Η ΕΚΤ κρατάει τη ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας

Η ΕΚΤ κρατάει τη ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας

3' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Το κλειδί για τη ρευστότητα της χώρας κρατάει αυτή τη στιγμή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Την ίδια ώρα, όμως, αξιωματούχοι της θεωρούν εξαιρετικά δύσκολη την αύξηση του ορίου των εντόκων γραμματίων και κατ’ επέκταση την ενίσχυση της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας. Κι αυτό, γιατί είναι ξεκάθαρο ότι μία τέτοια απόφαση εξαρτάται από την απάντηση στο δίλημμα για το κατά πόσον κάτι τέτοιο είναι άμεση χρηματοδοτική μεταβίβαση (που απαγορεύεται από τη συνθήκη) ή όχι.

Αξιωματούχος της ΕΚΤ τόνιζε στην «Κ» ότι αν ξένα funds ήθελαν να αγοράσουν τα έντοκα γραμμάτια, τότε δεν θα υπήρχε πρόβλημα, γιατί έτσι δεν θα αναγκάζονταν να τα αγοράσουν οι ελληνικές τράπεζες και έτσι δεν θα εθεωρείτο άμεση χρηματοδότηση. Ομως το όριο και πάλι θα αυξανόταν περίπου όσο και το ποσό των ξένων επενδυτών και μέχρι στιγμής δεν υπάρχει ανάλογο ενδιαφέρον.

Το 2012, όμως, επί υπουργίας Γιάννη Στουρνάρα, η ΕΚΤ είχε δώσει το πράσινο φως και είχε δεχθεί να αυξήσει το όριο των εντόκων γραμματίων από 15 δισ. που είναι σήμερα στα 18 δισ. ύστερα και από σχετική απόφαση του Eurogroup. Αξιωματούχος της ΕΚΤ εξηγούσε ότι η κατάσταση είναι διαφορετική σήμερα από το 2012, καθώς τότε εξελίσσονταν συνεχείς συζητήσεις με την τρόικα, διεξαγόταν η αξιολόγηση, υπήρχε ξεκάθαρη δέσμευση για τήρηση του προγράμματος από την ελληνική πλευρά όπως και το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας στις αγορές.

Τα παραπάνω ξεκαθάρισε δεν ισχύουν αυτή τη χρονική στιγμή, καθώς ακόμα υπάρχουν συζητήσεις για το σύνολο του προγράμματος, με την ελληνική πλευρά να μην έχει αποφασίσει ποιο σκέλος του θέλει να κρατήσει και ποιο να αντικαταστήσει (η περίφημη συζήτηση για το 70%-30% του προγράμματος). Επίσης, άλλος αξιωματούχος της ΕΚΤ έλεγε στην «Κ» ότι είναι ξεκάθαρο στη Φρανκφούρτη ότι οι βασικές χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας είναι μέχρι τον Αύγουστο. Μετά τον Αύγουστο οι ανάγκες είναι ελάχιστες, οπότε η πίεση για οποιαδήποτε μεταρρύθμιση θα πρέπει να γίνει σε αυτό το χρονικό διάστημα και ενώ τα ταμεία αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα έλλειψης ρευστότητας.

Ενα άλλο σημείο στο οποίο αναφέρεται αξιωματούχος της ΕΚΤ είναι αυτό που αφορά στο ότι η ελληνική πλευρά μέχρι τώρα θεωρούσε ότι η συζήτηση πρέπει πρώτα να γίνει σε πολιτικό επίπεδο, δηλαδή στο Eurogroup και «μετά τα τεχνικά κλιμάκια να συμπληρώσουν τους αριθμούς» όπως λέει χαρακτηριστικά. «Αυτός δεν είναι ο τρόπος που δουλεύουμε» συμπλήρωνε. «Πρώτα πρέπει να δουλέψουν τα στοιχεία και τους αριθμούς τα τεχνικά κλιμάκια, να μάθουμε την κατάσταση των δημοσιονομικών στοιχείων και ύστερα να παρθεί μία πολιτική απόφαση σε επίπεδο Eurogroup». Γεγονός είναι ότι μέχρι και την Παρασκευή, που ξεκίνησαν τις εργασίες τους τα τεχνικά κλιμάκια, ουδείς θεσμός είχε παραμικρή ιδέα για τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, καθώς την τελευταία φορά που ήλθαν στη χώρα για να κοιτάξουν τα νούμερα ήταν πριν από εννέα μήνες.

Και ίσως αυτό να ήταν και το μόνο θετικό αποτέλεσμα της συνάντησης, την περασμένη Τετάρτη, της ελληνικής πλευράς (Θεοχαράκη, Παναρίτη) με τους εκπροσώπους της τρόικας, που τώρα έχει μετονομαστεί σε Brussels Group. Οτι η ελληνική πλευρά κατάλαβε ότι πρώτα πρέπει να υπάρχει γνώση των τεχνικών ζητημάτων, αριθμών και στοιχείων και μετά να υπάρξει πολιτική συζήτηση. Γι’ αυτό και το βράδυ της Τετάρτης, η ελληνική πλευρά δέχτηκε να επιστρέψει στην Αθήνα και να ξανασυζητήσει στις Βρυξέλλες με τους επικεφαλής όταν θα υπάρχουν περισσότερα στοιχεία.

Κατά τ’ άλλα ως «ναυάγιο» περιέγραφαν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αυτή τη συνάντηση και παρόλο που υπήρχε κατανόηση ότι η ελληνική πλευρά είναι άπειρη -το γεγονός ότι ο κ. Θεοχαράκης (γεν. γραμματέας δημοσιονομικής πολιτικής) και η κ. Παναρίτη (σύμβουλος του κ. Βαρουφάκη) ξεκίνησαν στο υπουργείο Οικονομικών πριν από λίγες μέρες- η επιμονή τους να συζητηθούν μόνο οι 7 προτάσεις – μεταρρυθμίσεις του κ. Βαρουφάκη έδωσε την εντύπωση ότι δεν είχαν συγκεκριμένο στόχο, ενώ τα συνεχή τηλεφωνήματα στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της συνάντησης δημιούργησαν νευρικότητα στους εταίρους.

Σύμφωνα με Ευρωπαίο αξιωματούχο, με γνώση των συζητήσεων, την περασμένη Τετάρτη υπήρξε η αίσθηση ότι μάλλον βήματα προς τα πίσω έγιναν. Οι 7 προτάσεις που επέμενε να συζητήσει η ελληνική πλευρά είχε αποφασιστεί από το τελευταίο Eurogroup της Δευτέρας ότι δεν είχε κανένα νόημα να εξεταστούν από μόνες τους, παρά μόνο αν βρίσκονται στο πλαίσιο του γενικότερου προγράμματος. Μόνο έτσι θα προέκυπτε αν είναι στη σωστή κατεύθυνση και ποιο θα ήταν το δημοσιονομικό τους κόστος ή όφελος. Οι εκπρόσωποι ήθελαν περισσότερο να δουν τις προτεραιότητες της ελληνικής κυβέρνησης σε σχέση με το πρόγραμμα, κάτι που αναμένεται να γίνει τις επόμενες μέρες στην Αθήνα. Αλλωστε όλοι πλέον γνωρίζουν ότι ο χρόνος πια είναι πολυτέλεια που δεν διαθέτει η χώρα και οι διαδικασίες πρέπει πλέον να επιταχυνθούν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή