Μετά το Βερολίνο, η ώρα της αλήθειας

Μετά το Βερολίνο, η ώρα της αλήθειας

11' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η στρατηγική εξόδου από το Μνημόνιο, που είχε σχεδιάσει ήδη από το πλεόνασμα του 2013 και επιδιώκει πλέον να υλοποιήσει το Μέγαρο Μαξίμου, λίγο έλειψε να τιναχθεί στον αέρα. Στο Eurogroup του Μιλάνου, η Ευρωζώνη εμφανίστηκε με το χέρι στο… φρένο. Η διάθεση των Ευρωπαίων ήταν να ξεκαθαρίσει πρώτα η πολιτική εκκρεμότητα στην Ελλάδα και να διαπραγματευτούν στη συνέχεια είτε με την κυβέρνηση υπό τον κ. Αντώνη Σαμαρά είτε με την όποια νέα πολιτική κατάσταση. Σε αυτό το σημείο ήταν που ο πρωθυπουργός αποφάσισε να ενεργοποιήσει τη συμφωνημένη συνάντησή του με την κ. Αγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο, την πόλη που ο Ελληνας πρωθυπουργός έχει επισκεφτεί πριν από κάθε κρίσιμη καμπή του ελληνικού προγράμματος. Το 2012, για να διασφαλίσει την ανοχή των Ευρωπαίων έως ότου η Αθήνα αποδείξει τη βούλησή της να παραμείνει εντός Ευρωζώνης. Το 2013, προκειμένου να καμφθούν οι εμμονές της τρόικας σχετικά με το δημοσιονομικό κενό. Και το 2014, για να μην αρχίσει να καρκινοβατεί η προσπάθεια εξόδου από το Μνημόνιο.

Κι αν κάτι πέτυχε ο πρωθυπουργός στη συνάντησή του με την καγκελάριο, την περασμένη Τρίτη, είναι η δέσμευσή της ότι η Ευρωζώνη δεν θα καθυστερήσει αναίτια και σκοπίμως την ολοκλήρωση της αξιολόγησης από την τρόικα και τις αποφάσεις για τη «μεταμνημονιακή εποχή» και την ελάφρυνση του χρέους. «Στο άτυπο Eurogroup του Μιλάνου, στις 12 Σεπτεμβρίου, κάποιοι μας έλεγαν να αφήσουμε το θέμα του χρέους γι’ αργότερα, να κάνουμε τώρα ό,τι μπορούμε και να ξαναδούμε τα υπόλοιπα τον Μάρτιο. Μετά το Βερολίνο αυτό δεν υπάρχει, τώρα είναι η ώρα της αλήθειας για όλους», λέει κυβερνητικός αξιωματούχος που έχει γνώση των όσων διημείφθησαν πίσω από τις κλειστές πόρτες της καγκελαρίας.

Και η «αλήθεια» αφορά τους πάντες. Την κυβέρνηση που καλείται να αποδείξει ότι παραμένει προσηλωμένη στη δημοσιονομική προσαρμογή και στις μεταρρυθμίσεις και, φυσικά, την Ευρωζώνη και την τρόικα, που θα πρέπει να σταθμίσουν ότι το πολιτικό κεφάλαιο της κυβέρνησης δεν είναι ανεξάντλητο.

Η παράμετρος «χρόνος»

Εκ των πραγμάτων, η ελληνική κυβέρνηση έχει μπροστά της ένα χρονικό ορόσημο, την προεδρική εκλογή. Μέχρι την έναρξη της πρώτης από τις τρεις ψηφοφορίες στη Βουλή θα πρέπει να υπάρξει τουλάχιστον ένα περίγραμμα εξόδου από τη μνημονιακή περίοδο. Σε διαφορετική περίπτωση, οι πιθανότητες προφανώς δεν είναι υπέρ της δικομματικής κυβέρνησης ενώ ένα σενάριο πλήρους ρήξης με την τρόικα απλώς θα αφαιρούσε το σύνολο των επιχειρημάτων της σε μία προεκλογική μάχη.

Ωστόσο ο φόβος ότι στην πολυπαραγοντική εξίσωση του ελληνικού προγράμματος υπάρχουν πολλοί που θα μπορούσαν να τραβήξουν… χειρόφρενο, είναι αισθητός. Από τις αγορές, που έδειξαν ήδη σημάδια εκνευρισμού μπροστά στη νέα κατάσταση, μέχρι την ευρωπαϊκή πλευρά εφόσον δεν βρει τον μηχανισμό που θα υποκαταστήσει την τρόικα και την τεχνική επάρκεια του ΔΝΤ στον έλεγχο των προγραμμάτων. Διότι η καρδιά του προβλήματος που πρέπει να απαντηθεί αφορά τον νέο μηχανισμό εποπτείας της Ελλάδας, που θα παρέχει αφενός ελαστικότητα στην ελληνική κυβέρνηση, αφετέρου θα στέλνει το μήνυμα σε εταίρους και, κυρίως, στις αγορές ότι η Ελλάδα παραμένει προσηλωμένη στη δημοσιονομική σταθερότητα και στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Και η Αθήνα, εκτός από την έξοδό της από το πρόγραμμα, ζητάει και επιπλέον δημοσιονομικές «ανάσες», αυξάνοντας το επίπεδο δυσκολίας.

«Οι στόχοι δεν θα αλλάξουν»

Δεν είναι, προς τούτο, τυχαία τα μηνύματα που έχουν, ήδη, σταλεί αρμοδίως, ενόψει και της έλευσης της τρόικας στην Αθήνα. «Η θέση μας είναι ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι δεν πρέπει και δεν θα αλλάξουν. Η δημοσιονομική κατάσταση έχει βελτιωθεί σημαντικά, αλλά πρέπει να είναι πιο σταθερή. Κάθε χαλάρωση των δημοσιονομικών δεσμεύσεων θα σηματοδοτήσει στις αγορές αλλά και στην κοινή γνώμη ότι η Ελλάδα επιστρέφει σε παλιές συνήθειές της καθώς πλησιάζει το τέλος των προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής». Σαν σε πλήρη ευθυγράμμιση με τον επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, η ίδια πηγή προσέθετε πως «η οικονομική κατάσταση βελτιώνεται, χάρη σε όλες τις μεταρρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν πρόσφατα, αλλά η πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές παραμένει εύθραυστη. Για να τερματίσετε το πρόγραμμα αυτό με ασφάλεια, χρειάζεται περισσότερη δουλειά για να ενισχυθεί η ανάπτυξη και να μπει το χρέος σε πτωτική πορεία. Η Ελλάδα πρέπει να πείσει τους επενδυτές –υιοθετώντας τις υπόλοιπες σημαντικές μεταρρυθμίσεις– ότι παραμένει προσηλωμένη στη βιώσιμη ανάπτυξη και στα υγιή δημόσια οικονομικά και μετά το πρόγραμμα».

Οι αναφορές αυτές προφανώς δεν κλείνουν την πόρτα στις ελληνικές επιδιώξεις, αλλά καταδεικνύουν το εύρος των δυσκολιών που θα πρέπει να υπερβεί η ελληνική κυβέρνηση. Το ενδεχόμενο, άλλωστε, της εξόδου της Ελλάδας από το πρόγραμμα δεν ήταν άγνωστο για τους εταίρους. Σενάρια έχουν «τρέξει» τόσο στα γραφεία του ΔΝΤ όσο και σε αυτά της Κομισιόν, πριν μάλιστα από τη συνάντηση των Παρισίων. Αυτό που απομένει είναι να βγουν από τα συρτάρια. Μετά το κλειστό δείπνο που είχε η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα με την τρόικα στο Παρίσι, όταν και ανακοινώθηκε η πρόθεση της Ελλάδας να μη ζητήσει νέο πρόγραμμα και να δοκιμάσει την τύχη εκτός ΔΝΤ. «Δεν κοιμήθηκα όλο το βράδυ», φέρεται ειπών ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, Ντέκλαν Κοστέλο, στους Ελληνες διαπραγματευτές. Η… αϋπνία του, ωστόσο, δεν προήλθε από την έκπληξη που του προκάλεσε η ελληνική θέση, αλλά από τη συνειδητοποίηση ότι το κουμπί είχε πλέον πατηθεί και ξεκινούσε μια πορεία χωρίς επιστροφή.

