Επιχείρηση Γενεύη για την επιστροφή των «μαύρων ταμείων» της Siemens

Επιχείρηση Γενεύη για την επιστροφή των «μαύρων ταμείων» της Siemens

4' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η δικαστική διελκυστίνδα που εξελίσσεται σήμερα ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Γερμανία με κεντρικό και επίμαχο πρόσωπο τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο της Siemens Hellas Μιχάλη Χριστοφοράκο, έχει χρονική αφετηρία το καλοκαίρι του 2005, και τόπο, ένα κεντρικό ξενοδοχείο του Μονάχου.

Ηταν 24 Αυγούστου του 2005, όταν ο (τότε) διαχειριστής των «μαύρων ταμείων» της Siemens Ράινχαρντ Σίκατσεκ συναντά στο λόμπι του ξενοδοχείου, τον δρα Βίλφριντ Βάλις, μέλος του εσωτερικού ελέγχου της μητρικής εταιρείας Siemens. Ο Σίκατσεκ είναι ήδη κατηγορούμενος στο Λιχτενστάιν και ζητεί τη βοήθεια της εταιρείας, ενώ ο δικαστής στο Λιχτενστάιν του ζητεί να κατονομάσει παραλήπτες των ποσών. Ο Σίκατσεκ αναφέρει στον Βάλις τους Πρόδρομο Μαυρίδη και Μιχάλη Χριστοφοράκο. Μάλιστα, στη συνέχεια αναφέρει στο ημερολόγιό του, υλικό που είναι συνημμένο στη γερμανική δικογραφία, αλλά δεν έχει παραδοθεί στους Ελληνες ανακριτές: «Οπως έχω μάθει από τον Χριστοφοράκο, οι τελικοί αποδέκτες ήταν τα ελληνικά κόμματα, ζήτησα στον δικηγόρο μου να ψάξει αν το δίκαιο του Λιχτενστάιν απαγορεύει τις πληρωμές στα κόμματα …».

Ο δρ Βάλις, παγερά του λέει -πάντα σύμφωνα με το ημερολόγιο του Σίκατσεκ- «ότι μετά το άνοιγμα των λογαριασμών στη Γενεύη και το Μονακό, το θέμα θα φτάσει στην Αθήνα από το Λιχτενστάιν, αλλά όταν θα γίνει αυτό ούτε ο Βάλις ούτε ο Χριστοφοράκος θα δουλεύουν για την εταιρεία (τουλάχιστον 10 χρόνια)…»

Την ίδια χρονική περίοδο, οι ελβετικές αρχές «μπλοκάρουν» τους τέσσερις λογαριασμούς της Siemens που διαχειριζόταν ο Πρόδρομος Μαυρίδης στην Ελβετία λόγω «ύποπτων κινήσεων» και μιας μήνυσης από την ίδια την τράπεζα. Τότε, ο Μαυρίδης εξουσιοδοτεί την τράπεζα να μιλήσει με τη Siemens.

Οκτώ μήνες αργότερα, o εσωτερικός έλεγχος της Siemens επιχειρεί μέσω Χριστοφοράκου να «κλείσει» ένα ραντεβού με τον Μαυρίδη. Και αυτό γιατί η τράπεζα της Siemens στην Ελβετία έχει ενημερώσει τη μητρική εταιρεία στο Μόναχο, ότι οκτώ εκατομμύρια ευρώ «μετακινήθηκαν» από λογαριασμούς που διαχειρίζεται ο Μαυρίδης σε προσωπικούς του λογαριασμούς σε τράπεζα της Κηφισιάς, στην Αθήνα. Το ραντεβού κλείνεται μετά πολύ κόπο από τον Ελβετό δικηγόρο του Μαυρίδη Α.Ρ. αφού έχει αναβληθεί ήδη μία φορά.

Η Siemens θέλει τα χρήματα των λογαριασμών, αλλά χωρίς να φαίνεται στην Εισαγγελία ότι είναι… δικά της. Η όλη επιχείρηση κωδικοποιείται στη Siemens ως «επιχείρηση Γενεύη». Την εντολή για την «πάση θυσία επιστροφή των χρημάτων» δίνει ο ίδιος ο αρχιδικηγόρος της Siemens, Σεέφερ.

Αρχές Μαρτίου του 2006 τα στελέχη Μπούρκχαρντ και Χέφνερ ζητούν στην Αθήνα από τον Μαυρίδη να μάθουν τι απέγιναν τα χρήματα που διαχειριζόταν. Ο Μαυρίδης τους διαβεβαιώνει ότι τα χρήματα ανήκουν στην εταιρεία, αλλά τα μετέφερε στους προσωπικούς του λογαριασμούς για να τα σώσει από την κατάσχεση των ελβετικών αρχών. Ο Μαυρίδης αρνείται αρχικά να τα επιστρέψει.

Ο Χριστοφοράκος φοβάται ότι μια αγωγή θα προσελκύσει τα φώτα της δημοσιότητας πάνω στην εταιρεία και στη χρόνια πρακτική των «μιζών». Ρίχνει το «μπαλάκι» στον νομικό του σύμβουλο Γ.Ο.Γ., που σε συνεννόηση με τον Χριστοφοράκο επιχειρεί να κερδίσει χρόνο. Ο Χριστοφοράκος τελικώς προτείνει την κατάθεση της αγωγής να αναλάβουν δύο άλλοι δικηγόροι ο Ν. ή ο Δ. (εκπροσωπεί σήμερα τον ΟΤΕ ως πολιτική αγωγή). Επιλέγεται ο Ν.

Απόφαση για αγωγή

Στα τέλη Ιουλίου 2006, ο Μπούρκχαρντ συναντάται με τη νομική ομάδα του Χριστοφοράκου και ανακοινώνει την απόφαση της μητρικής εταιρείας. Η Siemens δίνει εντολή μέσω του Μπούρκχαρντ να γίνει προετοιμασία για την αγωγή χωρίς να φαίνεται στο δικόγραφο «μια λεπτομερειακή αιτιολόγηση της απαίτησής της που δεν είναι της παρούσης» (Μπούρκχαρντ).

Στο αρχικό σχέδιο της αγωγής περιγράφεται η «υπεξαίρεση» χωρίς να «ονομάζεται», γράφει ο Ν., στη μητρική εταιρεία. «Ο κίνδυνος αυτός γίνεται μεγαλύτερος αν ένα αντίγραφο του αιτήματός μας φτάσει στην Εισαγγελία…»

Οι λεπτομέρειες από το αρχικό σχέδιο της αγωγής για το πώς κατέληγαν από τα «μαύρα ταμεία» της εταιρείας τα χρήματα στον Μαυρίδη, και το ότι τα χρήματα «αφορούσαν υποχρεώσεις της εταιρείας και της θυγατρικής μας εταιρείας στην Ελλάδα» απαλείφονται με εντολή του Μπούρκχαρντ από το πρώτο σχέδιο αγωγής τον Οκτώβριο του 2006. Η λέξη «υπεξαίρεση» εξαφανίζεται…

Η επιστολή

Ο Χριστοφοράκος κάνει μια τελευταία προσπάθεια να αποφύγει την αγωγή.

Στις 30 Οκωβρίου 2006 ο Μπούρκχαρντ λαμβάνει από το γραφείο του Γιοχάνες Φελντμάγιερ μια επιστολή του δικηγόρου Γ., προς τον Μιχάλη Χριστοφοράκο. «Η Siemens Hellas έχει ένα άψογο όνομα από τότε που αναλάβατε την ηγεσία της. Η Siemens Hellas δεν έχει τίποτα να φοβηθεί, αν όμως η αγωγή που θα καταθέσει ο κ. Ν. οδηγήσει σε μια ποινική δίωξη ή πέσει στα χέρια των ανταγωνιστών που αναφέρονται πιο πάνω, θα πρέπει να περιμένετε έναν δυσφημιστικό πόλεμο κατά της Siemens Ηellas…».

Η πρόταση του Γ. είναι να κατατεθεί η αγωγή στο εξωτερικό, όπου ήδη γίνονται δίκες και δεν θα δημιουργηθούν επιπλέον κίνδυνοι.

Ο παραλήπτης της επιστολής Γιόχανες Φελντμάγιερ καταδικάστηκε, και είναι το μόνο μέλος της ηγεσίας της μητρικής εταιρείας που έχει καταδικαστεί σε φυλάκιση 2 ετών με αναστολή για τις μίζες που έδινε η διοίκηση της Siemens στο εργοδοτικό σωματείο ΑUΒ.

Ο προϊστάμενος του Μπούρκχαρντ Σέφερ επιμένει ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Την ώρα που στη Siemens ο καθένας επιχειρεί να «φορτώσει» τις ευθύνες σε άλλους, η Εισαγγελία του Μονάχου ετοιμάζει μεθοδικά το «χτύπημά» της, καθώς οι ελβετικές αρχές και οι αρχές του Λιχτενστάιν έχουν αποστείλει ήδη στο Μόναχο τις λεπτομέρειες για τη «διαχείριση» των οποίων ερίζουν Αθήνα και Μόναχο.

Στις 8 Νοεμβρίου 2006 ο Μπούρκχαρντ γράφει στον Σέφερ ότι «η αγωγή εναντίον του Μαυρίδη (σ.σ. οι Ελληνες δικηγόροι έγραφαν μόνο το αρχικό Μ. στην αλληλογραφία τους) θα κατατεθεί στις 10 Νοεμβρίου 2006. Στοχεύει στο να δοθούν τα έγγραφα της κίνησης του λογαριασμού και στην απόδοση των 8 εκατομμυρίων ευρώ στην επιχείρηση…».

Ο Σέφερ δεν είναι σίγουρος ότι οι άνθρωποι της Siemens θα καταθέσουν την αγωγή. «Για να δούμε», γράφει στο απαντητικό του email στον Μπούρκχαρντ. Στον Βίλφριντ Βάλις ο Μπούρκχαρντ γράφει «η εμπιστοσύνη μου δεν είναι και τόσο μεγάλη, γι’ αυτό ζήτησα από τον δικηγόρο Ν., να μου αποστείλει την αγωγή στο πρωτότυπο…».

Μια εβδομάδα αργότερα ακολουθεί η εισαγγελική «επιδρομή» στα γραφεία της μητρικής εταιρείας στο Μόναχο, η Εισαγγελία γνωρίζει ήδη από τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου (2006) αυτό που η μητρική εταιρεία και o Χριστοφοράκος επιχειρούσαν να αποκρύψουν. Στην Ελλάδα θα το μάθουν 14 μήνες αργότερα…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή