Αποψη: Περιβάλλον σε μετάβαση

Αποψη: Περιβάλλον σε μετάβαση

3' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Διακήρυξη της Λευκωσίας επαναβεβαίωσε την πρόθεση Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου να ενισχύσουν τους δεσμούς τους, με την εμπιστοσύνη να εδραιώνεται με σταθερούς ρυθμούς. Προκειμένου, όμως, να αντέξουν στον χρόνο απαιτούνται συνέργειες, ορισμένες από τις οποίες, εκ των πραγμάτων, ίσως να μην τελεσφορήσουν.

Στην ευρύτερη περιοχή οι αβεβαιότητες υπερκερούν τις συστημικές σταθερές, με τη ρευστότητα να είναι η κυρίαρχη τάση. Εσχάτως, τα βλέμματα έχουν στραφεί στο ενδεχόμενο επίτευξης οριστικής συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Αυτή η προοπτική επιφέρει ανακατατάξεις, με τα κράτη του Κόλπου να επιδιώκουν την αναχαίτιση του Ιράν, επιχειρώντας να αναπτύξουν ένα παράλληλο σύστημα ασφάλειας και επιρροής. Οι σοβαρές διαφορές Τουρκίας-Σαουδικής Αραβίας δεν επιτρέπουν τη σύμπηξη σουνιτικού μετώπου, αλλά συναντώνται και εργάζονται από κοινού για την ανατροπή του Ασαντ. Η πρώτη προσβλέπει, ως αντάλλαγμα, στην εξασφάλιση οικονομικής αρωγής από το Κατάρ, επιχειρώντας να εκμεταλλευτεί τη γεωγραφική της θέση. Παρ’ όλα αυτά, το Ριάντ αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη δυσπιστία την προσπάθεια της Αγκυρας να ηγεμονεύσει στον αραβικό κόσμο, με τη μεταξύ τους αντιπαράθεση να καθίσταται κάποια στιγμή σχεδόν αναπόφευκτη, ακόμη και αν συμπράξουν περιστασιακά έναντι της Τεχεράνης.

Από την άλλη, η αλαζονική αυταρέσκεια της γείτονος έχει αναπροσανατολίσει Ισραήλ και Αίγυπτο προς Ελλάδα και Κύπρο, με σκοπό τον σχηματισμό ενός τύποις αντίβαρου και την ηχηρή αποδοκιμασία του τουρκικού καθεστώτος. Οι ενεργειακές προοπτικές, μάλιστα, δημιούργησαν αρχικά τις προϋποθέσεις για την επίτευξη συνεννοήσεων, που, προϊόντος του χρόνου, διευρύνθηκαν και σε άλλα πεδία.

Δύνανται και προτίθενται, όμως, οι καινούργιοι σύμμαχοι να εγκαθιδρύσουν ένα νέο στρατηγικό περιβάλλον στην Ανατολική Μεσόγειο; Και πώς τοποθετούνται οι παραδοσιακοί μας εταίροι απέναντι σε μία τέτοια προοπτική;

Κατά πρώτον, όλες οι ηγεσίες των εμπλεκόμενων χωρών δείχνουν διστακτικές στη δημιουργία τετελεσμένων σε ζητήματα υψηλής πολιτικής. Πράγματι, ναι μεν σφυρηλατούμε τις σχέσεις μας, αλλά με τη δέουσα προσοχή, αντιλαμβανόμενοι τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα και τις δυνατότητες του καθενός. Εξασφαλίζονται, επί παραδείγματι, επαρκώς οι θέσεις του Καΐρου από την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αθήνα, που θα αποκλείει την Αγκυρα; Ή, μπορούμε να προσδώσουμε στο Ισραήλ το απαιτούμενο στρατηγικό βάθος και το αναγκαίο αντιστάθμισμα ως δυνάμει στρατηγικού εταίρου;

Στον τομέα της ενέργειας, κατά πόσο ευθυγραμμιζόμαστε, όταν διεκδικούμε ρόλο διαμετακομιστή, εφόσον επιλεγεί η ευρωπαϊκή αγορά, ενώ το Ισραήλ προσβλέπει στη χρήση των υποδομών LNG στην Αίγυπτο;

Επίσης, πόσο θα επιδράσει στις τελικές αποφάσεις διάθεσης του αερίου τυχόν λύση του Κυπριακού (με την εκλογή Ακιντζί να αναπτερώνει τις ελπίδες, χωρίς να παραγνωρίζονται οι δυσκολίες), πολύ περισσότερο όταν οι τωρινές ποσότητες δεν δικαιολογούν την υλοποίηση μεγαλεπήβολων σχεδίων – π.χ., σταθμός υγροποίησης στο Βασιλικό;

Αναντίρρητα, παρότι η θέση της χώρας μας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς αποτελεί αυτονόητο ατού, οι δεσμοί με Αίγυπτο και Ισραήλ εμπεριέχουν στοιχεία προσωρινότητας, καθόσον είναι νεότευκτοι, δεν έχουν δοκιμαστεί και εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από (γεωπολιτικές) μεταβολές: από τη συνεχιζόμενη αποξένωση του Τελ Αβίβ στο Παλαιστινιακό, τις διεργασίες γύρω από το Ιράν, που ενδέχεται να συσπειρώσουν αντίπαλες δυνάμεις, έως την αλλαγή ηγεσίας σε Αίγυπτο και Τουρκία.

Η Ελλάδα πράττει σωστά όταν αποφεύγει την αντιπαραβολή με άλλα κράτη, καθώς και την καλλιέργεια αίσθησης απομόνωσής τους. Δεδομένης της φύσης των προβλημάτων που ταλανίζουν την περιοχή, η Αθήνα μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλίες ανάπτυξης μιας πλατφόρμας συνεργασίας, την οποία, παράλληλα, θα «αγκαλιάσουν» Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες, καθότι προσώρας παρακολουθούν αποσβολωμένες και χωρίς ίχνος ευρηματικότητας την υπονόμευση των σχεδίων τους. Γι’ αυτές, οι προκλήσεις και οι ασύμμετρες απειλές, όπως διαμορφώνονται, απαιτούν μία μίνιμουμ σύμπραξη όλων των κρατικών οντοτήτων, χωρίς αποκλεισμούς και δυσαρεστημένους. Επειδή οι συμβιβασμοί απαιτούν μετριοπάθεια και υπευθυνότητα, συγκεκριμένες ηγεσίες, εύλογα, θα βρεθούν υπό μεγαλύτερη πίεση να επιστρέψουν στον διάλογο και δη με λιγότερο ευνοϊκούς όρους από ό,τι στο παρελθόν.

Το τελικό αποτέλεσμα, πάντως, θα προσδιοριστεί εν πολλοίς από το πώς θα συμπληρωθούν οι υφιστάμενες συγκλίσεις ώστε να αντιμετωπιστούν οι εστίες αποσταθεροποίησης, ποιοι θα καλύψουν το διευρυνόμενο κενό ασφαλείας και μέχρι πού θα επιδιώξουν οι μεγάλες δυνάμεις να ποδηγετήσουν τις περιφερειακές συνέργειες.

Συμπερασματικά, η δυναμική των τελευταίων ετών προσφέρεται ως εργαλείο πίεσης έναντι της Τουρκίας, προκειμένου να μετριαστεί ο μεγαλοϊδεατισμός της και να καταστεί σαφές πως η διατήρηση αντιπαραγωγικών πολιτικών οδηγεί σε παρατεταμένη βλάβη/περιθωριοποίηση. Εντούτοις, η εταιρικότητα με την Αίγυπτο και το Ισραήλ δεν μπορεί να μετατραπεί αυτόματα σε ανάληψη μόνιμων δεσμεύσεων, προφανώς γιατί οι τακτικές σκοπιμότητες δεν μπορούν να υπερβούν τις στρατηγικές στοχεύσεις. Οσο, βέβαια, διατηρείται η παρούσα κατάσταση τίποτα δεν αποκλείεται.

* Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής ερευνών Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή