Εμβληματικό έργο της σινοελληνικής συνεργασίας χαρακτηρίζει την επένδυση της Cosco Shipping στον Πειραιά ο πρέσβης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Σιάο Τζουντσένγκ, θυμίζοντας πως η κινεζική εταιρεία «άπλωσε χείρα βοηθείας και υλοποίησε την επενδυτική αυτή συνεργασία σε μια περίοδο όπου η Ελλάδα μαστιζόταν από την ευρωπαϊκή κρίση χρέους». Παράλληλα απαριθμεί σειρά πρόσθετων τομέων οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας που ενδιαφέρουν την Κίνα.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κ», εξηγεί πως η συνολική επένδυση μόνο για την κατασκευή και αναβάθμιση των τερματικών σταθμών εμπορευματοκιβωτίων έχει ξεπεράσει μέχρι στιγμής το ένα δισ. ευρώ. Ωστόσο επισημαίνει με νόημα πως «η περαιτέρω ανάπτυξη και ενίσχυση του λιμανιού απαιτεί επίσης τη στήριξη και τη συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης και ολόκληρης της κοινωνίας, καθώς και την ειλικρινή συνεργασία μεταξύ των δύο πλευρών».
Αναφερόμενος στις αντιδράσεις που εκδηλώνονται από ορισμένες επιχειρήσεις αλλά και μερίδα εργαζομένων στη δραστηριοποίηση της Cosco Shipping στον Πειραιά σημειώνει εμφατικά ότι η κινεζική εταιρεία «ανέκαθεν προωθούσε την ανάπτυξη του Πειραιά στο πνεύμα του αμοιβαίου κέρδους, γεγονός που όχι μόνο οδήγησε στη δημιουργία θέσεων εργασίας και την τόνωση της τοπικής οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και που μέσω της επένδυσης αυτής έδωσε ώθηση για την ανάπτυξη ολόκληρης της βιομηχανικής αλυσίδας της περιοχής, από τη ναυτιλία και το λιμάνι μέχρι την παροχή ολοκληρωμένων εφοδιαστικών υπηρεσιών». Και προσθέτει πως είναι απαραίτητη η συνέχιση της συνεργασίας: «Εφόσον η Κίνα και η Ελλάδα τηρούν την αρχή της από κοινού διαβούλευσης, οικοδόμησης και κοινής χρήσης, τότε οι δύο χώρες θα συνεχίσουν να προωθούν σταθερά την επένδυση στον Πειραιά προκειμένου το λιμάνι να είναι σίγουρα σε θέση να αναδείξει και να αξιοποιήσει πλήρως τα γεωγραφικά του πλεονεκτήματα και να καταστεί κόμβος θαλάσσιων, σιδηροδρομικών και αεροπορικών μεταφορών που συνδέει τρεις ηπείρους – την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η συζήτηση με τον επικεφαλής της διπλωματικής αποστολής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στην Ελλάδα δεν σταματά όμως στη συνεργασία στον Πειραιά: ο πρέσβης Σιάο Τζουντσένγκ προσδιορίζει ως πρόσθετα πεδία συνεργασίας τις μεταφορές –και ειδικά τις θαλάσσιες, δεδομένης της εκτενούς ναυπηγικής δραστηριότητας ελληνόκτητων ποντοπόρων στην Κίνα, αλλά και των φορτίων που μεταφέρουν προς και από την ασιατική χώρα ελληνόκτητα πλοία–, αλλά και την ενέργεια, τις τηλεπικοινωνίες, τη μεταποίηση, την επιστήμη και την τεχνολογία, τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και, οψίμως, και τις υπηρεσίες υγείας, τις νέες και ανανεώσιμες μορφές ενέργειες, την πληροφορική, το ηλεκτρονικό εμπόριο, την πράσινη τεχνολογία και την καινοτομία. «Πιστεύουμε ότι όλο και περισσότεροι καρποί της συνεργασίας μας θα γίνουν ορατοί στο προσεχές μέλλον, σαν τα μανιτάρια μετά τη βροχή, όπως λέει ένα κινεζικό ρητό», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Οσον αφορά τις ευρωπαϊκές και όχι μόνον επιφυλάξεις απέναντι στην κλιμακούμενη κινεζική διεθνή επενδυτική δραστηριότητα των τελευταίων ετών, υπογραμμίζει πως «όλα τα μέρη θα πρέπει να εξετάζουν με αντικειμενικό τρόπο τη συνεργασία της Κίνας και των σχετικών ευρωπαϊκών χωρών στον κλάδο των υποδομών και να μην πολιτικοποιούν τις οικονομικές και εμπορικές υποθέσεις». «Εξάλλου», προσθέτει, «η οικοδόμηση της πρωτοβουλίας “Μία ζώνη, ένας δρόμος” χαρακτηρίζεται από ένα ανοιχτό πνεύμα χωρίς αποκλεισμούς και υποστηρίζουμε την ευθυγράμμιση της πρωτοβουλίας αυτής με την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ενωσης “Μια Ευρώπη συνδεδεμένη σε παγκόσμιο επίπεδο”, ώστε η Ελλάδα να αναδειχθεί σε σημαντική πύλη για τη βαθύτερη οικονομική ενοποίηση Ασίας και Ευρώπης».
– Πώς αξιολογείτε το σημερινό επίπεδο των σινοελληνικών οικονομικών και εμπορικών σχέσεων;
– Η Κίνα και η Ελλάδα έχουν μια συνολική στρατηγική εταιρική σχέση, με κεντρικό πυλώνα της έμπρακτης συνεργασίας τους να αποτελεί το αμοιβαίο κέρδος και η από κοινού ανάπτυξη. Στο πλαίσιο της από κοινού οικοδόμησης της πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος» και της προώθησης της συνεργασίας της Κίνας με τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, η σινοελληνική συνεργασία απέφερε πλούσιους καρπούς σε πολλούς τομείς, με την επένδυση της Cosco Shipping στον Πειραιά και την ταχεία γραμμή ξηράς-θάλασσας της Κίνας με την Ευρώπη, που ξεκινά από το λιμάνι, να αποτελούν τα πλέον εμβληματικά έργα της συνεργασίας αυτής. Κατά τη διάρκεια της επίσημης επίσκεψης του προέδρου Σι Τζινπίνγκ στην Ελλάδα το 2019, οι δύο πλευρές επιβεβαίωσαν την από κοινού εφαρμογή του πλαισίου συνεργασίας για τα έτη 2020-2022 σε βασικούς τομείς και την ενίσχυση της συνεργασίας τους στις μεταφορές, στην ενέργεια, στις τηλεπικοινωνίες, στη μεταποίηση, στην επιστήμη και τεχνολογία, στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες κ.ά. Τα τελευταία χρόνια οι χώρες μας έχουν διευρύνει τη συνεργασία τους σε νέους τομείς, όπως οι υπηρεσίες υγείας, οι νέες και ανανεώσιμες μορφές ενέργειες, η πληροφορική, το ηλεκτρονικό εμπόριο, η πράσινη τεχνολογία και η καινοτομία.
– Μπορείτε να μας αναφέρετε τα σημερινά μεγέθη αυτής της οικονομικής συνεργασίας και τις προοπτικές της;
Η επένδυση της Cosco στον Πειραιά ευνόησε την οικονομία. H περαιτέρω ανάπτυξη και ενίσχυση του λιμανιού απαιτεί τη στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης και ολόκληρης της κοινωνίας.
– Σε πείσμα της πανδημίας και των δυσκολιών που αυτή επέφερε, η σινοελληνική οικονομική και εμπορική συνεργασία παραμένει ακμαία. Το 2021 ο όγκος του διμερούς εμπορίου αυξήθηκε κατά 43,6% –στα 12,15 δισ. δολάρια– σε σύγκριση με το 2019, πριν δηλαδή εμφανιστεί η πανδημία, οπότε και βρισκόταν στα 8,46 δισ. δολάρια. Πριν από λίγο καιρό η Κίνα και η Ελλάδα υπέγραψαν ένα κοινό πρόγραμμα δράσης στον τουρισμό για την περίοδο 2022-2024, ενώ ταυτόχρονα γίνονται προετοιμασίες για την πραγματοποίηση της τέταρτης συνάντησης της διευθύνουσας επιτροπής των χωρών μας κατά εφαρμογή του τριετούς πλαισίου συνεργασίας μας σε βασικούς τομείς. Κατά τη διάρκεια της επιδημίας οι κινεζικές και οι ελληνικές εταιρείες βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία και συντονισμό, διερευνώντας τρόπους συνεργασίας που θα αποφέρουν οφέλη για όλους όταν επιστρέψουμε στην κανονικότητα. Φέτος γιορτάζουμε την 50ή επέτειο από τη σύναψη των διπλωματικών σχέσεων Κίνας – Ελλάδας. Οι χώρες μας θα συνδιοργανώσουν σειρά δραστηριοτήτων, αξιοποιώντας την ευκαιρία αυτή για την εμβάθυνση και επέκταση της έμπρακτης συνεργασίας μας σε διάφορους τομείς στην εποχή μετά την πανδημία. Πιστεύουμε ότι όλο και περισσότεροι καρποί της συνεργασίας μας θα γίνουν ορατοί στο προσεχές μέλλον, σαν τα μανιτάρια μετά τη βροχή, όπως λέει ένα κινεζικό ρητό.
– Πώς αποτιμάτε τα οφέλη που έχει αποφέρει στην ελληνική οικονομία και την τοπική κοινωνία η επένδυση της Cosco Shipping στον Πειραιά;
– Από τη στιγμή που η Cosco Shipping ανέλαβε τη διαχείριση του λιμανιού του Πειραιά, συνεισφέρει σημαντικά στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της περιοχής, με το επενδυτικό αυτό έργο να πετυχαίνει λαμπρά αποτελέσματα, γεγονός το οποίο μάλιστα επαίνεσαν ιδιαιτέρως τόσο ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ όσο και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο ΟΛΠ υπό τη διαχείριση της Cosco πάντα προωθεί την ανάπτυξη του λιμανιού του Πειραιά στο πνεύμα του αμοιβαίου κέρδους. Η συνολική επένδυση για την κατασκευή και αναβάθμιση των τερματικών σταθμών έχει ξεπεράσει μέχρι στιγμής το ένα δισ. ευρώ. Ο Πειραιάς έχει αναδειχθεί σε κορυφαίο λιμάνι της Μεσογείου, δημιουργώντας περισσότερες από 3.000 άμεσες και 10.000 έμμεσες θέσεις εργασίας, με τις άμεσες κοινωνικές εισφορές προς την τοπική κοινωνία να ξεπερνούν τo 1,4 δισ. ευρώ.
– Σας προβληματίζει η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που πάγωσε μεταγενέστερα αναπτυξιακά έργα στο λιμάνι του Πειραιά και τι σκοπεύετε να πράξετε;
– Η μεγάλη επιτυχία στο λιμάνι του Πειραιά τα τελευταία χρόνια είναι αποτέλεσμα των κοινών προσπαθειών της Κίνας και της Ελλάδας και δεν θα ήταν εφικτή χωρίς την ισχυρή υποστήριξη της ελληνικής κυβέρνησης και της ελληνικής κοινωνίας. Αντίστοιχα, η περαιτέρω ανάπτυξη και ενίσχυση του λιμανιού απαιτεί επίσης τη στήριξη και τη συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης και ολόκληρης της κοινωνίας, καθώς και την ειλικρινή συνεργασία μεταξύ των δύο πλευρών. Η κινεζική πλευρά πιστεύει ότι αποτελεί κοινή μας επιθυμία να καταστήσουμε τον Πειραιά μεγαλύτερο και ισχυρότερο. Η ανάπτυξη του λιμανιού σίγουρα θα ωφελήσει τους λαούς και των δύο χωρών και συνεπώς πιστεύουμε ότι οι όποιες μεμονωμένες διαφορές θα επιλυθούν. Η Cosco Shipping άπλωσε χείρα βοηθείας και υλοποίησε την επενδυτική αυτή συνεργασία σε μια περίοδο όπου η Ελλάδα μαστιζόταν από την ευρωπαϊκή κρίση χρέους. Το έργο αυτό αντανακλά τη βαθιά παραδοσιακή φιλία των λαών της Κίνας και της Ελλάδας που μοιράζονται κάθε χαρά και δυσκολία και με ομοψυχία αντιμετωπίζουν κάθε αντιξοότητα. Η επιτυχία του Πειραιά αποτελεί σημαντικό σύμβολο της αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας της Κίνας με την Ελλάδα, καθώς και σημαντικό μήνυμα που στέλνει η ελληνική κυβέρνηση για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών.
– Η Cosco Shipping έχει κατά καιρούς επικριθεί από ορισμένους τοπικούς φορείς στον Πειραιά που ισχυρίζονται ότι η εταιρεία δεν ωφελεί τις τοπικές επιχειρήσεις, όπως για παράδειγμα τις ναυπηγοεπισκευαστικές, όσον αφορά τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς προμηθειών. Πώς σχολιάζετε το ζήτημα αυτό;
– Οι κινεζικές επιχειρήσεις σέβονται και τηρούν πάντα την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης σε όλες τις δραστηριότητές τους στο εξωτερικό και δεσμεύονται τα δικά τους οικονομικά οφέλη να συμπληρώνουν αλλά και να προωθούν αυτά των τοπικών κοινωνιών. H Cosco Shipping λειτουργούσε τους τερματικούς σταθμούς εμπορευματοκιβωτίων 2 και 3 ήδη από το 2009 και η διαχείριση του ΟΛΠ πέρασε στα χέρια της το 2016. Ο Ομιλος Cosco ανέκαθεν προωθούσε την ανάπτυξη του Πειραιά στο πνεύμα του αμοιβαίου κέρδους, γεγονός που όχι μόνο οδήγησε στη δημιουργία θέσεων εργασίας και την τόνωση της τοπικής οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και που μέσω της επένδυσης αυτής έδωσε ώθηση για την ανάπτυξη ολόκληρης της βιομηχανικής αλυσίδας της περιοχής, από τη ναυτιλία και το λιμάνι μέχρι την παροχή ολοκληρωμένων εφοδιαστικών υπηρεσιών. Παράλληλα, η ΟΛΠ Α.Ε. επεκτείνει τη διμερή συνεργασία της σε αναδυόμενους τομείς, όπως η πράσινη και ψηφιακή οικονομία και ο κλάδος των υπηρεσιών, προσφέροντας στις τοπικές επιχειρήσεις και τον λαό ευκαιρίες για κοινή ανάπτυξη με πλούσια και απτά οφέλη. Για τις χώρες μας αυτή ακριβώς είναι η ουσία της από κοινού οικοδόμησης της πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος».
Κόμβος που θα συνδέει Ευρώπη, Ασία και Αφρική ο Πειραιάς
– Πολλοί επιχειρηματίες και εργαζόμενοι επιθυμούν μεγάλες κινεζικές εταιρείες να καταστήσουν το λιμάνι του Πειραιά εξαγωγικό κόμβο της Ευρώπης ή ακόμα να γίνει ο Πειραιάς τόπος τελικής συναρμολόγησης προϊόντων που εξάγονται στην Ευρώπη. Θα μπορούσε μια τέτοια προσδοκία να γίνει πραγματικότητα;
– Το λιμάνι του Πειραιά έχει ήδη εξελιχθεί σε σημαντική πύλη εισόδου των προϊόντων διαφόρων χωρών, συμπεριλαμβανομένης και της Κίνας, στην Ευρώπη –ιδιαίτερα για τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης– και αυτή τη στιγμή κάνει σταθερά βήματα προς τον στόχο τού να καταστεί περιφερειακό κέντρο logistics και διανομής. Εφόσον η Κίνα και η Ελλάδα τηρούν την αρχή της από κοινού διαβούλευσης, οικοδόμησης και κοινής χρήσης, τότε οι δύο χώρες θα συνεχίσουν να προωθούν σταθερά την επένδυση στον Πειραιά προκειμένου το λιμάνι να είναι σίγουρα σε θέση να αναδείξει και να αξιοποιήσει πλήρως τα γεωγραφικά του πλεονεκτήματα και να καταστεί κόμβος θαλάσσιων, σιδηροδρομικών και αεροπορικών μεταφορών που συνδέει τρεις ηπείρους: την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική. Πιστεύουμε ότι αυτή η πορεία μπορεί να οδηγήσει σε νέα ανάπτυξη των παραγωγικών και κατασκευαστικών δυνατοτήτων των περιοχών γύρω από το λιμάνι.
– Γνωρίζουμε ότι κινεζικές τράπεζες και επιχειρήσεις επιθυμούν να επενδύσουν σημαντικά ποσά στις σιδηροδρομικές υποδομές που διασχίζουν τα Βαλκάνια με στόχο την αποτελεσματική σύνδεση του Πειραιά με την Κεντρική Ευρώπη. Τα σχέδια αυτά προχωρούν ή προσκρούουν σε ευρωπαϊκούς κανόνες που θέλουν οι στρατηγικές υποδομές να βρίσκονται υπό τον έλεγχο ευρωπαϊκών εταιρειών;
– Μια κεντρική ιδέα της πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος» είναι μέσω των υποδομών και της διασύνδεσης σε διάφορους τομείς, και μαζί με την ενίσχυση της διασύνδεσης της κινεζικής οικονομίας με τον υπόλοιπο κόσμο, να προάγουμε τη συνεργασία μεταξύ των χωρών που βρίσκονται κατά μήκος των διαδρομών αυτών, καθώς και την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Τα τελευταία χρόνια η συνεργασία της Κίνας με τα ευρωπαϊκά κράτη στον τομέα των σιδηροδρομικών διασυνδέσεων ολοένα και εμβαθύνεται, με τον σιδηρόδρομο Ουγγαρίας – Σερβίας να αποτελεί εμβληματικό έργο στη συνεργασία της Κίνας και της Ε.Ε. για την από κοινού οικοδόμηση της πρωτοβουλίας. Από το 2014, όταν η Κίνα, η Ουγγαρία και η Σερβία υπέγραψαν μνημόνιο κατανόησης για την κατασκευή του σιδηροδρόμου, μέχρι και σήμερα, το έργο αυτό σημειώνει συνεχή πρόοδο. Πριν από λίγες μέρες εγκαινιάστηκε το τμήμα από το Βελιγράδι μέχρι το Νόβι Σαντ στη βόρεια Σερβία. Το έργο αυτό έχει μεγάλη σημασία για τη βελτίωση των επιβατικών μετακινήσεων και την ενίσχυση της ικανότητας μεταφοράς εμπορευμάτων και αναμένεται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη των περιοχών που διασχίζει, αλλά και στην ευρύτερη Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Η αμοιβαία ωφέλεια αποτελεί ουσιώδες χαρακτηριστικό της σινοευρωπαϊκής οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας, με τις συνέργειες στον τομέα των υποδομών να μην αποτελούν εξαίρεση. Η Κίνα και η Ε.Ε. μπορούν να ενισχύσουν τη συνεργασία τους στον τομέα της συνδεσιμότητας και στην ευθυγράμμιση των πολιτικών τους, κάτι που θα έχει θετικό αντίκτυπο στην οικονομική ανάκαμψη και τη σταθεροποίηση των αλυσίδων εφοδιασμού στην εποχή μετά την πανδημία. Η κινεζική πλευρά στηρίζει πάντα τις κινεζικές επιχειρήσεις να αναπτύσσουν συνεργασίες στο εξωτερικό με σεβασμό στις αρχές της αγοράς και τηρώντας τους τοπικούς νόμους και κανονισμούς. Ολα τα μέρη θα πρέπει να εξετάζουν με αντικειμενικό τρόπο τη συνεργασία της Κίνας και των σχετικών ευρωπαϊκών χωρών στον κλάδο των υποδομών και να μην πολιτικοποιούν τις οικονομικές και εμπορικές υποθέσεις. Η οικοδόμηση της πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος» χαρακτηρίζεται από ένα ανοιχτό πνεύμα χωρίς αποκλεισμούς. Υποστηρίζουμε την ευθυγράμμιση της πρωτοβουλίας αυτής με την πρωτοβουλία της Ε.Ε. «Μια Ευρώπη συνδεδεμένη σε παγκόσμιο επίπεδο», ώστε η Ελλάδα να αναδειχθεί σε σημαντική πύλη για τη βαθύτερη οικονομική ενοποίηση Ασίας και Ευρώπης.