό λόγο, θα μετεξελιχθεί σε παράγοντα λύσης του προβλήματος της εξουσίας. Μέχρι τότε, η άνοδος του Συνασπισμού θα παραμείνει ετεροκαθοριζόμενη και ως εκ τούτου ασταθής και πιθανώς συγκυριακή.

Το παιχνίδι έχει ημερομηνία λήξης. Ο κόμπος θα φθάσει στο χτένι όταν οι κάλπες δεν βγάλουν αυτοδυναμία. Οι πολίτες ωθούν προς νέα σχήματα διακυβέρνησης. Ο φόβος της ακυβερνησίας, όμως, είναι πρωτογενής και τόσο ισχυρός, που μπορεί να προκαλέσει παλινδρόμηση και να ξαναστήσει στα πόδια του τον παραπαίοντα δικομματισμό.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή