Ζούμε, αλήθεια, την παρακμή της Δύσης;

Ζούμε, αλήθεια, την παρακμή της Δύσης;

Σηματοδοτούν οι διχασμοί των δυτικών κοινωνιών, οι ανίκανες ηγεσίες και ο πόλεμος μια ιστορική καμπή; Ή οι φιλελεύθερες δημοκρατίες είναι πιο ανθεκτικές απ’ ό,τι οι ίδιες φαίνεται να πιστεύουν;

20' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κοινή λέξη, επικίνδυνη ιδέα

Του Σταύρου Ζουμπουλάκη

Η «Παρακμή της ∆ύσης» του Οσβαλντ Σπένγκλερ έχει συζητηθεί κατά κόρον και έχει κριθεί, όπως και ο ίδιος ο συγγραφέας της γενικά. Δεν έχει νόημα μια νέα συζήτηση εδώ, κάτι που εξάλλου είναι αδύνατο να γίνει μέσα σε λίγες αράδες. Θα θυμίσουμε μόνο ότι το βιβλίο γνώρισε τεράστια επιτυχία στη Γερμανία στο ευρύ κοινό – όχι στους ιστορικούς. Ο Σπένγκλερ άλλωστε δεν απευθυνόταν σε αυτούς, τις εξονυχιστικές μονογραφίες των οποίων περιφρονούσε. Εκείνοι που ενθουσιάστηκαν με αυτόν, ο οποίος αυτοπροσδιοριζόταν ως ο Κοπέρνικος της Ιστορίας, δεν τον διάβασαν ως ιστορικό αλλά ως προφήτη, που είχε το βλέμμα του στραμμένο στο μέλλον. Εμπνεόμενος σταθερά από τον Νίτσε, φθέγγεται ρήματα αληθείας για το ιστορικό πεπρωμένο, με απόλυτη βεβαιότητα, λες και του τα υπαγορεύει ο Θεός («τάδε λέγει Κύριος»), ο τόνος όλου του βιβλίου είναι προφητικός. Το αποκαλυπτικό κλίμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οδήγησε τους κατοίκους της Ευρώπης στη βίαιη συνειδητοποίηση ότι κάθε πολιτισμός είναι θνητός, όπως έγραψε αρχή αρχή ο Βαλερύ στο διάσημο δοκίμιό του «Η κρίση του πνεύματος» (1919), και γέννησε στις ψυχές τους την αγωνία για το τέλος και του δικού τους πολιτισμού. Σε αυτό το κλίμα γράφεται και διαβάζεται το βιβλίο του Σπένγκλερ. Οι πολιτισμοί είναι σαν τα λουλούδια: φυτρώνουν, αναπτύσσονται, μαραίνονται και πεθαίνουν. Το ίδιο θα συμβεί και με αυτόν τον πολιτισμό της Δύσης, τον πολιτισμό της δημοκρατίας, του φιλελεύθερου ατομικισμού και της προόδου. Οι αναγνώστες του βιβλίου του Σπένγκλερ, ιδίως του Β΄ μέρους, το 1922, είναι οι αυριανοί ενεργοί ναζιστές. Οι ρητά αντιδημοκρατικές ιδέες του θα διατυπωθούν με ανατριχιαστική σαφήνεια στα καθαρά πολιτικά βιβλία του που θα ακολουθήσουν την «Παρακμή». Μπορεί την αφορμή σήμερα να μας τη δίνει η εκατονταετηρίδα του διάσημου βιβλίου, ο Σπένγκλερ δεν ήταν πάντως ο πρώτος που μίλησε για ιστορική παρακμή εν γένει και για την παρακμή της Δύσης ειδικότερα. Την ίδια πάνω-κάτω εποχή, Ιταλοί κοινωνιολόγοι (Μόσκα, Φερέρο, Παρέτο) θα μιλήσουν, από κοινωνιολογική σκοπιά, για την ιδέα της παρακμής. Ηταν όλοι τους αντιδημοκράτες.

Και σήμερα γίνεται συχνά-πυκνά λόγος για την παρακμή της Δύσης. Πολλοί ρητορεύουν με πάθος για τον θάνατό της, σαγηνευμένοι οι ίδιοι από αυτήν την προοπτική και ενσπείροντας γύρω τους τον φόβο και την ανησυχία. Ο Σπένγκλερ διαρκώς επιστρέφει. Στη σημερινή Γαλλία τον εκτελωνίζει ο ακροδεξιός διανοούμενος Αλέν ντε Μπενουά.

Με ποιο κριτήριο αποφάσισαν όλοι αυτοί ότι σήμερα η Ευρώπη βρίσκεται σε παρακμή; Με κριτήριο το βιοτικό επίπεδο, την ανάπτυξη της επιστήμης, τη δημόσια υγεία, την παιδεία; Με ποιο; Στηρίζουν συνήθως τα λογύδριά τους στο θολό πεδίο της ηθικής, όπου μπορούν άνετα να ονομάζουν ηθική παρακμή και κατάπτωση ό,τι για άλλους είναι αξιοτίμητο. Δεν θέλω να πω ότι όλα είναι ρόδινα στην Ευρώπη σήμερα. Ούτε είναι ούτε θα γίνουν ποτέ στην Ιστορία. Η απλοϊκή όμως ιδέα της γενικής παρακμής δεν εξηγεί τίποτε ούτε φωτίζει τον τρόπο των ιστορικών αλλαγών. Οι σημερινοί ιεροκήρυκες της ευρωπαϊκής παρακμής είναι κατά κανόνα εναντίον της ιδέας της ενωμένης Ευρώπης, λατρεύουν μόνο τα εθνικά λάβαρα. Το κύριο επιχείρημά τους, με το οποίο αποκτούν και διευρύνουν το ακροατήριό τους, είναι η εχθρότητα προς τους μετανάστες, ειδικά τους μουσουλμάνους μετανάστες: μια Ευρώπη με τζαμιά δεν είναι Ευρώπη, έχει ήδη αλωθεί, η ευρωπαϊκή ταυτότητα έχει αλλοιωθεί. Μέσα σε ένα πέλαγος αυταρχικών, αντιδημοκρατικών καθεστώτων ή και ωμών δικτατοριών, που μισούν τη Δύση, τι άλλο είναι περισσότερο υπερασπίσιμο από αυτήν (ως πολιτική και πολιτιστική έννοια και όχι γεωγραφική), μια Δύση βεβαίως της δημοκρατίας, του πλουραλισμού, της δικαιοσύνης, της υποδοχής και της φιλοξενίας;

Δεν θέλω με όλα αυτά να πω ότι πρέπει να αποσύρουμε τη λέξη παρακμή από το λεξιλόγιό μας. Διόλου. Θα συνεχίσουμε να τη χρησιμοποιούμε, κάνοντας λόγο, επί παραδείγματι, για την παρακμή ενός τομέα οικονομικής δραστηριότητας ή ό,τι άλλο. Εκείνο που θέλω να πω είναι ότι το σημερινό κήρυγμα για την παρακμή της Ευρώπης είναι ένας λόγος αντιδραστικός, μισαλλόδοξος και ακροδεξιός.

* Ο κ. Σταύρος Ζουμπουλάκης είναι συγγραφέας, πρόεδρος της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

Η γοητεία της πτώσης και ο κόσμος μας

Του Κώστα Κωστή 

Παρακμή. Και μόνον η ιστορία αυτής της λέξης την κάνει να φαίνεται πολύ «βαριά» και τα πράγματα επιδεινώνονται αν λάβουμε υπόψη μας τις πολιτικές απόψεις που συνδέονται μαζί της, τις συνδηλώσεις της. Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο πολύπλοκη όταν πάμε να κάνουμε λόγο για την παρακμή της Δύσης. Τι ακριβώς σημαίνει κάτι τέτοιο. Την παρακμή της κληρονομιάς της Ρώμης, της κληρονομιάς πάνω στην οποία εδράζεται η Δύση; Αυτή ήταν η λογική του Γκίμπον και ακολουθώντας τη λογική αυτή έκανε λόγο για την ιδέα της παρακμής. Μια αντίληψη πολύ διαδεδομένη στους λόγιους του Διαφωτισμού. Ή κάτι άλλο, που το αντιλαμβανόμαστε διαισθητικά μάλλον, παρά με ουσιαστικό τρόπο.

Ασφαλώς και οι παρακμιακές καταστάσεις διατηρούν μια γοητεία που θέλγει συγγραφείς και καλλιτέχνες, αλλά και το ευρύτερο κοινό, και μάλιστα ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων. Τι μπορεί όμως να αντιπροσωπεύει σε πραγματικούς όρους αυτή η παρακμή, πώς μπορούμε να τη θεμελιώσουμε; Οι ευρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις, για να περιοριστούμε στα σχετικά πρόσφατα χρόνια, έφτασαν στην ακμή της ισχύος τους κατά τις παραμονές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οδηγήθηκαν σε αυτόν με μια δυναμική «υπνοβάτη», με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσουν σκληρά διλήμματα κατά τον Μεσοπόλεμο. Πάλι έγινε λόγος για παρακμή της Δύσης και ο Σπένγκλερ ήθελε να δώσει ένα νέο περιεχόμενο στον όρο.

Δεν ήταν ιδιαιτέρως πειστικός, αν και επηρέασε πολλούς. Οι Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης παύουν μεν να είναι Μεγάλες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ωστόσο η Δύση δεν οπισθοδρομεί. Οι ΗΠΑ ήταν παρούσες για να μπορέσουν να διατηρήσουν σε γερές βάσεις την υπεροχή των δυτικών χωρών. Δεν βλέπω πώς θα μπορούσε να τεκμηριώσει κανείς την παρακμή σε αυτή την εξέλιξη, ακόμη και αν θεωρήσει πως η Ανατολική Ευρώπη και η Ρωσία δεν ανήκαν στην ομάδα της Δύσης, ισχυρισμός που συχνά επαναλαμβανόταν και επαναλαμβάνεται.

Ωστόσο, στον κόσμο που ζούμε τίποτα δεν παραμένει σταθερό και η υπεροχή του ατλαντικού κόσμου δείχνει να μετατοπίζεται σταδιακά προς τον Ειρηνικό. Από το σημείο αυτό, όμως, μέχρι να φτάσουμε να μιλάμε για παρακμή της Δύσης, η απόσταση είναι μεγάλη. Θα ήταν πολύ πιο χρήσιμο και πολύ πιο αποτελεσματικό, για να κατανοήσουμε τι ακριβώς συμβαίνει στον κόσμο μας, να κάνουμε λόγο για μετατοπίσεις των ισορροπιών σε γεωπολιτικό και γεωοικονομικό επίπεδο, για αυξανόμενους ανταγωνισμούς μεταξύ των μεγάλων κρατών της εποχής μας, για φιλοδοξίες Ρώσων, Κινέζων, από κοντά και των Τούρκων, να αναβαθμίσουν τη θέση τους στο διεθνές περιβάλλον, αλλά δυσκολεύομαι να δω πώς έχει παρακμάσει η Δύση.

Η παγκοσμιοποίηση έδωσε τη δυνατότητα σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία να βελτιώσουν την ευημερία του πληθυσμού τους και να μειώσουν την απόσταση που τις χωρίζει από τη Δύση. Αλλά αυτό δεν αποτελεί τεκμήριο παρακμής της Δύσης. Η τελευταία εξακολουθεί να διατηρεί πλεονεκτήματα οικονομικά, επιστημονικά, τεχνολογικά, πολιτισμικά, οργανωτικά, αλλά και στρατιωτικά, που της επιτρέπουν να βλέπει με σιγουριά τον εαυτό της, όσο και αν ώρες ώρες δυσκολεύεται να δεχθεί τον ανταγωνισμό από τις πρώην αποικίες της. Οι δυσκολίες θα προκύψουν μόνον αν η Δύση δεν μπορέσει σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα να αντιμετωπίσει τα εσωτερικά προβλήματα των χωρών που τη συγκροτούν. Τη στιγμή που σε παγκόσμια κλίμακα οι οικονομικές ανισότητες μεταξύ των κρατών περιορίζονται, σε εθνικό επίπεδο οι δυτικές χώρες τις βλέπουν να αυξάνονται με πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες που, πιστεύω, ότι μόνο ένα μικρό μέρος τους έχουμε δει μέχρι τώρα. Αλλά και αυτό ακόμη το απτό πρόβλημα είναι επιλύσιμο και θα πρέπει να περιμένουμε μέχρις ότου δούμε τις εξελίξεις. Στο κάτω κάτω και οι χώρες που επιδιώκουν να ανταγωνιστούν τη Δύση αντιμετωπίζουν κρίσιμα προβλήματα, που βάζουν πολλά εμπόδια στην πορεία τους.

Φυσικά, υπάρχουν και τα πολύ μεγάλα προβλήματα, της κλιματικής αλλαγής και του πυρηνικού πολέμου. Αν η Δύση δεν μπορέσει να βρει τρόπους για να τα αντιμετωπίσει προφανώς θα υποστεί στο μέλλον τις βαριές συνέπειές τους. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση δεν θα πρόκειται για παρακμή της Δύσης, αλλά για την καταστροφή του ανθρώπινου πολιτισμού.

* Ο κ. Κώστας Κωστής είναι καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Τι έρχεται μετά την ηγεμονία

Του Άγγελου Χανιώτη 

Στους παραδοσιακούς γεωγραφικούς χάρτες που στηρίζονται στην κυλινδρική προβολή του Γεράρδου Μερκάτορ (1569) η Ευρώπη κατέχει την κεντρική θέση. Μαζί με τη Βόρειο Αμερική στο δυτικό ημισφαίριο και την Ωκεανία στο νότιο, συναπαρτίζει μια πολιτική, οικονομική και πολιτιστική ενότητα που καταχρηστικά λέγεται «Δύση». Οι χάρτες αυτοί είναι παραπλανητικοί. Η Βόρειος Αμερική και η Ευρώπη παρουσιάζονται με μεγαλύτερες από τις πραγματικές τους διαστάσεις και, βέβαια, στην επιφάνεια μιας σφαίρας δεν υπάρχει σταθερή κεντρική θέση. Αυτοί οι χάρτες αντανακλούν την πρωτοκαθεδρία μιας «Δύσης», που στήριζε την ισχύ της στην αποικιοκρατία. Αυτή η «Δύση» έχει περάσει το μεσουράνημά της και, αν ακολουθήσουμε αυτήν τη μεταφορά, θα πρέπει να έχει μπει υποχρεωτικά στη φάση του γέρματος. Δεν είναι όμως οι μεταφορές που υπαγορεύουν την ιστορική εξέλιξη· η ιστορική εξέλιξη επιλέγει τις κατάλληλες μεταφορές.

Αναμφίβολα, έχει χαθεί η πολιτική ηγεμονία υπερδυνάμεων της Γηραιάς Ηπείρου και του Νέου Κόσμου σε μεγάλο μέρος του πλανήτη. Η πάλαι ποτέ αδιαμφισβήτητη πρωτοκαθεδρία δυτικών οικονομιών μετά βίας αντιστέκεται στις προκλήσεις. Η Ευρωπαϊκή Ενωση παραπαίει. Πολλές δυτικές δημοκρατίες, με πρώτη και καλύτερη την Αμερική, απειλούνται από ακραίο λαϊκισμό και την αμφισβήτηση των ίδιων των θεμελίων της ισότητας των δικαιωμάτων και της δημοκρατίας. Τους πολιτικούς ηγέτες με οράματα έχουν αντικαταστήσει οι πολιτικοί της διαμαρτυρίας και των κομματικών σωλήνων. Είναι, όμως, αυτά ενδείξεις παρακμής ή παροδικές κρίσεις;

Για μια ισορροπημένη κρίση πρέπει να ρίξουμε στην πλάστιγγα και το γεγονός ότι τα δυτικά κράτη δεν υπήρξαν πεδίο μαχών για ασυνήθιστα μακρά περίοδο μετά το 1945. Το βιοτικό τους επίπεδο είναι σταθερά υψηλό. Οσο κι αν η μέση εκπαίδευση υστερεί σε σχέση με εκείνη πολλών ασιατικών χωρών, τα δυτικά ακαδημαϊκά ιδρύματα δίνουν τα διεθνή πρότυπα. Οσο και αν η παγκοσμιοποίηση διευκολύνει τις πολιτιστικές ανταλλαγές και αλληλεπιδράσεις και ενισχύει την προβολή άλλων πολιτισμών, αυτό δεν έχει μειώσει την παγκόσμια επιρροή του δυτικού πολιτισμού. Στη Δύση έχουν τη ρίζα τους τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που άλλαξαν τον κόσμο μας, όχι πάντοτε προς το καλύτερο. Προς τα δυτικά κράτη κατευθύνονται οι μεταναστευτικές ροές. Την ευθύνη τη φέρουν τα ίδια, με τις αποτυχημένες πολιτικές τους στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική και σε περιοχές της Ασίας. Ομως αυτό το φαινόμενο δείχνει ότι η Δύση θεωρείται φάρος ελπίδας και όχι βυθιζόμενο σκάφος. Και μόνον όσοι πιστεύουν στην καθαρότητα του αίματος θα θεωρήσουν ως παρακμή της Δύσης μια σταθερή δημογραφική τάση. Τα βασικά χαρακτηριστικά της είναι η γήρανση του πληθυσμού (υπό αυτήν την έννοια η Ευρώπη είναι όντως η Γηραιά Ηπειρος) και η παράλληλη αύξηση του προσδόκιμου της ζωής, η μείωση του δείκτη γεννήσεων και η διαρκής αύξηση του ποσοστού των νεοαφιχθέντων μεταναστών και προσφύγων στο σύνολο του πληθυσμού. Μεταναστευτικά κινήματα και αναμείξεις και αφομοιώσεις πληθυσμών είναι ο κανόνας, όχι η εξαίρεση, στην Ιστορία.

Αυτό που κάποιοι θεωρούν παρακμή της Δύσης είναι, ουσιαστικά, ένας πιο ισορροπημένος καταμερισμός δυνάμεων και διαδικασίες πολιτιστικής σύγκλισης. Η απώλεια εδάφους στον οικονομικό και πολιτικό στίβο αντισταθμίζεται από την υπεροχή της Δύσης στον χώρο των αξιών που έχουν δημιουργηθεί με την ενεργό συμμετοχή των πολιτών. Στις δυτικές κοινωνίες των πολιτών μετρούν ακόμα η αυτοδιάθεση και η δημοκρατία, ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα, η ανοχή της διαφορετικότητας και η ελευθερία της έκφρασης, η ειρηνική επίλυση διαφορών με διαπραγματεύσεις και διαιτησία, η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και η αξιοκρατική πρόοδος της γνώσης, και κυρίως η αυξημένη ευαισθησία σε θέματα οικολογίας και κλίματος. Αν κάποτε αυτές οι αξίες κυριαρχήσουν στον πλανήτη σε τέτοιο βαθμό που να μην αναγνωρίζεται η διαφορά ανάμεσα σε δυτικές και άλλες κοινωνίες, δεν θα υπάρχει λόγος να θρηνήσουμε την εξαφάνιση της «Δύσης» ως διακριτής έννοιας. Η μέρα αυτή πιθανόν να μην έρθει ποτέ· αλλά μέχρι τότε η Δύση έχει μια αποστολή.

* Ο κ. Αγγελος Χανιώτης είναι καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας, Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών, Πρίνστον.

Το σύνηθες χάος του κόσμου

Προς τα δυτικά κράτη κατευθύνονται οι μεταναστευτικές ροές. Αυτό το φαινόμενο δείχνει ότι η Δύση θεωρείται φάρος ελπίδας και όχι βυθιζόμενο σκάφος.

Του Κέβιν Φέδερστοουν 

Υστερα από μια περίοδο αβεβαιότητας και εικασιών σχετικά με το πού βρισκόταν, ο Οσκαρ Ουάιλντ απάντησε στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων με την εξής δήλωση: «Οι πληροφορίες περί του θανάτου μου ήταν υπερβολικές». Οσοι πιστεύουν ότι οι σημερινές διεθνείς απειλές και η αστάθεια προμηνύουν την παρακμή της Δύσης δικαιολογούν μια παρόμοια απάντηση.

Ακόμη και πριν από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, το διεθνές σύστημα ήταν πολυκεντρικό. Ωστόσο, τα άλλα αναδυόμενα κέντρα ισχύος γνώρισαν διακυμάνσεις. Σήμερα, λίγοι αναφέρονται στην απειλή που συνιστούν οι «BRICS» – πρώην δημοφιλής όρος για τη Βραζιλία, τη Ρωσία, την Ινδία και τη Νότια Αφρική, μαζί με την Κίνα. Οι περιπέτειες του Πούτιν στην Ουκρανία αποκάλυψαν τις αδυναμίες των συμβατικών του δυνάμεων: οι ερασιτέχνες στρατιώτες αποδείχθηκαν ισχυρότεροι από τα στρατεύματά του, τα οποία έδειξαν αποδιοργάνωση και χαμηλό ηθικό. Τα όπλα που ήρθαν από το Ιράν προκάλεσαν πολλές ζημιές στην Ουκρανία τις τελευταίες εβδομάδες, αλλά εκθέτουν την ανικανότητα της Μόσχας. Και στο ίδιο το Ιράν μαθήτριες διαμαρτύρονται γενναία για μια ατζέντα που έχει τις ρίζες της στα δυτικά πρότυπα. Ευρύτερα, ο επανεκλεγείς πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ στρέφει την Κίνα προς ένα σύστημα προσωπικής εξουσίας και μεγαλύτερης απολυταρχίας, που εγκυμονεί κινδύνους για μεγαλύτερες μελλοντικές πολιτικές και κοινωνικές προκλήσεις στο εσωτερικό της χώρας.

Εν συνόλω, το διεθνές σύστημα εξακολουθεί να κυριαρχείται από τη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη. Κυριαρχούν στο G7 και σε οργανισμούς όπως η Παγκόσμια Τράπεζα. Περίπου το 80% των επίσημων αποθεμάτων στον κόσμο τηρείται είτε σε δολάριο είτε σε ευρώ. Αλλες οικονομίες μπορεί να φοβούνται τον αποκλεισμό από την υπηρεσία χρηματοοικονομικών μηνυμάτων SWIFT: όπως έγινε με το Ιράν και παραλίγο με τη Ρωσία. Η στρατιωτική ικανότητα της Δύσης παραμένει ανώτερη: περίπου το 70% των στρατιωτικών δαπανών στον κόσμο γίνεται για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Στον πολιτιστικό τομέα, γίγαντες όπως η Google κυριαρχούν στο Διαδίκτυο και ο κόσμος παρακολουθεί Netflix ή το Χόλιγουντ.

Η Δύση σήμερα αντιμετωπίζει και πάλι κλυδωνισμούς, αλλά η δομική υπεροχή της θα επιβιώσει για τουλάχιστον μια γενιά και, πέραν αυτού, οποιεσδήποτε προβλέψεις αγγίζουν τη σφαίρα της φαντασίας. Το κόστος της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία έχει διαταράξει τη δημοσιονομική θέση των εθνικών κυβερνήσεων. Μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση αποτελεί εύλογο μεσοπρόθεσμο κίνδυνο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι νεοφιλελεύθεροι τζιχαντιστές πειραματίστηκαν με ένα ιδιότυπο μείγμα πολιτικής: υψηλό χρέος και περικοπές φόρων και απέτυχαν. Οι (χρηματοπιστωτικές) αγορές δεν είχαν εμπιστοσύνη στους «οπαδούς της ελεύθερης αγοράς», που εγκατέλειψαν τις αρχές του «ισχυρού χρήματος».

Η αυτοπεποίθηση και η εμπιστοσύνη είναι εκείνες που υπέστησαν πλήγμα. Τα παλαιότερα παραδείγματα δεν αποδίδουν πλέον και οι προσδοκίες του κόσμου έχουν μετακινηθεί. Πράγματι, η κοινωνική ένταξη και η διανεμητική πολιτική είναι και πάλι στη μόδα. Οι κεντροδεξιές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο ενισχύουν τώρα την οικονομία με μια «ρετρο-κεϊνσιανή» άνθηση, απορρίπτοντας τη λιτότητα που είχαν επιβάλει μετά το κραχ του 2008.

Η πολιτική μας παραμένει σε συγκρουσιακή άνοδο. Οι αποτυχίες των κυρίαρχων ηγετών του παρελθόντος τροφοδοτούν την υφέρπουσα απήχηση των πολιτικών ταυτότητας. Πλανάται η σκοτεινή πλευρά της εκλογικής πολιτικής: Ο Μπολσονάρο και ο Ερντογάν μπορεί να επανεκλεγούν, ο Ορμπαν και ο Κατσίνσκι εξακολουθούν να κυριαρχούν – ο καθένας σε συστήματα που ήταν ήδη εύθραυστες δημοκρατίες. Οι ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ μπορεί να ενισχύσουν την προοπτική επιστροφής του Τραμπ.

Οι σχέσεις μεταξύ γειτονικών χωρών εγκυμονούν κινδύνους για στρατιωτικές περιπέτειες. Ο Ερντογάν αναζωπυρώνει την τουρκική επιθετικότητα του παρελθόντος. Το Ιράν τροφοδοτεί τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή. Οι ΗΠΑ αναλαμβάνουν κινδύνους για την Ταϊβάν. Η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη στρατιωτική παρουσία στον Ειρηνικό. Οι περιφερειακές ισορροπίες αναπροσαρμόζονται. Αυτό όμως είναι το πεδίο εφαρμογής τους: δεν επαναπροσδιορίζουν την παγκόσμια τάξη στις βασικές αρχές της.

Τη δεκαετία του 1970, μας έλεγαν ότι η Δύση βρισκόταν σε παρακμή. Τότε, όπως και τώρα, φαινόταν ότι στον κόσμο επικρατούσε χάος. Η Ιαπωνία θα αμφισβητούσε οικονομικά τις ΗΠΑ. Η Σοβιετική Ενωση φαινόταν όλο και πιο ισχυρή. Σήμερα, πρέπει και πάλι να είμαστε συγκρατημένοι. Ο Οσκαρ Ουάιλντ το εξέφρασε με τον καλύτερο τρόπο.

* Ο κ. Κέβιν Φέδερστοουν είναι καθηγητής και διευθυντής του Ελληνικού Παρατηρητηρίου στο London School of Economics.

Αμυνα με ελευθερία και ειλικρίνεια

Του Κωνσταντίνου Α. Παπαγεωργίου 

Φιλοσοφούντες ιστορικοί, από τον Μοντεσκιέ και τον Γκίμπον μέχρι τον Σπένγκλερ και τον Τόινμπι, συλλαμβάνουν τη ζωή πολιτειών και πολιτισμών από τη σκοπιά της ακμής και της παρακμής τους. Η συγκεκριμένη προσέγγιση δεν είναι πάντοτε γόνιμη, γιατί δεν είναι εύκολο να μετατρέψουμε μια κατά βάση βιολογική διαδικασία σε κοινωνικοπολιτική μεταφορά. Εχει ωστόσο ενδιαφέρον ότι αυτά τα φιλόδοξα ιστορικοφιλοσοφικά εγχειρήματα προσπαθούν να αρθρώσουν κάτι για το παρόν μέσα από σκέψεις που αναφέρονται σε ένα αληθινό ή μυθικό παρελθόν. Γι’ αυτόν τον λόγο ο μέγας Μοντεσκιέ αλλά και ο ιδιοσυγκρασιακός Σπέγκλερ αξίζει να διαβαστούν ακόμη και σήμερα. Ο πρώτος επικαλείται προσχηματικά τη Ρώμη και την παρακμή της για να θέσει το ζήτημα της διακινδύνευσης της ελευθερίας εξαιτίας της διαφθοράς και της άμετρης επέκτασης της επικράτειας· ο δεύτερος επιχειρεί να συλλάβει την κοσμοαντίληψη της εποχής του (1914) ερευνώντας τα πολιτιστικά της υποστρώματα. Επηρεασμένος από τον Γκαίτε, ο Σπένγκλερ ονομάζει τη Δύση «φαουστική», επειδή εκποιεί κάτι για κείνη σημαντικό προκειμένου να κερδίσει την αιωνιότητα. Η «φαουστική» Δύση διαφοροποιείται από το «απολλώνιο» στοιχείο της ελληνικής (και ρωμαϊκής) αρχαιότητας που στερείται την ιστορική συνείδηση και δίνει, αντιθέτως, όλη την έμφαση στο παρόν.

Πώς φανταζόμαστε άραγε την παρακμή ενός πολιτισμού; Nα μετρήσουμε τη διάρκεια της παρουσίας του στην παγκόσμια σκηνή, να ζυγίσουμε τη βαρύτητα του ρόλου του, να αποτιμήσουμε την τελική έκβασή του στο παγκόσμιο δράμα; Αν και δεν είναι πάντα σαφές πού βρίσκεται αυτή η σκηνή και ποιοι είναι οι θεατές της, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η Δύση αποχώρησε από κάποια σκηνή – με εξαίρεση όσους ταυτίζονται με δικτάτορες και λαϊκιστές. Η πρωτοκαθεδρία της έχει βεβαίως κλονιστεί σε πολλά μέτωπα και σε κάποια δικαίως, αν συνυπολογίσει κανείς την απληστία και σκληρότητα αιώνων, τους εγκληματικούς πολέμους και τις ανόητες επεμβάσεις που έγιναν στο όνομα των αξιών της από το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα και πέρα. Η Δύση υπονόμευσε και η ίδια την καθοδηγητική και συμβολική της δύναμη. Δεν πρέπει, όμως, να παραβλέπουμε κάτι πολύ σημαντικό. Η πολιτική και εν μέρει οικονομική της οπισθοχώρηση έχει ενδογενή και εξωγενή αίτια, που δεν έχουν αρνητικό πρόσημο, όπως κατεξοχήν η βαθμιαία ανάδυση άλλων δυνάμεων και λαών. Διεκδικούν και αυτοί ένα δικαίωμα παρουσίας και ένα μερίδιο ευημερίας. Αυτό, όμως, είναι ένα θετικό γεγονός και συμβαδίζει με τις «δυτικές» αξίες.

Η οπισθοχώρηση, αν υπάρχει, οφείλεται επιπλέον στο γεγονός ότι η «Δύση» αποτελείται από ελεύθερες και δημοκρατικές πολιτείες που σέβονται την ελευθερία και προάγουν ανοιχτές κοινωνίες. Οι δημοκρατικές πολιτείες αποδέχονται συνειδητά και τους κινδύνους που μπορούν να προκύψουν από αυτή την ελευθερία, γιατί αντιλαμβάνονται την αξία της συνταγματικής της κατοχύρωσης αλλά και τα ευρύτερα οφέλη της για την ατομική και συλλογική ευημερία. Ο ένας λόγος που «υποχωρεί» η Δύση είναι το γεγονός ότι οι υπέρ της ελευθερίας αξίες της βρίσκουν κατά κάποιον τρόπο έναν ευρύτερο ορίζοντα εφαρμογής, πέρα από την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Η «αποαποικιοποίηση» για την οποία γίνεται σήμερα λόγος μπορεί να προκλήθηκε από την επιθυμία αυτοδιάθεσης των ίδιων των καταπιεσμένων λαών και πολιτισμών, αλλά το αντίστοιχο δικαίωμα ενός λαού να ορίσει το μέλλον του είναι σύμφυτο με τις ιδέες της (δυτικής) νεωτερικότητας.

Ο άλλος λόγος είναι ότι οι περίπλοκες διακλαδώσεις και διαρκείς ανασυνθέσεις του Διαφωτισμού βάζουν τα θεμέλια μιας πιο κριτικής εσωτερικής συνείδησης και ενατένισης, καμιά φορά με ασυνήθιστη ένταση και συχνότητα. Οι άνθρωποι δεν είναι πάντα εύκολο να παρακολουθήσουν αυτή την εξέλιξη και η σύγχρονη τεχνολογία της επικοινωνίας ενισχύει την αποξένωση και εχθρότητα απέναντι σε ό,τι αδυνατούμε να κατανοήσουμε. Τα δυτικά καθεστώτα ελευθερίας και οι πολιτικοί τους έχουν το καθήκον να συμβάλουν στη γεφύρωση αυτού του χάσματος και στην άμβλυνση της «αποξένωσης» του σύγχρονου πολίτη από την εξουσία – με ειλικρίνεια και χωρίς θεατρινισμούς. Από την άλλη, τα δημοκρατικά κράτη οφείλουν με τη συμπεριφορά τους να αποτρέψουν τη διολίσθηση του μη δυτικού κόσμου προς ολοκληρωτικά πρότυπα και επιρροές. Πρέπει να δείξουν έμπρακτα ότι ο λόγος περί ελευθερίας δεν είναι πρόσχημα αλλά όχημα απελευθέρωσης μέσω της συμμετοχής σε ένα υπέρτερο σύστημα συνύπαρξης. Τα δημοκρατικά κράτη φέρουν, δηλαδή, το βάρος της αποδείξεως ότι η ελευθερία δεν είναι μια δυτική παγίδα, αλλά μια αντικειμενική ευκαιρία για όλους. Πρέπει ίσως να καταστούν πάλι «απολλώνια» υπό την έννοια μιας καταστατικής ειλικρίνειας απέναντι στους πολίτες τους και στον υπόλοιπο κόσμο.

* Ο κ. Κωνσταντίνος Α. Παπαγεωργίου έχει διατελέσει καθηγητής της Φιλοσοφίας του Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ.

Ο Λούκυ Λουκ στην όχι και τόσο άγρια Δύση

Του Γιάννη Μπαλαμπανίδη

Η ιδέα της παρακμής είναι μια ιδέα ισχυρή, γι’ αυτό γοητευτική. Επανέρχεται διαρκώς μέσα στην Ιστορία και σε κάθε εποχή έχει τους δικούς της κήρυκες. Ενας από τους γνωστότερους είναι ο Οσβαλντ Σπένγκλερ, ο οποίος έχει διατυπώσει μια κυκλική φιλοσοφία της Ιστορίας: κάθε πολιτισμός είναι ένας οιονεί βιολογικός οργανισμός που γεννιέται, αναπτύσσεται, και ως εκ τούτου είναι καταδικασμένος στη φθορά. Τέτοιος οργανισμός είναι και η Δύση· στην εποχή της τεχνικής, του ιμπεριαλισμού και της μαζικής κοινωνίας, οδεύει αναπόδραστα προς το τέλος του βίου της. Ο Σπένγκλερ διατύπωνε τις ιδέες αυτές στο βιβλίο «Η παρακμή της Δύσης», το 1918-1922.

Εκατό χρόνια αργότερα, η προφητεία δεν έχει επαληθευθεί, ωστόσο επανακάμπτει. Ο Μισέλ Ουελμπέκ, παραλαμβάνοντας το βραβείο Σπένγκλερ το 2018, δήλωνε: «Η Δύση βρίσκεται σε κατάσταση προχωρημένης παρακμής». Ο ίδιος εγγράφεται στη γενεαλογία της ιδέας της παρακμής, συμπυκνώνει εξαιρετικά, στη λογοτεχνία και στις δημόσιες παρεμβάσεις του, τη σύγχρονη εκδοχή της.

Η Δύση, λέγεται, βρίσκεται σήμερα σε κατάπτωση, την οποία όμως δεν έχει προκαλέσει κάποιος εξωτερικός εχθρός, αλλά η ίδια. Αυτή είναι που απεκδύθηκε τον ιστορικό της δυναμισμό, αφέθηκε να μαλακώσει, εκθηλύνθηκε. Απαρνήθηκε τη βαριά βιομηχανία, την έκανε outsourcing, για να μετατραπεί σε μια αποϋλοποιημένη οικονομία υπηρεσιών. Αποσύρθηκε από τα πεδία της αλλοτινής γεωπολιτικής κυριαρχίας της, ως ήπια δύναμη, αφήνοντας χώρο σε διψασμένους, σφριγηλούς αντιπάλους: Ρωσία, Κίνα, ισλαμικός φονταμενταλισμός.

Κυρίως όμως, η φιλελεύθερη δημοκρατία διαμόρφωσε τους όρους της υπονόμευσής της. Αρχής γενομένης από τη δεκαετία του 1960 και τα κινήματά της, επικράτησε στις δυτικές κοινωνίες ένας ριζοσπαστικός ατομικισμός με τα δικαιώματα στο επίκεντρο, μια ηδονιστική κουλτούρα χωρίς όρια και υποχρεώσεις, ενάντια σε κάθε μορφή πειθαρχίας και ιεραρχίας. Αυτό που ονομάστηκε «δικαιωματισμός» αποσάθρωσε τον κοινωνικό δεσμό, το ανήκειν, την εθνική ταυτότητα.

Καρπός της αποθέωσης του ατόμου και των δικαιωμάτων του είναι τα σημερινά συμπτώματα: υπερευαισθησία απέναντι στις διακρίσεις, ρευστές έμφυλες ταυτότητες, κριτική του ρατσισμού και της δυτικής αποικιοκρατίας, πολιτική ορθότητα. Μια πολιτική της ταυτότητας που κάνει κομμάτια τον κοινό μας δεσμό, αμφισβητώντας τη δυτική κουλτούρα και στοχοποιώντας τον «λευκό δυτικό άνθρωπο». Ενα ενοχικό αυτομαστίγωμα της Δύσης.

Εντούτοις, αυτή η παλιά ιδέα της παρακμής προϋποθέτει μια ενιαία «ουσία» της Δύσης. Αλλά η Δύση δεν είναι μονόλιθος ακλόνητος στον χρόνο· δεν είναι δεδομένο, είναι διακύβευμα. Η πρωταρχική εικόνα της αναδύεται μέσα στη σύγκρουση με τις μορφές του Αλλου: μουσουλμάνοι, Εβραίοι, Σλάβοι, βάρβαροι. Ομως ταυτότητα και ετερότητα συμπλέκονται, λέει π.χ. ο Gerard Delanty («Επινοώντας την Ευρώπη», Ασίνη, 2016). Τα συστατικά της στοιχεία είναι η χριστιανοσύνη αλλά και η αποικιοκρατία, ο φασισμός αλλά και η φιλελεύθερη δημοκρατία, τα εσωτερικά ρήγματα: προτεσταντισμός και καθολικισμός τον 17ο αιώνα, φιλελεύθερος εθνικισμός και ρομαντισμός της φυλής τον 19ο. Οριοθετημένη απέναντι στον Αλλο και συνυφασμένη μαζί του με χιλιάδες νήματα, γεννάει τον Διαφωτισμό αλλά και το Ολοκαύτωμα.

Το κυριότερο είναι ότι αυτός ο πληθυντικός και αντιφατικός πολιτισμικός χώρος επινόησε την ίδια την αυτοκριτική του. Θα ήταν, λοιπόν, μάλλον ανασφαλής στάση να θεωρούμε ότι η δυτική μας «ταυτότητα» απειλείται σήμερα από την κριτική στην πατριαρχία, στον θεσμικό ρατσισμό, στις συμβολικές αλλά απολύτως απτές, άυλες και υλικές (ταξικές, σε μια απωθημένη γλώσσα) ανισότητες – και στη συναρμογή τους.

Ο «δικαιωματισμός», για να το πούμε προκλητικά, όχι απλώς δεν απειλεί τη «Δύση» αλλά είναι προϊόν των καλύτερων παραδόσεων της νεωτερικότητας, που έχει ως ιδρυτική στιγμή τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη και την ιδέα της ίσης ελευθερίας για όλους.

Σοκάρεται ίσως κανείς από την καταστροφή του αγάλματος ενός δουλεμπόρου στο Μπρίστολ ή από την πολιτικώς ορθή επιταγή να αναδειχθεί η διάσταση της δουλείας στο «Οσα παίρνει ο άνεμος». Οσο όμως και αν είναι αναγκαίο η κριτική να υπόκειται και η ίδια σε κριτική, άλλο τόσο ισχύει ότι, έστω διά της υπερβολής, αναδύονται στον δημόσιο χώρο αιτήματα αναγνώρισης των «αόρατων» και ένας αναστοχασμός της δικής μας πολλαπλής ταυτότητας. Απειλείται η Ιστορία μας με όλα αυτά ή μήπως απλώς συνεχίζει να γράφεται;

Το 2020 κυκλοφόρησε το τεύχος 87 του Λούκυ Λουκ «Μπελάδες στις φυτείες». Ο Λούκυ Λουκ, που εξαρχής υπήρξε μια υπονόμευση της κατεξοχήν «δυτικής» εικόνας του λευκού καουμπόη, βρίσκεται αίφνης ιδιοκτήτης μιας βαμβακοφυτείας στη Λουιζιάνα. Το γεγονός ότι συντάσσεται με τους «νέγρους» τον φέρνει αντιμέτωπο με τους λευκούς γαιοκτήμονες και την Κου Κλουξ Κλαν. Είναι άραγε μία ακόμη εκδοχή της «τυραννίας της πολιτικής ορθότητας» ή ένας κριτικός, και με χιούμορ, αναστοχασμός της Ιστορίας μας;

Η ιδέα της παρακμής φιλοτεχνεί μια νοσταλγία της υποτιθέμενης ακμής, έναν παρηγορητικό μύθο ενάντια στα δεινά τού τώρα. Ταυτόχρονα, κλείνει τον ορίζοντα του μέλλοντος: εάν η παρακμή είναι αναπόφευκτη, τι νόημα έχει να σκεφτόμαστε τους όρους της κοινής μας συμβίωσης;

Εντέλει, είναι ιδέα βαθιά αντι-δυτική, εάν η «Δύση» είναι μια ταυτότητα που γίνεται ευρύχωρη ακριβώς όταν ξανασκέφτεται κριτικά τον εαυτό της.

* Ο κ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός επιστήμων, συγγραφέας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή