Η σκιά της σκανδαλολογίας που ενέσκηψε εκ νέου στην πολιτική σκηνή της χώρας, με αφορμή τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για την υπόθεση της Siemens, βαραίνει τους σχεδιασμούς της Νέας Δημοκρατίας. Στη Συγγρού, αν και στα μέσα της εβδομάδας προσανατολίστηκαν στην παροχή στήριξης -υπό προϋποθέσεις- στην κυβέρνηση επί του νόμου-πλαισίου για τα ΑΕΙ, οδηγούνται σε νέο γύρο μετωπικής αντιπαράθεσης.
Το στενό επιτελείο του κ. Σαμαρά, το οποίο εμμένει στην ορθότητα της αντιμνημονιακής στρατηγικής κραδαίνοντας μάλιστα εσχάτως το ιδιαίτερα κολακευτικό για την πολιτική πρόταση του αρχηγού της Ν. Δ. άρθρο της Wall Street Journal, είχε διακρίνει στην παιδεία μια ευκαιρία για να ικανοποιηθεί και η μερίδα των κομματικών στελεχών που τάσσεται υπέρ πιο συναινετικών πολιτικών. Ετσι, παρότι στην πρώτη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τρίτη η κυρίαρχη τάση ήταν να πει η Ν. Δ. ένα ηχηρό «όχι σε όλα», ύστερα από ζωηρή εσωτερική διαβούλευση ο κ. Σαμαράς εμφανίστηκε αξιοσημείωτα ανοιχτός στη συνάντηση που είχε την επομένη με την υπουργό Παιδείας κ. Αννα Διαμαντοπούλου. Οι προϋποθέσεις, μάλιστα, που έθεσε προκειμένου να προσφέρει στήριξη στην κυβερνητική μεταρρύθμιση, ήταν κατά γενική εκτίμηση εύλογες και ως εκ τούτου διευκόλυναν την κυβέρνηση να κάνει με τη σειρά της ένα βήμα προς τη Ν.Δ. Το κλίμα αυτό άλλαξε αιφνιδίως, όπως συνομολογούν γαλάζια στελέχη, μετά την απόφαση της κυβερνητικής πλειοψηφίας να συστήσει προανακριτική επιτροπή για το σκάνδαλο της Siemens, ζητώντας μάλιστα την παραπομπή σε αυτή δύο πρώην κυβερνητικών στελεχών, των κ. Γ. Αλογοσκούφη και Χρ. Μαρκογιαννάκη. «Δεν είναι δυνατόν να ζητούν επιμόνως συναίνεση και την ίδια στιγμή να επιχειρούν να εγκλωβίσουν για μία ακόμη φορά την πολιτική ζωή σε μια ατέρμονη σκανδαλολογία και μάλιστα για μια υπόθεση που είναι πασίγνωστο ότι έχει πράσινο χρώμα», λένε χαρακτηριστικά βουλευτές της Ν. Δ., και μάλιστα εξ αυτών που ανήκουν στην πιο μετριοπαθή, «συναινετική» γραμμή. Κατά πληροφορίες, στην κυβερνητική πρωτοβουλία για τη Siemens θα πρέπει να αποδοθεί και η τελική άρνηση της Ν. Δ. να συμμετάσχει στη διακομματική που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός για την πολιτική βία, θέμα το οποίο εντέλει θα συζητηθεί στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας του Κοινοβουλίου. Η Ν. Δ. δεν απέρριπτε, αρχικώς, τη συμμετοχή της. Η άρνηση, ωστόσο, και του ΚΚΕ -είχε προηγηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ- να συμμετάσχει και η ταυτόχρονη συλλογή υπογραφών από τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ για την παραπομπή των Γ. Αλογοσκούφη και Χρ. Μαρκογιαννάκη σε προανακριτική προκάλεσαν την αντίδραση του κ. Σαμαρά που έδωσε την εντολή για το «όχι».
Μνημόνιο – οικονομία
Ο κ. Σαμαράς δεν προτίθεται να μεταβάλει τη μέχρι σήμερα στάση του έναντι του Μνημονίου, του μεσοπρόθεσμου προγράμματος αλλά και του νέου Μνημονίου που προετοιμάζεται, παρά τις εξαιρετικά ισχυρές πιέσεις που δέχεται. Στελέχη της Συγγρού, μάλιστα, αφήνουν να εννοηθεί ότι η επιλογή αυτή αποτελεί τη βασική αιτία για την οποία κατά την άποψή τους καταγράφεται διαρκής βελτίωση των εκλογικών ποσοστών της Ν. Δ. στις δημοσκοπήσεις που διενεργούνται για λογαριασμό του κόμματος και δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Αντιλαμβάνεται, ωστόσο, ότι με το κλίμα που υπάρχει, τόσο σε μερίδα της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας όσο κυρίως στην ευρωπαϊκή σκηνή, θα είναι μάλλον προς το συμφέρον της Ν. Δ. να επιδείξει συναίνεση σε παράπλευρες αλλά σημαντικές πτυχές των αλλαγών που δρομολογούνται στη χώρα – κυρίως σε αυτές που και ιδεολογικά βρίσκουν σύμφωνη τη φιλελεύθερη παράταξη. Η παιδεία ήταν ένα από αυτά τα πεδία. Το ζήτημα των αποκρατικοποιήσεων ένα δεύτερο, το οποίο, όμως, δεν θα αντιμετωπιστεί ενιαία αλλά κατά περίπτωση, όπως φάνηκε από την προωθημένη -σε σχέση με την κυβερνητική- θέση υπέρ της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ και το ταυτόχρονο «όχι» στην πώληση του κρατικού μεριδίου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου στη συγκεκριμένη συγκυρία.
Για το ζήτημα των απολύσεων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, το οποίο αποτελεί ένα από τα θέματα αιχμής της περιόδου, ο κ. Σαμαράς επέλεξε να αντιπροτείνει την εργασιακή εφεδρεία, θεωρώντας ότι η θέση αυτή δεν τον φέρνει αντιμέτωπο με τους δημοσίους υπαλλήλους και ταυτοχρόνως δεν έρχεται σε αντίθεση με το ιδεολογικό στίγμα του κόμματος. Μάλιστα, για τους πολύ προσεκτικούς, η πρόταση της Ν.Δ. δεν αποκλείει συλλήβδην τις απολύσεις των υπεράριθμων, έστω κι αν τις συνδέει με την ανάκαμψη της οικονομίας και τη δυνατότητα δημιουργίας θέσεων στον ιδιωτικό τομέα.
Τι προκάλεσε την ταυτόχρονη επανεμφάνιση των δύο αντιπροέδρων
Η προ εβδομάδος ταυτόχρονη παρουσία των δύο αντιπροέδρων της Νέας Δημοκρατίας, κ. Δημ. Αβραμόπουλου και Στ. Δήμα, προς υποστήριξη των θέσεων του κ. Αντ. Σαμαρά για το Μνημόνιο, δεν αποτέλεσε έκπληξη. Εδώ και καιρό, άλλωστε, συνεργάτες του κ. Σαμαρά επέμεναν ότι χρειάζεται η ενεργότερη εμπλοκή των δύο αντιπροέδρων στη μάχη ουσίας αλλά και εντυπώσεων για τις εξελίξεις στην οικονομία.
Και ο ίδιος ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, άλλωστε, δεν έκρυβε σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τον προβληματισμό του για τη στάση… σιωπής των δύο αντιπροέδρων και την ερμηνεία αυτής από τα μέσα ενημέρωσης. Δημήτρης Αβραμόπουλος και Σταύρος Δήμας απέφευγαν μέχρι σήμερα να ριχθούν στην αντιμνημονιακή μάχη, κινούνταν σε σαφώς πιο συναινετικούς δρόμους και, πάντως, φέρονταν άκρως προβληματισμένοι για τη βαθιά κρίση στις σχέσεις της Ν. Δ. με τα κεντροδεξιά κόμματα του ΕΛΚ.
Καταλύτη για την επανεμφάνιση των αντιπροέδρων αποτέλεσε ένας ακόμη κύκλος δημοσιευμάτων σχετικά με τις σχέσεις με τον πρόεδρο. Κατόπιν τηλεφωνικών συνεννοήσεων με την ηγετική ομάδα, ο ευρισκόμενος στη Ρόδο κ. Αβραμόπουλος παραχώρησε ραδιοφωνική συνέντευξη ενώ ο κ. Δήμας με γραπτή δήλωση τάχθηκε -για πρώτη φορά- υπέρ της επαναδιαπραγμάτευσης. «Ολοι στη Ν. Δ., ενωμένοι υπό τον Αντ. Σαμαρά, θεωρούμε ότι η επαναδιαπραγμάτευση είναι όχι μόνο ορθή θέση, αλλά θεμιτή και εφικτή», επεσήμανε ο κ. Δήμας, παρέχοντας ένα ισχυρό χαρτί στην ηγεσία.