Άποψη: Μεταβολές παραδείγματος στη δυτική άμυνα και ασφάλεια

Άποψη: Μεταβολές παραδείγματος στη δυτική άμυνα και ασφάλεια

2' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η ελληνική διπλωματία επιτυγχάνει την κύρωση δύο σημαντικών συμφωνιών. Από τη μια, η ελληνογαλλική συμφωνία που εμπεριέχει την ουσιαστική ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού της χώρας με την αγορά φρεγατών τύπου FDI απο τη γαλλική εταιρεία Naval αλλά και την αμοιβαία συνδρομή σε περίπτωση επίθεσης από τρίτο. Από την άλλη, η υπογραφή του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της Πενταετούς Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας και ΗΠΑ που επικεντρώνεται σε μια σειρά νέων επενδύσεων του αμερικανικού Πενταγώνου σε Αλεξανδρούπολη, Λάρισα, Στεφανοβίκειο και Σούδα, σε περιοχές δηλαδή με αυξημένη στρατηγική υπεραξία τόσο για την Ελλάδα όσο και για τις ΗΠΑ.
 
Οι δύο συμφωνίες φαινομενικά ξεκινούν από διαφορετική αφετηρία, αλλά στην πραγματικότητα αντανακλούν τα νέα στρατηγικά δεδομένα στην περιοχή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου ευρύτερα, επομένως διεγείρουν το ενδιαφέρον περισσότερων παραγόντων εκτός των άμεσα εμπλεκόμενων μερών.

H εκλογή Μπάιντεν και η άφιξη Μπλίνκεν στο υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ ήρθαν να τοποθετήσουν το στρατηγικό δόγμα Ομπάμα περί της μεταφοράς του αμερικανικού ενδιαφέροντος στον Ειρηνικό Ωκεανό, με ειδικά σημεία τομής τη Νότιο και την Ανατολική Κινεζική Θάλασσα, σε τροχιά εφαρμογής. Οι ΗΠΑ ως ένα κατεξοχήν ρεαλιστικό κράτος σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής γνωρίζουν ότι έπειτα από μία εικοσαετία κολοσσιαίων δαπανών σε Αφγανιστάν, Ιράκ, και όχι μόνο, και μια συστημική οικονομική κρίση το 2008, τα φορτία φθοράς που έχουν προκαλέσει στις υποδομές τους λόγω των υψηλών γεωστρατηγικών τριβών είναι πλέον ανυπέρβλητα. Επαναξιολογούν λοιπόν τα δεδομένα και γίνονται επιλεκτικότερες διεθνώς.

Η Μεσόγειος συνεχίζει να αποτελεί για τις ΗΠΑ χώρο με έντονους συμβολισμούς αλλά και υπαρκτά γεωστρατηγικά και γεωενεργειακά θέματα. Το νέο Πενταετές Ελληνοαμερικανό Σύμφωνο αναδεικνύει τη διάθεση της Ουάσιγκτον διατήρησης της υψηλής εποπτείας στην περιοχή, ενώ ταυτόχρονα λειτουργεί και ως μήνυμα έμμεσης αποτροπής (indirect approach) προς την Αγκυρα. Κάποιοι εκφράζουν δυσαρέσκεια για το ότι οι ΗΠΑ δείχνουν μη διάθεση άμεσης εμπλοκής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο. Οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται για τη διατήρηση της υφιστάμενης ισορροπίας ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και την επιβίωση του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Σε καμία των περιπτώσεων δεν θα εμπλακούν σε μια ευθεία αντιπαράθεση με την Αγκυρα για την αναθεωρητική συμπεριφορά της στο Αιγαίο, αλλά και ούτε είναι διατεθειμένες να κλείσουν τα μάτια στην επιθετικότητα της Τουρκίας απέναντι σε κομβικούς συμμάχους όπως η Ελλάδα και κατά προέκταση η Κύπρος. Στο σημείο αυτό έρχεται το ελληνογαλλικό σύμφωνο που αποτελεί εργαλείο ευθείας αποτροπής (direct approach) και ταυτόχρονα ένα πείραμα για τη μετεξέλιξη του ΝΑΤΟ.
 
Η ελληνογαλλική συμφωνία, αντιθέτως με τις προσδοκίες πολλών, δεν αποτελεί το προοίμιο της υποχώρησης του ΝΑΤΟ από την Ευρώπη. Αντιθέτως παίζει τον ρόλο ενός θεσμικού προοιμίου ως προς την υιοθέτηση ενός ενεργητικότερου ρόλου των έως σήμερα ατροφικών ευρωπαϊκών δομών άμυνας και ασφάλειας για την επιχειρησιακή ενίσχυση της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στην περιοχή. Κι αυτό το δεδομένο από μόνο του είναι εξόχως σημαντικό πέρα από τα de facto δεδομένα που προκαλεί στις δομές αποτροπής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
 
Ο συστημικός πολυπολισμός που διαπερνάει το διεθνές σύστημα στην παρούσα χρονική στιγμή διαμορφώνει νέες προσλαμβάνουσες στον τρόπο που οι ΗΠΑ τοποθετούνται απέναντι στο ανταγωνιστικό παίγνιο σε κεντρικό επίπεδο. Ταυτόχρονα αποτελεί την έναρξη της εποχής της ενηλικίωσης όλων των υπολοίπων δυτικών κρατών, αφού πλέον η Ουάσιγκτον εισάγει το «Συν Αθηνά και χείρα κίνει» ως βασικό στρατηγικό δόγμα που θα καθορίσει τον πυρήνα της δυτικής άμυνας για τις επόμενες, πολλές δεκατίες. Πάνω σε αυτό το πλαίσιο, η σημασία της ελληνογαλλικής συμφωνίας ξεπερνάει τα όρια μιας διακρατικής σύμπραξης και ανάγεται σε δεδομένο αλλαγής παραδείγματος της δυτικής αμυντικής οντολογίας, καθιστώντας τη σημαντικότερη απ’ ό,τι έχει γίνει ώς σήμερα κατανοητό.        

* Ο κ. Σπύρος Ν. Λίτσας είναι καθηγητής Θεωρίας των Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή