Υποχώρηση της –διαχρονικά υποβαθμισμένης– ποιότητας του νομοθετικού έργου στη Βουλή των Ελλήνων καταγράφει για την πρόσφατη προεκλογική περίοδο η έρευνα που υπό τον τίτλο «Δείκτης Ποιότητας Νομοθέτησης» πραγματοποιήθηκε από το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (KEΦίΜ).
«Το 2023, από την αρχή του έτους μέχρι το κλείσιμο της Βουλής ενόψει των εθνικών εκλογών του Μαΐου, η ποιότητα της νομοθέτησης στη χώρα μας υποχώρησε σε σχέση με το 2022», αναφέρεται χαρακτηριστικά στη μελέτη, που φέτος πραγματοποιήθηκε με τη νομική υποστήριξη της «Τράπεζας Νομικών Πληροφοριών Νόμος». Μεταξύ άλλων σημειώνεται ότι ψηφίστηκαν στο προεκλογικό τμήμα του τρέχοντος έτους 38 σχέδια νόμου, συνολικά 3.896 σελίδων, όπως επίσης και 45 τροπολογίες. Εξ αυτών, βάσει σειράς μετρήσεων ποιοτικών χαρακτηριστικών συγκεντρώνοντας συνολική βαθμολογία «νομοθετικής ποιότητας» 60,85 βαθμούς χαρακτηρίζεται ως πρώτο ο «Κώδικας Μετανάστευσης», κυρίως επειδή δεν είχε τροπολογίες, ενώ τελευταίο με μόλις 29,04 βαθμούς, ο νόμος με τα «Μέτρα στήριξης των συγγενών των θυμάτων και των πληγέντων του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών». Η συγκεκριμένη «χαμηλή επίδοση», σύμφωνα με τη μελέτη, «έχει σχέση κυρίως ως προς την εφαρμογή του, καθώς προβλέπει 59 εξουσιοδοτήσεις για Υπουργικές Αποφάσεις, από τις οποίες μόνο ένα ποσοστό 17% ενεργοποιήθηκε σε διάστημα έξι μηνών από την ψήφισή του».
Ψηφίστηκαν 38 σχέδια νόμου, συνολικά 3.896 σελίδων, και 45 τροπολογίες.
Στα αρνητικά χαρακτηριστικά, ειδικότερα για το 2023, επισημαίνονται και άλλα όπως ότι «καμία έκθεση συνεπειών ρύθμισης νόμου δεν περιέχει ποσοτικά στοιχεία για τις επιπτώσεις στην κοινωνία, την οικονομία, το περιβάλλον και το κράτος», ενώ παράλληλα εντοπίζεται και το φαινόμενο της «συμβολικής νομοθέτησης», δηλαδή ότι «οι νόμοι ψηφίζονται με στόχο την ικανοποίηση της κοινής γνώμης και όχι την επίλυση πραγματικών προβλημάτων». Στην αξιολόγηση της εφαρμογής των νόμων παρατηρούμε πως το 2023 καμία εξουσιοδότηση για Προεδρικό Διάταγμα δεν ενεργοποιήθηκε εντός έξι μηνών από τη δημοσίευση του νόμου, ενώ αντίστοιχα ενεργοποιήθηκε μόλις το 14% των εξουσιοδοτήσεων για Υπουργικές Αποφάσεις. Η μελέτη, μέσα από τη σύγκριση των δεδομένων συνολικά της εξεταζόμενης περιόδου, καταλήγει μεταξύ άλλων στο συμπέρασμα ότι «η νομοθετική ποιότητα στην Ελλάδα το 2022 βελτιώθηκε οριακά», ενώ παράλληλα σημειώνεται: «Στην κατεύθυνση της βελτίωσης της ρυθμιστικής ποιότητας δημοσιεύθηκε από τη Γραμματεία Νομικών και Κοινοβουλευτικών θεμάτων της Προεδρίας της Κυβέρνησης τον Μάιο του 2020 το νέο Εγχειρίδιο Νομοπαρασκευαστικής Μεθοδολογίας, το οποίο εκσυγχρονίζει και επαναπροσδιορίζει το ισχύον νομικό πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας».
Μεταξύ εκείνων που χαρακτηρίζονται ως βελτιώσεις, ωστόσο, υπάρχουν και κάποιες οι οποίες σε δεύτερη ανάγνωση εμπεριέχουν ορισμένα από τα διαχρονικά αρνητικά χαρακτηριστικά της νομοθετικής διαδικασίας που εφαρμόζεται στη χώρα. Ενδεικτικά, αναφέρεται η περίπτωση των τροπολογιών, αφού μπορεί να καταγράφεται μείωση του αριθμού τους ανά νομοσχέδιο ή και των λεγόμενων τροπολογιών «της τελευταίας στιγμής», πλην όμως αυτή η βελτίωση εξουδετερώνεται από το γεγονός ότι τα άρθρα των τροπολογιών αυτών αυξάνονται. Μετατρέπονται, δηλαδή, σε «πολυτροπολογίες» με ρυθμίσεις άσχετες τόσο μεταξύ τους, όσο και ως προς το περιεχόμενο των νομοθετημάτων στα οποία εντάσσονται. Στη μελέτη, τέλος, αναφέρεται ότι «ο λόγος που προτιμάται η νομοθέτηση μέσω τροπολογιών είναι το γεγονός ότι στις τροπολογίες εφαρμόζονται σε πολύ μικρότερο βαθμό οι κανόνες καλής νομοθέτησης και οι σχετικές διατάξεις συχνά γίνονται δεκτές με περιορισμένο έλεγχο».