Σχεδόν επτά μήνες μεσολάβησαν από την επιστολή του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, στις 7 Μαρτίου, προς την Κομισιόν, με την οποία έθεσε για πρώτη φορά την πρόταση για πλαφόν στην τιμή φυσικού αερίου, μέχρι την επιστολή, πριν από λίγες ημέρες, της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που ζητάει από τους ηγέτες των «27» να εξετάσουν την εφαρμογή πλαφόν. Στο μεσοδιάστημα, προκειμένου η ελληνική πρόταση να κερδίσει έδαφος, απαιτήθηκαν πολυεπίπεδες διεργασίες και πρωτοβουλίες προς διάφορες κατευθύνσεις, ώστε να απαντηθούν ερωτήματα, να καμφθούν αντιστάσεις, να οικοδομηθούν συμμαχίες. Και στην προσπάθεια αυτή συστρατεύθηκαν όχι μόνο η κυβερνητική ηγεσία και οι αρμόδιοι υπουργοί, αλλά και σε υπηρεσιακό επίπεδο σύμβουλοι, που διαρκώς αξιολογούν τα νέα δεδομένα, εμπλουτίζουν την πρόταση με υποστηρικτικά στοιχεία και σε επίπεδο τεχνοκρατικό προωθούν την πρόταση στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ε.Ε.
Παράλληλα, αξιοποιήθηκε η τεχνογνωσία και το κεκτημένο από προηγούμενες προτάσεις που κατατέθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση και σταδιακά υιοθετήθηκαν ως κοινή ευρωπαϊκή πολιτική για την αντιμετώπιση καίριων προκλήσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόταση για το ευρωπαϊκό ψηφιακό πιστοποιητικό για την COVID-19, το 2021, προκειμένου να επαναλειτουργήσει η τουριστική αγορά. Επίσης, στην αρχή της πανδημίας, την άνοιξη του 2020, η ελληνική κυβέρνηση από κοινού με τις κυβερνήσεις άλλων οκτώ χωρών κατέθεσαν την πρόταση για το Ταμείο Ανάκαμψης, που λειτούργησε και συνέβαλε καθοριστικά στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας. Η Ελλάδα ήταν που εισηγήθηκε την ίδια περίοδο τις εξαιρέσεις από τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων. Σε σχέση με το ενεργειακό, πέραν της πρότασης για την επιβολή πλαφόν στην τιμή φυσικού αερίου, τον περασμένο Μάιο η κυβέρνηση εισηγήθηκε τη λειτουργία ευρωπαϊκού μηχανισμού ανάκτησης υπερεσόδων των εταιρειών ενέργειας, που έγινε ευρωπαϊκός κανονισμός.
Αναφορικά με το ενεργειακό, «το κρίσιμο στοιχείο ήδη από το στάδιο της προετοιμασίας της αρχικής πρότασης έξι σημείων του πρωθυπουργού ήταν ότι φροντίσαμε να έχουμε την καλύτερη δυνατή εικόνα και αξιολόγηση των δεδομένων σε παγκόσμιο επίπεδο. Ετσι, επιτύχαμε μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση για την κατάσταση που επρόκειτο να διαμορφωθεί και στην Ευρώπη», αναφέρει σχετικά στέλεχος του πρωθυπουργικού επιτελείου.
Οταν τον περασμένο Μάρτιο ο κ. Μητσοτάκης έθεσε το θέμα του πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, η πρόταση αντιμετωπίστηκε από κάποιους με σκεπτικισμό, από άλλους αρνητικά, από ορισμένους ως μια καλή αφετηρία που θα έπρεπε να μελετηθεί και να τύχει μεγαλύτερης επεξεργασίας. «Η αρχική υποδοχή της πρότασης δεν ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντική. Η κυρίαρχη τάση στα αρμόδια όργανα της Ε.Ε. και στην Κομισιόν ήταν να γίνει ένα σχέδιο για κοινές προμήθειες, ενώ ορισμένες χώρες κινήθηκαν για να διασφαλίσουν μεμονωμένα επάρκεια αποθεμάτων, θεωρώντας ότι δεν τους αφορά μια συζήτηση για πλαφόν στις τιμές. Από κάποιες χώρες στην αρχή θεωρήθηκε ότι η πρόταση αφορούσε μόνο το φυσικό αέριο που προερχόταν από τη Ρωσία και όχι ένα οριζόντιο πλαφόν. Κάποιοι άλλοι θεώρησαν ότι η συζήτηση γινόταν για πλαφόν σε πολύ χαμηλό επίπεδο, που θα προκαλούσε άλλα προβλήματα στην αγορά», αναφέρεται σχετικά.
Απαιτήθηκαν πολυεπίπεδες παρεμβάσεις και διαβουλεύσεις σε πολιτικό, υπηρεσιακό και τεχνοκρατικό επίπεδο για να απαντηθούν τα ερωτήματα, να αποσαφηνιστούν τα σημεία που έχρηζαν διευκρινίσεων, να καμφθούν οι αντιδράσεις και σταδιακά να διαμορφωθεί ένα «στρατόπεδο» υπέρμαχων της πρότασης.
Κομβικός παράγοντας που άλλαξε άρδην τις ισορροπίες ήταν το ξέφρενο ράλι στην τιμή του φυσικού αερίου. «Στις αρχές του καλοκαιριού η τιμή φυσικού αερίου ήταν στα 80 ευρώ η μεγαβατώρα και στα μέσα Αυγούστου είχε ξεπεράσει τα 350 ευρώ. Αυτό προκάλεσε πρωτοφανή πίεση και έφερε μια σειρά από χώρες μπροστά σε εντελώς νέα δεδομένα», αναφέρει συνεργάτης του πρωθυπουργού που συμμετείχε στις διεργασίες. Οσο η πίεση των τιμών αυξανόταν, τόσο δυνάμωναν οι φωνές που ζητούσαν παρέμβαση. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός σε κάθε ευκαιρία επαναλάμβανε την πρόταση σε ομολόγους του, δίνοντας απαντήσεις και διευκρινίσεις όπου χρειαζόταν.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου η ελληνική πλευρά κλήθηκε να παρουσιάσει σε τεχνικό επίπεδο λεπτομέρειες των προτάσεων που είχε υποβάλει, και αυτό θεωρείται σημείο καμπής, γιατί εκείνη την περίοδο άρχισε να γίνεται αντιληπτό ότι ο ιδιαίτερα δύσκολος ενεργειακά χειμώνας που έρχεται θα απαιτήσει περισσότερο καίριες παρεμβάσεις από ό,τι είχε γίνει μέχρι τότε. Και εκεί άρχισε να μορφοποιείται ένα μέτωπο με τη συστράτευση της Ιταλίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου, της Πολωνίας. Από ελληνικής πλευράς συνεχίστηκε η προσπάθεια ενίσχυσης του μετώπου με διπλή στρατηγική: προς τις χώρες που ήδη εμφανίζονταν ανοιχτές να συζητήσουν την πρόταση, ώστε να εξασφαλιστεί η συστράτευσή τους, και προς τις χώρες που είχαν ενστάσεις, ώστε αυτές να απαντηθούν και να καμφθούν. Μέσα από εργώδεις διαβουλεύσεις, διαπραγματεύσεις, υποχωρήσεις και συμβιβασμούς διαμορφώθηκε τελικά η επιστολή που συγκέντρωσε τις υπογραφές 15 χωρών, οι οποίες έθεσαν προς την Κομισιόν αίτημα για πρόταση θέσπισης πλαφόν στη χονδρική τιμή του φυσικού αερίου.
Η επιστολή της προέδρου της Κομισιόν προς τους ηγέτες των «27» είναι καθοριστική για την πιθανότητα επιτυχούς έκβασης του τεράστιου εγχειρήματος. Οι διεργασίες συνεχίζονται και, εφόσον προκύψει συμφωνία, το κρίσιμο στοίχημα είναι να συμφωνηθεί το σωστό πλαφόν.