Η στρατηγική της Αθήνας

Ολο το επόμενο διάστημα, η κυβέρνηση θα κινείται σε δύο άξονες. Ο πρώτος αφορά τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Ο δεύτερος τις διαβουλεύσεις με την Κομισιόν και τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης για τον μηχανισμό επιτήρησης της Ελλάδας στη μεταμνημονιακή εποχή, το εάν θα χρειαστούν ή όχι τα υπόλοιπα δάνεια του ΔΝΤ και η ελάφρυνση του χρέους.

Ολα, άλλωστε, θα κριθούν, όπως προειπώθηκε, από τη βεβαιότητα επαρκούς εποπτείας επί της Ελλάδας και την επόμενη ημέρα. Από το Βερολίνο μέχρι τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον μέχρι τα γραφεία των μεγάλων επενδυτών, το μήνυμα είναι κοινό: σε περίπτωση τερματισμού του ελληνικού προγράμματος και αποχώρησης της τρόικας, πρέπει να βρεθεί μια νέα ισορροπία. Από τη μία, πρέπει να διατηρηθούν επαρκείς μηχανισμοί ασφαλείας –μέσω της μετα-προγραμματικής παρακολούθησης (PPS) από την Κομισιόν και την ΕΚΤ– που θα αποτρέψουν την παρέκκλιση της Ελλάδας από το μονοπάτι των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής προσαρμογής. Από την άλλη, πρέπει να γίνει σεβαστή η επιθυμία της ελληνικής κυβέρνησης να ανακτήσει μια ελευθερία κινήσεων στην οικονομική πολιτική.

Ενα σενάριο που έχει επεξεργαστεί η Κομισιόν είναι να γίνει η ελάφρυνση του χρέους σταδιακά, σε σύνδεση με την υλοποίηση προαπαιτούμενων. Η ελληνική πλευρά διαφωνεί με αυτό το ενδεχόμενο, καθώς όπως λένε αρμόδιοι παράγοντες θα «σαλαμοποιηθεί» το χρέος. Οι αγορές θα συνδέσουν τη στάση τους με τις αξιολογήσεις, οι αναβαθμίσεις θα κινούνται στον ρυθμό των… δόσεων της ελάφρυνσης. Κάτι τέτοιο θα καταστήσει δυσκολότερη και ακριβότερη την επιστροφή σε ομαλό δανεισμό.

Σε ό,τι αφορά την τρόικα, η ενδεχομένως τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος έχει συμφωνηθεί να διεξαχθεί σε δύο γύρους. Ο πρώτος θα αρχίσει την προσεχή Τρίτη και θα διαρκέσει 10 ημέρες, ενώ ο δεύτερος γύρος θα αρχίσει στις αρχές Νοεμβρίου. Το «σπάσιμο» δεν οφείλεται μόνο σε τεχνικούς λόγους, προκειμένου δηλαδή να συμμετάσχουν ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης και τα στελέχη της τρόικας στη σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (10 – 12 Οκτωβρίου) και στο Εurogroup (13 του μηνός). Οφείλεται και στο θεσμικό κενό που υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Κομισιόν. Η καθυστέρηση είναι, προφανώς, στοιχείο ανησυχίας, ωστόσο η Αθήνα αναμένεται να εκμεταλλευτεί το «κενό» των περίπου 20 ημερών προκειμένου να «τρέξει» αρκετές από τις εκατοντάδες εκκρεμείς δράσεις. Προσβλέπει δε και στο γεγονός ότι από την 1η Νοεμβρίου αναλαμβάνει η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επικεφαλής της οποίας θα είναι ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, ένας πολιτικός που κράτησε πάντα θετική στάση έναντι της Αθήνας. Μέχρι τότε, τα στελέχη της Κομισιόν που συμμετέχουν στην τρόικα δεν θα έχουν οδηγίες από την πολιτική ηγεσία τους, γεγονός που δεν διευκολύνει την πρόοδο των διαπραγματεύσεων. Ειδικά όταν τα θέματα της διαπραγμάτευσης απαιτούν και πολιτικές αποφάσεις.

Η κυβέρνηση:

1. Δεν θέλει να λάβει νέα μέτρα το 2015. Γι’ αυτό στο προσχέδιο του προϋπολογισμού έθεσε στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2,34% του ΑΕΠ, υπό την έννοια ότι έως εκεί μπορεί να φτάσει χωρίς πρόσθετα μέτρα. Πάντως, εντός του οικονομικού επιτελείου υπάρχουν κάποιοι που υποστηρίζουν ότι με ελαφρά πιο ορθές εκτιμήσεις για τα έσοδα και τις δαπάνες, μπορεί ο προϋπολογισμός να προσεγγίσει περισσότερο τον στόχο του Μνημονίου. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα υπολείπεται, και υπό αυτή την έννοια, η κυβέρνηση θέτει στο τραπέζι την αλλαγή των στόχων του Μνημονίου, το οποίο προέβλεπε πρωτογενές πλεόνασμα 3% του ΑΕΠ το 2015 και 4,5% το 2016 και τα επόμενα χρόνια, στόχοι που είχαν τεθεί προκειμένου το χρέος να καταστεί «βιώσιμο» υποχωρώντας κάτω από 120% του ΑΕΠ το 2022. Η αναπροσαρμογή τους, υποστηρίζει η κυβέρνηση, θα ενισχύσει την ανάκαμψη, δεν επηρεάζει πλέον τη βιωσιμότητα, ενώ και οι αγορές δεν θα αντιδράσουν αρνητικά καθώς οι νέοι στόχοι θα είναι ρεαλιστικότεροι και επιτεύξιμοι.

2. Δεν θέλει αλλαγές στο ασφαλιστικό, τουλάχιστον τέτοιες που να επηρεάσουν το ύψος των συντάξεων. «Δεν έχει λογική να λες ότι θα κάνεις νέες αλλαγές στο ασφαλιστικό όταν δεν έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται οι προηγούμενες, που ψηφίστηκαν το 2010 για να ισχύσουν από την 1η Ιανουαρίου 2015. Ας αφήσουμε να εφαρμοστούν και ξαναβλέπουμε το θέμα τον επόμενο Οκτώβριο», λέει κυβερνητική πηγή.

3. Διστάζει μπροστά στα εργασιακά. Πρόκειται για το πλέον «καυτό» μέτωπο για την κυβέρνηση λόγω της εμμονής των δανειστών να υπάρξει νομοθετική παρέμβαση για την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου που διέπει τις ομαδικές απολύσεις, σημείο που πια «ακουμπάει» στο πολιτικό DNA του μικρότερου κυβερνητικού εταίρου, του ΠΑΣΟΚ. Η Γ.Γ. του υπουργείου, Αννα Στρατινάκη, έχει στα χέρια της τον «καυτό» φάκελο. Κατά πληροφορίες, στα αιτήματα δεν περιλαμβάνονται μόνον οι ομαδικές απολύσεις, ο συνδικαλιστικός νόμος, αλλά μέχρι και η προσαύξηση για την εργασία τις Κυριακές και τις αργίες, που ζήτησε το ΔΝΤ.

Η πολιτική αστάθεια

Για την επιστροφή στις αγορές η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να δείξει, εκτός από μια ισχυρή δέσμευση στην ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων, και ένα σημαντικό αποθεματικό στα ελληνικά ταμεία, προκειμένου κάθε έξοδος στις αγορές να μη μοιάζει με αυτή του… Μεσολογγίου, να μη γίνεται δηλαδή όταν τα ταμεία αδειάζουν. Και αυτό προετοιμάζεται μεθοδικά. Τραπεζίτες πηγαινοέρχονται στη χώρα, ενδιαφέρον υπάρχει καθώς η Ελλάδα προσφέρει ευκαιρίες Με μία, ωστόσο, κυρίαρχη εκκρεμότητα, τον κίνδυνο ενός νέου πολιτικού αδιεξόδου.

Την προηγούμενη Δευτέρα παρατέθηκε, στο εστιατόριο GB του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρεταννία», γεύμα από την αμερικανική τράπεζα Morgan Stanley, με προσκαλεσμένους τους διαχειριστές 10 από τα μεγαλύτερα επενδυτικά κεφάλαια διεθνώς, που βρέθηκαν στην Αθήνα όλη την περασμένη εβδομάδα για «να πάρουν κλίμα». Επίσημος προσκαλεσμένος; Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος και ανέλαβε να τους εισαγάγει στην ελληνική πραγματικότητα και μεταξύ πρώτου και δεύτερου πιάτου, απάντησε σε πολλές ερωτήσεις που του έγιναν. Το συμπέρασμα; Μάλλον θα πρέπει να έφυγε με την εντύπωση ότι το κλίμα έξω είναι θετικό, αλλά το πολιτικό ρίσκο είναι αυτό που φοβίζει τους ξένους επενδυτές.

Σύμπτωση ή όχι, στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξαν και όλοι όσοι συμμετείχαν στο ετήσιο roadshow που διοργάνωνε μερικά 24ωρα πριν, στο υπόγειο του κτιρίου του Bloomberg στο Λονδίνο, η ΕΧΑΕ. Οι μεγάλοι Ελληνες «εισηγμένοι» ήταν εκεί και όλοι είχαν να λένε, επιστρέφοντας στην Αθήνα, ότι το μεγάλο άγχος των ξένων διαχειριστών εστιάζεται στις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας.

Κι επειδή σε όρους αγοράς η θεωρία γρήγορα μετουσιώνεται σε πράξη, αυτό το κλίμα άρχισε να αποτυπώνεται όπου δει μία μέρα μετά το γεύμα στο GB. Η συνάντηση του Ελληνα πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, με τη Γερμανίδα καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο μόλις έχει τελειώσει και μετά τις δηλώσεις των δύο, είναι εμφανές ότι «κάτι» αρχίζει να αντιδρά ανησυχητικά στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων: κινούνταν ανοδικά. Συγκεκριμένα, η απόδοση της δεκαετίας έφτασε την Τρίτη στο 6,06% από 5,88% τη Δευτέρα.

Καλώς ή κακώς, αυτό που κυρίως φοβούνται οι ξένοι διαχειριστές είναι το… τέλος της τρόικας στην Ελλάδα. Αυτή την έξοδο «σάλπισε» ο κ. Σαμαράς στις δηλώσεις του στη γερμανική πρωτεύουσα. Αν προστεθεί και ο παράγων «χρέος», που παραμένει ακόμη άγνωστος, αντιλαμβάνεται κανείς γιατί την Τετάρτη, οι ίδιες αποδόσεις είχαν φτάσει στο 6,22%.

Ωστόσο, από πουθενά αλλού μηνύματα ανησυχίας δεν προκύπτουν. Οι ξένοι συνεχίζουν να πηγαινοέρχονται για να βρουν δουλειές και τώρα τελευταία τις επισκέψεις τους έχουν πυκνώσει έως και τα μεγάλα νομικά γραφεία του Λονδίνου και του Παρισιού. Επειδή οι προσφυγές από το PSI συνεχίζονται, έρχονται για να αναλάβουν υποθέσεις. Business as usual, δηλαδή. Η καλύτερη επιβεβαίωση; Την εβδομάδα που πέρασε βρέθηκε στην Αθήνα ένα από τα κορυφαία στελέχη της αμερικανικής τράπεζας Goldman Sachs, ο Richard Gnodde, CEO του ευρωπαϊκού βραχίονα και ένα από τα 5 κορυφαία στελέχη της Goldman Sachs. Συνοδεύονταν και από άλλα υψηλόβαθμα στελέχη της τράπεζας, συναντήθηκαν με τον πρωθυπουργό, τον υπουργό Οικονομικών, συνομίλησαν με εφοπλιστές και τραπεζίτες και έφυγαν με την αίσθηση πως η προσπάθεια που έχει γίνει είναι σημαντική, ενώ η δουλειά που μένει να γίνει δημιουργεί ευκαιρίες. Ομως, και αυτοί βρίσκονται σε αναμονή ενδεχόμενων πολιτικών εξελίξεων, εξέφρασαν την εκτίμηση ότι πιθανή έξοδος του ΔΝΤ από την Ελλάδα θα είναι «καλό νέο» για τις αγορές και υπενθύμισαν με νόημα ότι έχουν στηρίξει τόσο την 3ετή όσο και την 5ετή έκδοση, και θα κάνουν το ίδιο και με τις επόμενες εκδόσεις. Το γενικό τους outlook; Positive…

Η παραίτηση του πρέσβη

Τη στιγμή που τα μεγαλύτερα διεθνή δίκτυα έβαζαν θετικό πρόσημο στη συνάντηση του Αντώνη Σαμαρά με την Αγκελα Μέρκελ, η Ελλάδα απορούσε από την αιφνίδια παραίτηση του πρέσβη στο Βερολίνο κ. Παν. Ζωγράφου.

Ο κ. Ζωγράφος (σ.σ.: ο οποίος δεν είχε εμπλοκή στον προγραμματισμό της συνάντησης Σαμαρά – Μέρκελ καθώς αυτή οριστικοποιήθηκε απευθείας από τα δύο πρωθυπουργικά γραφεία) φέρεται να δυσφόρησε καθώς αποκλείστηκε από τη «mirror» (ένας προς ένας) συνάντηση των δύο αντιπροσωπειών. Οταν το ζήτημα έλαβε διαστάσεις και λίγο πριν η ελληνική ομάδα εισέλθει στο γραφείο της Καγκελαρίας, ο διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, κ. Στ. Βασιλόπουλος, φέρεται να προσφέρθηκε να του παραχωρήσει τη θέση του, κάτι ωστόσο που δεν έγινε. Αυτόπτες μάρτυρες επιβεβαιώνουν την έντονη ενόχληση του κ. Ζωγράφου και την προαναγγελία της παραίτησής του. Του ζητήθηκε και λέγεται ότι συμφώνησε να τηρήσει τα διπλωματικά ειωθότα και να αναμείνει λίγες ημέρες, ώστε να μη «σκιαστεί» η πρωθυπουργική επίσκεψη. Λίγες μόλις ώρες αργότερα, ο κ. Ζωγράφος δημοσιοποιούσε την απόφασή του. Την ίδια ώρα γερμανικό δίκτυο ερμήνευε την παραίτηση ως αντίδραση στο ότι δήθεν αγνοήθηκε εισήγηση του κ. Ζωγράφου για αναβολή της συνάντησης, την ύπαρξη της οποίας αγνοούν υπ. Εξωτερικών και Μαξίμου. Αυτόπτες μάρτυρες χαρακτηρίζουν το σενάριο αυτό «κατασκευή» και δεν κρύβουν την απορία τους για τη σκοπιμότητα…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή