Γιατί αγοράζουν αλλά δεν επενδύουν στην Ελλάδα

Γιατί αγοράζουν αλλά δεν επενδύουν στην Ελλάδα

2' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο ενθουσιασμός για την επιστροφή στις αγορές και το μεγάλο ξένο επενδυτικό ενδιαφέρον είναι γενικός. Ωστόσο, όταν οι πόρτες κλείνουν και οι επενδυτικοί φάκελοι ανοίγουν, ο προβληματισμός επιστρέφει συγκεκριμένος. «Το ότι έρχονται, έστω, hedge funds ή private equity funds, για να τοποθετηθούν στην Ελλάδα, είναι θετικό. Το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν έρχονται πραγματικοί operators για να επενδύσουν στους κλάδους τους», σημειώνουν τραπεζικές πηγές, που παρακολουθούν τις εξελίξεις. Και ανησυχούν.

Πάρτε, για παράδειγμα, την περίπτωση της Praktiker Hellas. Πουλήθηκε στη Fairfax, που είναι ένα πολύ καλό fund, αλλά δεν έχει καμία σχέση με το αντικείμενο. Η προηγούμενη εμπειρία λέει ότι θα παραμείνει εκεί 3-4 χρόνια, θα πάρει τις υπεραξίες του και θα φύγει. Και μετά;

Οπως δεν έχει σχέση και με τις τράπεζες, αλλά αυτή τη στιγμή είναι ο βασικός υποψήφιος για τη Eurobank. Ωστόσο, ο αντίλογος υποστηρίζει –και σε μεγάλο βαθμό σωστά– ότι από τη στιγμή που καμία μεγάλη ξένη τράπεζα δεν έρχεται για να κάνει το ίδιο, τι πρέπει να γίνει; Να μείνει η τράπεζα κρατική και να την πληρώνουν εσαεί οι φορολογούμενοι;

Βεβαίως, στο σημείο αυτό, θα πρέπει να γίνει μία σημαντική διευκρίνιση. Η ελληνική αγορά ήταν και παραμένει μικρή για τα διεθνή δεδομένα, γεγονός το οποίο την καθιστά μη ελκυστική. Με εξαίρεση, ενδεχομένως, τον ξενοδοχειακό κλάδο, όπου, όμως, ακόμη και υπερδανεισμένοι ξενοδόχοι αρνούνται να πουλήσουν, για τους δικούς τους, «ιδιαίτερους», λόγους.

Ωστόσο, αυτό που μετράει είναι το αποτέλεσμα: Στην Ελλάδα, αυτή τη στιγμή, «ουρά» σχηματίζουν μόνο τα hedge funds. Τα οποία λειτουργούν με έναν βραχυπρόθεσμο χρονικά επενδυτικό ορίζοντα. Ακόμα και αυτά, όμως, μολονότι έχουν το χρήμα, στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν βρίσκουν πού να το τοποθετήσουν. Εν προκειμένω, ενδεικτική είναι η περίπτωση του Third Point, που ήρθε με περίπου 700 εκατ. ευρώ για να υλοποιήσει 5 projects σε ένα 6μηνο κι έχει περάσει περίπου ένας χρόνος χωρίς να έχει κάνει και πολλά πράγματα.

Ο βασικότερος λόγος; Το υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς δεν επιτρέπει αυτοματοποιημένες ενέργειες, σε περίπτωση αναδιάρθρωσης εταιρειών. Η Τράπεζα της Ελλάδας έκανε το πρώτο βήμα με τον κώδικα διαχείρισης προβληματικών δανείων, ενώ το γεγονός ότι προβλέπεται η δημιουργία ειδικών διευθύνσεων, ανά πιστωτικό οργανισμό, που θα κληθεί να εξυγιάνει προβληματικά δάνεια, επίσης κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ομως δεν αρκεί.

Σε αυτό που όλοι συμφωνούν είναι ότι απαιτείται μια συνολική νομοθετική παρέμβαση, που θα λύσει τα χέρια όσων προωθούν τις αναδιαρθρώσεις –σε επίπεδο Πτωχευτικού Δικαίου και όχι μόνο–, γιατί σε διαφορετική περίπτωση ελάχιστα ουσιαστικά βήματα μπορούν να γίνουν. Ακόμα και στο επίπεδο της αλλαγής διοικήσεων, που αποδεδειγμένα δεν κάνουν τίποτα για να επιστρέψουν οι εταιρείες τους σε θετικό πρόσημο. Τέλος, ακόμη και αν επιτευχθεί συμφωνία για αναδιάρθρωση, με φρέσκο χρήμα, αλλά και διαγραφή χρεών, υπάρχει πάντα ο φόβος του εισαγγελέα. Υπάρχει επίσης και η φορολογική στρέβλωση. Η διαγραφή αντιμετωπίζεται ως κερδοφορία, οπότε η εταιρεία, με το «καλημέρα», καλείται να πληρώσει… φόρο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή