Άρθρο του Ε. Χατζηβασιλείου: Χούντα, η κορύφωση της κρίσης των θεσμών

Άρθρο του Ε. Χατζηβασιλείου: Χούντα, η κορύφωση της κρίσης των θεσμών

Η επιβολή της δικτατορίας στις 21 Απριλίου 1967 υπήρξε τραυματικό γεγονός στην ελληνική Ιστορία. Μια χώρα του δυτικού κόσμου, πρότυπο οικονομικής επιτυχίας (οι ελληνικοί ρυθμοί ανάπτυξης ήταν τότε από τους υψηλότερους στην υφήλιο), έπεφτε στα χέρια μιας μικρής ομάδας ανώτερων (όχι ανώτατων) αξιωματικών

3' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η επιβολή της δικτατορίας στις 21 Απριλίου 1967 υπήρξε τραυματικό γεγονός στην ελληνική Ιστορία. Μια χώρα του δυτικού κόσμου, πρότυπο οικονομικής επιτυχίας (οι ελληνικοί ρυθμοί ανάπτυξης ήταν τότε από τους υψηλότερους στην υφήλιο), έπεφτε στα χέρια μιας μικρής ομάδας ανώτερων (όχι ανώτατων) αξιωματικών, που καταπάτησαν τα ανθρώπινα δικαιώματα και άσκησαν την εξουσία σε ένα μοτίβο λατινοαμερικανικής χούντας.

Από την άλλη πλευρά, η δικτατορία του 1967-74 δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Αποτέλεσε την κορύφωση της «κρίσης των θεσμών», η οποία ξεκίνησε με την έναρξη του Εθνικού Διχασμού το 1915, συνέχισε με τις διαδοχικές αναρριπίσεις του, και περιέλαβε επίσης τον εμφύλιο πόλεμο στη δεκαετία του 1940, ο οποίος προκάλεσε νέες πολιτικές και ψυχολογικές επιβαρύνσεις στη μετεμφυλιακή εποχή. Στο μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα, οι επάλληλοι αυτοί διχασμοί προκάλεσαν εκτροπές, δικτατορίες –τελευταία αυτή του 1967– και αλλοίωσαν τις προσπάθειες για ομαλή θεσμική εξέλιξη. Η ίδια η χούντα αντικατόπτρισε και τους δύο διχασμούς: επικαλέστηκε, προφανώς προσχηματικά, τον κομμουνιστικό «κίνδυνο» για να δικαιολογήσει την επιβολή της· αλλά δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει σύμβολα και ορολογία και του παλαιότερου Εθνικού Διχασμού, παράδειγμα η αυτοπεριγραφή της ως «Επαναστάσεως», που ήταν και ο αυτοπροσδιορισμός του καθεστώτος Πλαστήρα – Γονατά το 1922, το οποίο είχε προχωρήσει, μεταξύ άλλων, στη δίκη και εκτέλεση των Εξι.

Δεν υπήρχε τίποτε το «αναπόφευκτο» στην επιβολή της χούντας. Ηταν, πρωτίστως, το προϊόν της αποτυχίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος να δώσει σαφή μεταρρυθμιστική προοπτική σε μια χώρα ραγδαία αναπτυσσόμενη. Η απόπειρα συνταγματικής αναθεώρησης –η «βαθεία τομή» του Κωνσταντίνου Καραμανλή– το 1963 προκάλεσε την εχθρότητα του Στέμματος και των αντίπαλων κομμάτων, απέτυχε, και ο ίδιος ο Καραμανλής κατέληξε αυτοεξόριστος στο Παρίσι. Κατόπιν, η επαγγελθείσα από την Ενωση Κέντρου ανανέωση εξαντλήθηκε στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση: η νέα κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου επιχείρησε μια μάλλον εθνικιστικού τύπου επένδυση στο Κυπριακό (που επίσης απέτυχε), ενώ καλλιέργησε έναν έντονο λαϊκισμό, με συχνές μάλιστα αναπαραγωγές του λόγου του Εθνικού Διχασμού. Και οι «αποστάτες», το 1965-66, ενώ αποσκοπούσαν να επιφέρουν αναγκαίες αλλαγές, ήταν απονομιμοποιημένοι από τον δεύτερο «ανένδοτο αγώνα» και δεν μπόρεσαν να τις υλοποιήσουν. Από την πλευρά του, το Στέμμα αφέθηκε στον πειρασμό των διαρκών επεμβάσεων στο πολιτικό σκηνικό, το 1963, το 1965 έως και το 1967.

Η κοινοβουλευτική δημοκρατία έπεσε το 1967, ενώ δεν αντιμετώπιζε δομικό κίνδυνο, π.χ. ένα μαζικό κόμμα που προωθούσε δικτατορία του ενός ή του άλλου τύπου. Επεσε επειδή τελμάτωσε μέσα σε μια ανούσια πολιτική πόλωση και έχασε τον έλεγχο των εξελίξεων. Το ίδιο όμως είχε συμβεί το 1936. Και τότε το πολιτικό σύστημα δεν αντιμετώπιζε ένα μεγάλο μαζικό κόμμα με δικτατορικές φιλοδοξίες. Αλλά η αναβίωση του Εθνικού Διχασμού κατέστησε αδύνατη τη συνεννόηση (ακόμη και αυτόν τον απλό σχηματισμό κυβέρνησης μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου 1936 που είχαν διεξαχθεί με απλή αναλογική), δίνοντας την ευκαιρία στον Ιωάννη Μεταξά και τον Γεώργιο Β΄ να επιβάλουν δικτατορία. Το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο. Η αδυναμία να γίνει η αναγκαία μεταρρύθμιση αφήνει το πολιτικό σύστημα χωρίς κατεύθυνση, τούτο με τη σειρά του αναβιώνει την ακραία πολιτική πόλωση και τελικά ανοίγει τον δρόμο στη δικτατορία. Αυτό έγινε και το 1936 και το 1967.

Η κοινοβουλευτική δημοκρατία έπεσε το 1967, ενώ δεν αντιμετώπιζε δομικό κίνδυνο. Επεσε επειδή τελμάτωσε μέσα σε μια ανούσια πολιτική πόλωση και έχασε τον έλεγχο των εξελίξεων.

Η χούντα ήταν η κορύφωση της κρίσης των θεσμών, αλλά επίσης υπήρξε και το τέλος της. Κατά τη Μεταπολίτευση του 1974-75, οι συνετοί χειρισμοί του Κωνσταντίνου Καραμανλή δεν κατέτειναν μόνον στην ανάταξη των θεσμικών ζημιών που είχαν προκληθεί το 1967-74. Ο Καραμανλής και το επιτελείο του συνειδητά προσπάθησαν και επέτυχαν να υπερβούν την κρίση των θεσμών συνολικά, δηλαδή την κληρονομιά και του Εθνικού Διχασμού και του εμφυλίου πολέμου. Η νομιμοποίηση του ΚΚΕ έλυνε προβλήματα του εμφυλίου πολέμου· η επίλυση του Πολιτειακού με το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 (το μόνο έντιμο της ελληνικής πολιτικής ιστορίας) έκλεινε ένα κεφάλαιο του Εθνικού Διχασμού.

Αλλά δεν ήταν μόνον οι εύστοχοι σχεδιασμοί και χειρισμοί. Η Ελλάδα του 1974 ήταν πλέον μέλος του ανεπτυγμένου κόσμου. Διέθετε, χάρη στην οικονομική ανάπτυξη των δεκαετιών του 1950 και του 1960, τη στέρεη βάση για να εδραιώσει τη δημοκρατία (ενώ η Ελλάδα του 1915 ή του 1948 δεν τη διέθετε). Σε τούτη την οικονομικά ανεπτυγμένη Ελλάδα της Τρίτης Δημοκρατίας, και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις συνέβαλαν στην ομαλή θεσμική εξέλιξη, ενώ αυτή συνεχίστηκε και μετά τον Καραμανλή, από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Με άλλα λόγια, η οικονομική ανάπτυξη μαζί με τους σώφρονες πολιτικούς χειρισμούς του 1974-75 κατέστησαν δυνατή την εδραίωση της δημοκρατίας την οποία απολαμβάνουμε εμείς σήμερα.

* Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου είναι καθηγητής του Εθνικούκαι Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, γενικός γραμματέας του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή