Τι θα έλεγε ο Θουκυδίδης για την κρίση στην Ελλάδα;

Τι θα έλεγε ο Θουκυδίδης για την κρίση στην Ελλάδα;

4' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μια ξένη αντιπροσωπεία που εκπροσωπεί μια ισχυρή συμμαχία αντιμετωπίζει μια μικρή χώρα της Μεσογείου με ένα τελεσίγραφο. Είτε προσχωρείτε στη συμμαχία μας, πληρώνοντας καταστροφικά τέλη και εκχωρώντας την εθνική κυριαρχία σας, ή θα καταστραφείτε. Απρόθυμη να επιτρέψει στην αντιπροσωπεία να παρουσιάσει την πρότασή της στους συμπολίτες τους, η πολιτική ελίτ της χώρας προσπαθεί να κερδίσει χρόνο. Αλλά επικλήσεις στην κοινή λογική, το ρεαλισμό και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν πτοούν τους επισκέπτες.

Όταν η ελίτ επιτέλους απαντά ότι δεν είναι διατεθειμένη να παραδώσει την ελευθερία του έθνους, η αντιπροσωπεία αποσύρεται και, πιστή στην απειλή της, συνθλίβει την εξεγερμένη  χώρας.

Σας θυμίζει κάτι; Εκτός από μερικές λεπτομέρειες, η κατάσταση μοιάζει με τη σημερινή αντιπαράθεση ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, αυτή η συγκεκριμένη σκηνή έλαβε χώρα πριν 2500 χρόνια. Τότε, επίσης, η Ελλάδα ήταν η αρένα, με την ισχυρή πόλη-κράτος της Αθήνας εναντίον του μικρού νησιού  της Μήλου. Στην συναρπαστική ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Θουκυδίδης αναπαριστάνει, ή ίσως παριστάνει, τη συνάντηση στο 416 π.Χ. μεταξύ των αρχηγών του αθηναϊκού στόλου και των ηγετών του μικρού νησιού/πόλεως της Μήλου. Υπάρχουν ανησυχητικές  ομοιότητες ανάμεσα στο τότε και το τώρα που μπορεί να φωτίσουν σε βάθος την τρέχουσα δυσάρεστη κατάσταση.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου εναντίον της Σπάρτης, οι Αθηναίοι απαίτησαν από την Μήλο να ενταχθεί στην Δηλιακή Συμμαχία. Αρχικά μια αμυντική συμμαχία που οι ελληνικές πόλεις-κράτη είχαν δημιουργήσει μετά τη δεύτερη περσική εισβολή, η Δηλιακή Συμμαχία είχε γίνει όργανο του αθηναϊκού ιμπεριαλισμού. Τα κράτη μέλη, μη μπορώντας να αποχωρήσουν, υπόκεινται στις προσταγές της Αθήνας και υποχρεούνται να πληρώνουν ετήσιο φόρο. Στις καταγγελίες τους η Αθήνα απαντά ότι η συμμαχία, είτε τα μέλη συμφωνούν είτε όχι, ήταν για το καλό τους. Η δημοκρατία την οποία η Αθήνα εξασκεί στην πόλη της, με λίγα λόγια, δεν επεκτείνεται στην διακυβέρνηση της Συμμαχίας.

Αυτό που οι ιστορικοί αποκαλούν ο διάλογος της Μήλου είναι η απεικόνιση του Θουκυδίδη του φινάλε αυτής της πολιτικής – αυτό που ο Βίκτωρ Ντέιβις Χάνσον  απεκάλεσε η Αθηναϊκή «βασιλεία του τρόμου».  Ο πόλεμος μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης ήδη διαρκούσε σχεδόν δύο δεκαετίες, αλλά δεν διαφαινόταν κάποιο τέλος στον ορίζοντα. Με τους πολίτες της κουρασμένους και ανήσυχους, η Αθήνα υιοθέτησε  μια ωμή πολιτική πρακτική, δηλώνοντας ότι οι πόλεις-κράτη που δεν συμφωνούσαν μαζί της ήταν, απλούστατα, εναντίον της. Απείλησε δε την ουδέτερη Μήλο με ολική καταστροφή εάν αρνηθεί να ενταχθεί στην Δηλιακή Συμμαχία.

Βεβαίως, ο παραλληλισμός υπολείπεται σε πολλά σημεία. Η Μήλος ήταν μια ουδέτερη πόλη, ενώ η σύγχρονη Ελλάδα όχι μόνο προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά όλα αυτά τα χρόνια  λεηλατούσε ελαφρά τη καρδία το ταμείο της. Και η Μήλος δεν προκάλεσε μια πρωτοφανή κρίση κρατικού χρέους και δεν ασκούσε μη βιώσιμες κοινωνικές πολιτικές όπως η Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία αν όχι για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Αλλά αυτό που διακυβευόταν τότε και που διακυβεύεται τώρα είναι, πρώτα απ' όλα, το θέμα της εθνικής κυριαρχίας σε σχέση με τους υπερεθνικούς οργανισμούς. Η «ενωμένη Ευρώπη» γεννήθηκε, εν μέρει, από τον φόβο της Ρωσία του Στάλιν, η οποία δεν ήταν λιγότερο απειλητική και ζοφερή από ότι η Περσία του Ξέρξη. Αλλά, όπως και η Δηλιακή Συμμαχία μετά την εξάλειψη του περσικού κινδύνου, η αρχική βάση για την άκριτη υποταγή στην Ευρώπη εξαφανίστηκε με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. (Η πρόσφατη άκαρπη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν απηχεί τις ελπίδες της Μήλου ότι η Σπάρτη θα σπεύσει να την διασώσει.)

Πιο πρόσφατα, όμως, η προοπτική ενός διαφορετικού είδους αυταρχικής διακυβέρνησης έχει αναστατώσει έναν αυξανόμενο αριθμό Ευρωπαίων. Διαφαινόμενη πίσω από το ευρώ είναι η ωμή πραγματικότητα της αυστηρής νομισματικής και οικονομικής πολιτικής της Γερμανίας, η νευρικότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που επικεντρώνεται στο φάσμα του πληθωρισμού, και η προθυμία του Συμβουλίου των Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εγκρίνει πολιτικές σε ένα περιβάλλον σχεδόν παντελούς απουσίας δημοκρατικών διαδικασιών.

Σαν αποτέλεσμα, η Ελλάδα είναι αντιμέτωπη όχι μόνο με το οικονομικό της χρέος αλλά και το διαβόητο πλέον «δημοκρατικό έλλειμμα» της Ευρώπης. Αρκετά χρόνια πριν, ο ιστορικός Τόνι Τζαντ παρατήρησε ότι υπήρχε «μια αίσθηση ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται ‘εκεί’ με δυσμενείς συνέπειες για μας ‘εδώ’ και κατά την οποία ‘εμείς’ δεν είχαμε λόγο. Αυτή η περισσότερο ή λιγότερο ακριβής αντίληψη έχει ενταθεί από τότε που έγραψε αυτές τις λέξεις.

Από την άποψη αυτή, οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών έχουν λίγες διαφορές από την Αθηναϊκή αντιπροσωπεία: Και οι δύο έρχονται και υποβάλλουν προτάσεις που οι φίλοι τους δεν μπορούν να αρνηθούν. Όταν οι ηγέτες της Ευρώπης επιμένουν ότι η Ελλάδα ανήκει στην Ευρωπαϊκή «πατρίδα» είτε της αρέσει είτε όχι, αγνοώντας την αυξανόμενη κοινωνική αναταραχή και πολιτική παράλυση στην Ελλάδα, και αρνούμενοι να επανεξετάσουν το πακέτο λιτότητας που προηγουμένως είχε συμφωνηθεί με τον πρώην κυβερνητικό συνασπισμό στην Αθήνα, δεν είμαστε μακριά από την Αθηναϊκή τοποθέτηση στη Μήλο ότι «ο ισχυρός κάνει ό,τι έχει τη δύναμη να κάνει και ο αδύναμος αποδέχεται αυτά πρέπει να αποδεχθεί».

Υπό το πρίσμα αυτό, η αντίσταση της σημερινής Ελλάδα υπέρ της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας αντικατοπτρίζει  την τότε απάντηση των Μηλίων. Η διαφορά, ίσως, είναι ότι η τότε δύναμη ανταπάντησε με φάλαγγες και τριήρεις, όχι με οικονομικά φιρμάνια και νομισματική απειλές.

Όταν ο Θουκυδίδης δήλωνε ότι το έργο του ήταν "ένα αγαθό για την αιωνιότητα", εννοούσε ότι η σημασία του ήταν όσο σταθερή και αναλλοίωτη όσο η ανθρώπινη συμπεριφορά. Όπως και στον φίλο του τον Σοφοκλή, δεν θα του προκαλούσε έκπληξη το γεγονός ότι η τύφλωση και η ύβρις που κατέστρεψε την αρχαία Αθήνα παραμείνει μαζί μας σήμερα, και ότι οι ευγενείς και ανθρωπιστικοί στόχοι που κάποτε έδωσαν ζωή  στο ευρωπαϊκό όραμα έχουν δώσει τη θέση τους σε αμείλικτες τεχνοκρατικές παρορμήσεις. Ο είρων Θουκυδίδης θα εκτιμούσε το ότι πολλά μνημεία της Αθήνας, τα οποία ως επί το πλείστον χρηματοδοτούνται από την κυρίαρχη Ευρώπη, μπορεί να καταλήξουν ως εγγυήσεις που θα προσφερθούν σε νέους αυτοκρατορικούς αφέντες από τους κακοποιημένους και σαστισμένους απογόνους του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή