Χρειαζόμαστε ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον

Χρειαζόμαστε ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τις τελευταίες ημέρες το υπουργείο Παιδείας έκανε γνωστό πως προτίθεται να φέρει μέτρα που αντιμετωπίζουν τις πολύ χαμηλές βάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια και το ζήτημα της ασφάλειας στα ΑΕΙ. Πριν καν γίνουν γνωστές οι ακριβείς διατάξεις, σημειώθηκαν οι αναμενόμενες αντιδράσεις –περισσότερο ως προς το δεύτερο παρά ως προς το πρώτο–, κυρίως ιδεολογικού χαρακτήρα, παραβλέποντας τα προβλήματα στα οποία τα μέτρα αυτά απαντούν. Ποια είναι αυτά τα προβλήματα; Για το πρώτο, είναι λογικό να δέχονται τα πανεπιστήμια φοιτητές οι οποίοι βαθμολογήθηκαν με βαθμούς 2 και 3 στην κλίμακα του 20; Πώς θα παρακολουθήσουν αυτοί οι φοιτητές τα μαθήματα και πότε θα αποφοιτήσουν; Δεν πρέπει να κάνουμε κάτι γι’ αυτό; Πολλά προφανώς πρέπει να αλλάξουν στο λύκειο και στην εκπαίδευση γενικά, αλλά στο μεταξύ, μέχρι να αλλάξουν όλα (πράγμα που δεν γίνεται με μια κίνηση και από τη μια μέρα στην άλλη), κάποια πράγματα πρέπει να διορθωθούν. Οι προτάσεις που έγιναν γνωστές δεν επηρεάζουν καθόλου τη μελέτη και τους όρους προετοιμασίας των υποψηφίων –δεν ανατρέπουν δηλαδή το πρόγραμμά τους–, ενώ καλούν συγχρόνως τα πανεπιστήμια να θέσουν τους όρους της ακαδημαϊκής φοίτησης, όπως είναι η δουλειά τους σε όλον τον κόσμο. Η αποδοχή της παρούσας κατάστασης (με ειρωνείες ή οιμωγές απαξίας με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων το καλοκαίρι) το μόνο που δείχνει είναι αδιαφορία για την ανώτατη εκπαίδευση αλλά και για τους ίδιους του υποψηφίους, οι οποίοι αφήνονται να καταλήξουν σε μια πανεπιστημιακή σχολή, όχι για να σπουδάσουν, αλλά για να πάρουν κάποτε (εάν πάρουν ποτέ) ένα χωρίς αντίκρισμα χαρτί. Εν τω μεταξύ, ο ΣΥΡΙΖΑ, που δήθεν νοιάζεται για τους αδύναμους πολίτες, εξαφάνισε εν μια νυκτί την τεχνολογική εκπαίδευση προσφέροντας πληθωριστικές προσδοκίες και αβάσιμες υποσχέσεις, εκπαίδευση που πρέπει να ανασυσταθεί. Το νομοσχέδιο που συζητείται για την επαγγελματική κατάρτιση στη Βουλή συμβάλλει προς αυτή την κατεύθυνση.
 
Στο άλλο θέμα, της ασφάλειας, όλοι καλούνται να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα που δεν ωραιοποιείται. Αυτό το πρόβλημα είναι η βία στα ΑΕΙ: περιστασιακή –με τα καταδρομικά γιουρούσια αντιεξουσιαστών, «αλληλέγγυων» ή κομματικών– ή χαμηλότερης έντασης, αλλά σταθερή και εξίσου ενοχλητική. Παράδειγμα της πρώτης είναι η αποτρόπαιη μεταχείριση του πρύτανη του ΟΠΑ πρόσφατα, ενώ της δεύτερης οι παράνομες καταλήψεις χώρων, οι καταστροφές, οι προπηλακισμοί, οι κλοπές οργάνων, υπολογιστών και προσωπικών αντικειμένων, ακόμη και καλωδίων που μεταφέρονται με φορτηγά. Σε πανεπιστημιακή αίθουσα –όχι στο δικό μου πανεπιστήμιο–, καθόμασταν πριν από μερικά χρόνια καθηγητές σε καρέκλες που ήταν συνδεδεμένες μεταξύ τους με χοντρή σιδερένια αλυσίδα από τον φόβο κλοπών. Σε ποιο πανεπιστήμιο του κόσμου υπάρχουν αυτά τα φαινόμενα; Γιατί έχουμε συνηθίσει να μη μας ενοχλούν; Η λεκτική καταδίκη δεν φτάνει. Πρέπει να κάνουμε κάτι περισσότερο. Δεν θα ανακαλύψουμε τον τροχό. Μπορούμε να μάθουμε και από τις ΗΠΑ και από τον Καναδά και τη Μεγ. Βρετανία και την ηπειρωτική Ευρώπη. Σε καμία χώρα του κόσμου με δημοκρατία δεν αντιμετωπίζεται η συνδρομή της αστυνομίας στην προστασία του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος ως το σπουδαστικό της ασφάλειας και το μακρύ χέρι της χούντας. Κάθε χώρα έχει τα δικά της ειδικά προβλήματα, που τα αντιμετωπίζει στον έναν ή στον άλλο βαθμό με επιτυχία, και καμία δεν έχει τα δικά μας, που δεν τα αντιμετωπίζουμε. Λυδία λίθος για κάθε λύση που θα προταθεί είναι εάν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, με σεβασμό, εννοείται, στο Σύνταγμα και στους νόμους. Το ενδιαφέρον είναι ότι όσοι παγίως αντιδρούν επικαλούνται κάθε φορά μέτρα στα οποία ήταν αντίθετοι σε προηγούμενο χρόνο. Παλαιότερα ήταν κόκκινο πανί τα σώματα φύλαξης. Τώρα τα θέλουν αυτοί που πριν τα απέρριπταν. Το 2011 και το 2019 ήταν αντίθετοι στην «κατάργηση του ασύλου». Τώρα την επικαλούνται για να πουν πως δεν χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο.
 
Κρίσιμο ζήτημα στη συζήτηση αποτελεί ο ρόλος των πρυτανικών αρχών. Θα μπορούν οι πρυτανικές αρχές, ούσες υπό ομηρία, όπως συνέβη στο ΟΠΑ και σε πλείστες περιπτώσεις στο παρελθόν, να συντονίζουν επιχειρησιακά σώματα φύλαξης για την αντιμετώπιση του προβλήματος και την κλήση της αστυνομίας; Είναι αυτή δουλειά των πρυτανικών αρχών; Εχουν τις γνώσεις ή/και τη βούληση να το κάνουν; Ενα σώμα φύλαξης, χωρίς αστυνομικές αρμοδιότητες, με συντονισμό των πρυτανικών αρχών θα καταλήξει, όπως και στο παρελθόν, να κάνει δουλειά θυρωρού με μηδενικό αποτέλεσμα.
 
Ζούμε πολλά χρόνια με τα προβλήματα της βίας και της παραβατικότητας στα ΑΕΙ. Πρέπει να βάλουμε ένα τέλος. Η χούντα στην Ελλάδα τελείωσε το 1974. Εχουμε δημοκρατία και έχουμε κουραστεί από τις υπεκφυγές και τα ιδεολογικά προσχήματα. Χρειαζόμαστε ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον.
 
* Η κ. Βάσω Κιντή είναι καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή