Ασφυκτικές προθεσμίες για τις διαπραγματεύσεις

Ασφυκτικές προθεσμίες για τις διαπραγματεύσεις

4' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στενά χρονικά περιθώρια, που γίνονται ασφυκτικά λόγω της ραγδαίας επιδείνωσης των συνθηκών ρευστότητας, θα έχει όποια κυβέρνηση προκύψει από τις αυριανές εκλογές προκειμένου να χαράξει τη στρατηγική της για τις διαπραγματεύσεις με τους διεθνείς πιστωτές.

Ο χρόνος φαίνεται ακόμη λιγότερος εάν από τις κάλπες αναδειχθεί μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ή με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, δεδομένου ότι η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση επιδιώκει μια συνολική επαναδιαπραγμάτευση των σχέσεων με τους πιστωτές.

Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει μια καταληκτική ημερομηνία, η 28η Φεβρουαρίου, οπότε εκπνέει η δίμηνη παράταση του προγράμματος. Εως τότε θα πρέπει:

• Ή να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση με την τρόικα. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται πλέον εφικτό με οποιαδήποτε κυβέρνηση, δεδομένου ότι η διαπραγμάτευση με τους εκπροσώπους των πιστωτών θα γίνει υπό το φως των νέων δημοσιονομικών δεδομένων που δημιουργεί η μεγάλη υστέρηση των εσόδων και των επιπτώσεων της πολιτικής αβεβαιότητας στην οικονομία.

• Ή να υποβληθεί νέο αίτημα για παράταση. Παρά το γεγονός ότι στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν πως από το κείμενο της σχετικής συμφωνίας προκύπτει ότι η παράταση είναι σε ισχύ μέχρι την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, η Ευρωζώνη θεωρεί ότι εκπνέει στο τέλος του μήνα και η Αθήνα θα πρέπει να αποφασίσει εάν θέλει να ζητήσει νέα παράταση ή να μείνει χωρίς πρόγραμμα. Το να παραμείνει η Ελλάδα χωρίς πρόγραμμα έχει άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στην οικονομία. Κατ’ αρχάς χάνονται δόσεις ύψους 3,7 δισ. ευρώ από την Ευρωζώνη. Επίσης, επιστρέφονται τα 11,2 δισ. ευρώ του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Επιπλέον, αν η Ελλάδα δεν έχει ξεκάθαρο πλαίσιο σχέσεων με τους πιστωτές, θα ενισχυθεί η αβεβαιότητα με τις δυσμενείς επιπτώσεις που αυτό θα έχει στην οικονομική δραστηριότητα, στη ρευστότητα κ.λπ.

Το πρώτο ορόσημο είναι η επομένη ακριβώς των εκλογών. Στις 26 Ιανουαρίου, συνεδριάζει στις Βρυξέλλες το Eurogroup. Τη χώρα θα εκπροσωπήσει πιθανώς ο κ. Γκίκας Χαρδούβελης, ο οποίος προφανώς θα βρεθεί σε μια μάλλον άβολη θέση. Ως απερχόμενος υπουργός Οικονομικών το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να μεταφέρει στην Αθήνα τα μηνύματα των Ευρωπαίων ομολόγων του.

Δεύτερο ορόσημο είναι η 4η Φεβρουαρίου. Το βράδυ αυτής της ημέρας συνεδριάζει το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και θα επανεξετασθεί η παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες μέσω του έκτακτου μηχανισμού της ΤτΕ (ELA). Προφανώς, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν προτίθεται να αφήσει ακάλυπτο το τραπεζικό σύστημα. Ωστόσο, δεν προτίθεται επίσης να παράσχει αφειδώς ρευστότητα. Αυτό φάνηκε την περασμένη Τετάρτη όταν ενέκρινε την παροχή ρευστότητας από τον ELA, αλλά μόνο το 70% του ποσού που αιτήθηκε η Τράπεζα της Ελλάδος. Στις 4 Φεβρουαρίου θα φανεί αν και κατά πόσον η ΕΚΤ θα χρησιμοποιήσει τη ρευστότητα ως μοχλό άσκησης πίεσης στην Αθήνα. Εχει εμπειρία, καθώς το είχε χρησιμοποιήσει κατά το παρελθόν τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ιρλανδία και στην Κύπρο.

Η σύνοδος κορυφής

Το επόμενο και πιο σημαντικό ορόσημο είναι η σύνοδος κορυφής της 12ης Φεβρουαρίου, ιδιαίτερα εάν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις και ο κ. Τσίπρας είναι πρωθυπουργός. Αν και το θέμα της είναι η τρομοκρατία, είναι βέβαιο πως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το θέμα της Ελλάδας θα απασχολήσει τους ηγέτες, ειδικά εάν, όπως είναι πολύ πιθανό, εκκρεμούν ακόμη τα θέματα της αξιολόγησης από την τρόικα και της επόμενης ημέρας.

Λίγες ημέρες αργότερα, στις 16 Φεβρουαρίου, θα συνεδριάσει εκ νέου το Eurogroup, στη διάρκεια του οποίου θα πρέπει να ξεκαθαρίσει οριστικά το θέμα της παράτασης του προγράμματος. Εάν η Ελλάδα υποβάλει αίτημα, θα χρειαστούν μερικές ημέρες προκειμένου αυτό να εγκριθεί από τα ευρωπαϊκά Κοινοβούλια. Σε αντίθετη περίπτωση, εάν η κυβέρνηση δεν υποβάλει αίτημα, η Ελλάδα θα εισέλθει για μία ακόμη φορά σε αχαρτογράφητα νερά, με όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά.

Τα έντοκα, η στρόφιγγα και η ΕΚΤ

Η ρευστότητα είναι ένας παράγοντας που θα επηρεάσει, όπως όλα δείχνουν, καθοριστικά τις εξελίξεις και τα χρονοδιαγράμματα. Το πρώτο ίσως πράγμα που θα πρέπει να κάνει η νέα κυβέρνηση είναι να αντιμετωπίσει τις βραχυχρόνιες ανάγκες χρηματοδότησης του Δημοσίου. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η ΕΚΤ θα σφίγγει τη στρόφιγγα σταδιακά και ανάλογα με την εξέλιξη των σχέσεων με την Αθήνα. Την Τετάρτη έφτασε στις τέσσερις συστημικές τράπεζες έγγραφο του Ενιαίου Μηχανισμού Εποπτείας (Single Supervisory Mechanism – SSM) με το οποίο τις αποτρέπει από το να αυξήσουν κάποια στοιχεία του ενεργητικού τους, τα οποία περιγράφει φωτογραφίζοντας τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου. Ουσιαστικά, o SSM, έχοντας υπόψη του την εκτίμηση στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ ότι μπορεί να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου μέχρι τον Ιούνιο μέσω εκδόσεων εντόκων (που θα απορροφήσουν οι ελληνικές τράπεζες), προειδοποιεί τις διοικήσεις τους ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει.

Είχε προηγηθεί το «ψαλίδι» στο ποσό που ζήτησε η ΤτΕ από τον ΕLA και ακολούθησε την Πέμπτη, ο πρόεδρος της ΕΚΤ κ. Ντράγκι, ο οποίος συμπεριέλαβε επί της αρχής την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, αλλά υπό την προϋπόθεση ότι θα δεχθεί και θα ολοκληρώσει την αξιολόγηση από την τρόικα και θα συμφωνήσει σε ένα νέο πρόγραμμα με την Ευρωζώνη. Συνεπώς, η εξέλιξη των συνθηκών ρευστότητας ενδέχεται να αναδείξει νέες κρίσιμες και καθοριστικές ημερομηνίες, από την επομένη των εκλογών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή