Αν μέναμε στην «αιώνια μοναξιά μας»

Αν μέναμε στην «αιώνια μοναξιά μας»

Αν όμως έκλεινε οριστικά ο δρόμος της ένταξης, η Ελλάδα θα καταντούσε διεθνώς αμελητέα. Θα ήταν «του κλώτσου και του μπάτσου» για την Τουρκία

3' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σχετικά με την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε πει στη Βουλή (11 Ιανουαρίου 1980) μία αξέχαστη φράση: «Με την ένταξή μας θα βγούμε από την αιώνια μοναξιά μας, που μας εξέθετε σε παντοειδείς κινδύνους και μας υποχρέωνε να αναζητούμε κηδεμόνες». Τώρα που συμπληρώθηκαν σαράντα χρόνια, αξίζει να αναλογιστούμε πού θα ήταν και τι θα ήταν η Ελλάδα εάν δεν είχε ενταχθεί ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.).

Το ερώτημα είναι οπωσδήποτε πιο εύκολο να απαντηθεί στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και προπαντός της εθνικής ασφάλειας. Θα ήταν μήπως για δεκαετίες η Ελλάδα μία ακόμη υποψήφια για ένταξη χώρα; Θα προσπαθούσε να γίνει μέλος της Ε.Ε. μαζί με την Τουρκία (όπως έγινε στο ΝΑΤΟ το 1952) ή, έστω, μαζί με την Αλβανία; Σ’ αυτήν την περίπτωση, η χώρα θα έδινε διαρκώς «εξετάσεις», καταγγέλλοντας ταυτόχρονα τους εξεταστές και τους ντόπιους συνεργάτες τους…

Αν όμως έκλεινε οριστικά ο δρόμος της ένταξης, η Ελλάδα θα καταντούσε διεθνώς αμελητέα. Θα ήταν «του κλώτσου και του μπάτσου» για την Τουρκία, αλλά και για μικρότερα γειτονικά κράτη. Μόνο η ολοκληρωτική παράδοση της χώρας στις Ηνωμένες Πολιτείες (ή άλλον προστάτη ανάλογης ισχύος) θα εξασφάλιζε την επιβίωσή της – ως κανονικού προτεκτοράτου. Αρκεί, βέβαια, να την ήθελε ως προτεκτοράτο και ο πολυπόθητος προστάτης, αποδεχόμενος τις ευθύνες και τα βάρη που συνεπάγεται μία τέτοια αμφίδρομη σχέση. Με τη «μηχανή του χρόνου», θα ταξιδεύαμε ολοταχώς πίσω στο 1952 και στον περιβόητο Αμερικανό πρέσβη Πιουριφόυ – ή ακόμη πιο μακριά, στην ηρωική εποχή της αρχικής κηδεμόνευσης του νεοσύστατου κράτους από τις τρεις Προστάτιδες Δυνάμεις.

Εύκολο φαίνεται επίσης να απαντηθεί το ερώτημα στο πεδίο της οικονομίας. Πέρα από τα κολοσσιαία ποσά που δεν θα είχε εισπράξει η χώρα, θα είχε επιπλέον πιθανότατα εγκλωβιστεί σε έναν φαύλο κύκλο στασιμοπληθωρισμού και χρεοκοπίας, με μόνο σωσίβιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, μέχρι να «μπουχτίσει» κι αυτό. Και στο πεδίο αυτό, μόνο η ολοκληρωτική παράδοση της χώρας σε επιχειρήσεις-μεγαθήρια –πολυεθνικές, αμερικανικές, κινεζικές ή και άλλες– θα εξασφάλιζε την επιβίωσή της. Αρκεί, βέβαια, να βρίσκονταν τέτοιοι ξένοι επενδυτές. Πού όμως; Στον τουρισμό; Σε ορυχεία; Ποιοι άλλοι κλάδοι θα ήσαν άραγε ελκυστικοί αν η χώρα έμενε εκτός Ε.Ε.; Η Ελλάδα θα μπορούσε να υπολογίζει και σε κάποιο συμπληρωματικό παρασιτικό εισόδημα ως έσχατος φορολογικός παράδεισος. Δεν θα μπορούσε όμως να πουλάει «χρυσά διαβατήρια», αφού τα δικά της θα ήσαν στα αζήτητα.

Ακόμη πιο σκοτεινή μπορεί να φανταστεί κανείς την εσωτερική κοινωνική και πολιτική κατάσταση αν είχε μείνει η χώρα εκτός Ε.Ε. Σε αρκετά ζητήματα, η πραγματικότητα δεν θα ήταν ίσως πολύ διαφορετική. Είναι τα ζητήματα στα οποία δεν αλλάξαμε ουσιαστικά – παρά τη συμμετοχή μας, παρά τις οδηγίες, παρά τις καταδίκες και παρά τα πρόστιμα. Θα απουσίαζε όμως εντελώς αυτή η πίεση, καθώς και η ελπίδα ότι η πίεση αργά ή γρήγορα θα αποδώσει. Θα έλειπε προπαντός η απεριόριστη ελευθερία να γνωρίσεις άλλα ευρωπαϊκά μέρη και να μάθεις από αυτά – ως φοιτητής, ως εργαζόμενος ή και ως απλός παρατηρητικός τουρίστας.

Κατά συνέπεια, σε ζοφερό τοπίο θα εξελίσσονταν οι νοοτροπίες – ως αντιδράσεις και παραισθήσεις ενός φυλακισμένου και μάλιστα ενός εγκλείστου στην απομόνωση. Θα φούντωναν ασύμμετρα και ανεμπόδιστα νοοτροπίες που υπάρχουν και σήμερα: αντιδυτικές (ή μόνο αντιευρωπαϊκές), ανορθολογικές και «νατιβιστικές», παραληρήματα κάθε λογής γύρω από την «ιθαγενή» μοναδικότητα και υπεροχή. Από αντίδραση, θα προέκυπταν και εξιδανικεύσεις για κάθε τι το «ευρωπαϊκό», όπως σε παλιότερες κομπλεξικές εποχές.

Με τις συνθήκες αυτές, θα κυριαρχούσε απόλυτα στην πολιτική ζωή ένας σαρωτικός αυταρχικός λαϊκισμός, όπως αυτός που γνωρίσαμε τα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ. Δεν θα υπήρχε, όμως, το ευρωπαϊκό πλαίσιο ως φραγμός, ως προστατευτικό κιγκλίδωμα, ώστε να ακολουθήσουν υποχρεωτικά αναπροσαρμογές και συμβιβασμοί. Γιατί «αυταρχικός»; Γιατί το «Η Ελλάδα ανήκει στους Ελληνες» συνοδευόταν από το απειλητικό για αντιφρονούντες «Εσείς δεν δικαιούστε διά να ομιλείτε».

Κάποιος σαν τον Ανδρέα Παπανδρέου θα μπορούσε, όπως είδαμε, να διαχειριστεί ρητορικά τις κραυγαλέες αντιφάσεις και να συσκοτίσει τη μιζέρια και την ανομολόγητη πολλαπλή εξάρτηση της χώρας. Οι επίγονοί του, όμως, θα αναγκάζονταν να καταφύγουν ολοένα περισσότερο στον αυταρχισμό. Εξάλλου, τίποτε δεν θα εμπόδιζε να φορέσει και στολή ο αυταρχικός λαϊκισμός, όπως στο παρελθόν.

Ετσι, όχι μόνο θα μέναμε φυλακισμένοι στην «αιώνια μοναξιά μας», αλλά και θα βιώναμε σε όλη του την τραγικότητα εκείνο το σαρτζετάκειο απόφθεγμα που διακωμώδησε ο Χάρρυ Κλυνν: ότι είμαστε «έθνος ανάδελφον»! Εκτός αν ανακαλύπταμε επιτέλους «αδελφά έθνη» στη Λατινική Αμερική…

* Ο κ. Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος είναι τ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή