Σαφέστατες αιχμές προς την Τουρκία και τη στάση της έναντι της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας περιλαμβάνει το κείμενο της Ε.Ε. που αφορά τη πρόοδο της Τουρκίας.
Γίνεται σαφέστατη αναφορά στις υπερπτήσεις σε ελληνικά νησιά, τις ευθείες ρητορικές απειλές κατά της ελληνικής κυριαρχίας, ενώ επισημαίνεται ότι η Ε.Ε. «έχει στρατηγικό συμφέρον για την ανάπτυξη συνεργατικής και αμοιβαίας επωφελούς σχέσης με τη Τουρκία», ωστόσο καλεί εκ νέου σε αποφυγή κάθε απειλής που μπορεί να βλάψει τις σχέσεις καλής γειτονίας.
Συγκεκριμένα αναφέρεται, μεταξύ άλλων: «Μετά από κάποιες θετικές εξελίξεις το 2021, οι σχέσεις με την Ε.Ε. επιδεινώθηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2022, λόγω επανειλημμένων παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά μαχητικά στο Αιγαίο και απειλητικών τουρκικών δηλώσεων σχετικά με την κυριαρχία των ελληνικών νησιών και κατά της Κύπρου. Επιπλέον, η Τουρκία συνέχισε να πραγματοποιεί στρατιωτικές ασκήσεις στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου και τουρκικά πολεμικά πλοία παρεμπόδισαν παράνομα τις ερευνητικές δραστηριότητες στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ). Παρά τη διεθνή καταδίκη, η Τουρκία συνέχισε το σχέδιό της να ανοίξει την περίκλειστη περιοχή των Βαρωσίων. Οι εντάσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο δεν ευνοούσαν τις σχέσεις καλής γειτονίας και υπονόμευσαν την περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια».
Υπενθυμίζεται ότι «η ΕΕ, πιο πρόσφατα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου 2022, έχει επανειλημμένα προτρέψει την Τουρκία να αποφύγει κάθε είδους απειλή, να δημιουργήσει οποιαδήποτε πηγή τριβής ή να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια που βλάπτει τις σχέσεις καλής γειτονίας και την ειρηνική επίλυση διαφορών».
Υπάρχουν, επίσης, σοβαρότατες ενστάσεις για την εσωτερική κατάσταση στη Τουρκία. Σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ότι τα τελευταία χρόνια «η τουρκική κυβέρνηση δεν έχει αντιστρέψει την αρνητική τάση σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις, παρά την επανειλημμένη δέσμευσή της για ένταξη στην ΕΕ».
«Οι σοβαρές ανησυχίες της ΕΕ σχετικά με τη συνεχιζόμενη επιδείνωση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης δεν έχουν αντιμετωπιστεί. Υπήρξε περαιτέρω οπισθοδρόμηση σε πολλούς τομείς. Αυξήθηκαν οι ανησυχίες για την οικονομική διακυβέρνηση και την καλή λειτουργία της οικονομίας της αγοράς», προστίθεται.