Μη χαραμίσετε την κρίση

5' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O πρώην προσωπάρχης του Μπαράκ Ομπάμα, Ραμ Εμάνιουελ, είχε κάποτε πει ότι δεν πρέπει ποτέ να χαραμίζουμε μια σοβαρή κρίση. Ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να πάρει πολύ σοβαρά αυτή τη συμβουλή. 

 

Τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα του Έλληνα πρωθυπουργού διασπάται μετά την υπογραφή των σκληρών αλλά απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, έχει μια ευκαιρία να πατήσει το «κουμπί της επανεκκίνησης». Μπορεί να σχηματίσει μια αξιόπιστη και σταθερή νέα κυβέρνηση, να ξαναβάλει τις σχέσεις με τις χώρες της Ευρωζώνης σε έναν εποικοδομητικό δρόμο και να αναστρέψει την εικόνα της οικονομίας.  

 

Μια τέτοια μεταμόρφωση σίγουρα θα είναι ψυχολογικά δύσκολη. Ο κ. Τσίπρας είναι ένας αριστερός με έρματα σε μια χρεοκοπημένη ιδεολογία. Από την άλλη, έχει λίγο-πολύ ήδη κάψει τις γέφυρες με τους πιο ακραίους συναδέλφους του. Δεν υπάρχει πλέον κανένα νόημα να βάζει τα συμφέροντα του κόμματός του πιο ψηλά από αυτά της πατρίδας του.  

 

Παρόλο που ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να κρατήσει το κόμμα του σε πειθαρχία, ενδέχεται να ελπίζει ότι δεν θα χρειαστεί να μοιραστεί την εξουσία. Φαίνεται να μπαίνει στον πειρασμό να ανασχηματίσει την κυβέρνησή του και να συνεχίσει με την ανοχή των τριών φιλοευρωπαϊκών κομμάτων της αντιπολίτευσης – της Νέας Δημοκρατίας, του Ποταμιού και του ΠΑΣΟΚ.

 

Αλλά οι πιστωτές της Ελλάδας θα δείξουν λίγη πίστη σε μία τέτοια ασταθή συνθήκη. Αυτό έχει σημασία καθώς η Αθήνα έχει πολλά σημαντικά πράγματα ακόμη να διαπραγματευθεί με την Ευρωζώνη – συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών στόχων και της ελάφρυνσης του χρέους. Τώρα που το ΔΝΤ φαίνεται πιο αποφασισμένο ότι το βάρος του ελληνικού χρέους πρέπει να μειωθεί αρκετά, ο κ. Τσίπρας έχει έναν σημαντικό σύμμαχο στο θέμα αυτό. Αλλά όσο λιγότερο τον εμπιστεύονται οι εταίροι, τόσο πιο σκληροί θα αποδειχθούν.  

 

Επενδυτές και κατάθετες επίσης θα ανησυχούν πως μια μειοψηφική κυβέρνηση θα είναι εύκολο να καταρρεύσει ανά πάσα στιγμή. Γι’ αυτό θα είναι δύσκολο να μπει ξανά η οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης και χωρίς αυτό τόσο ο Τσίπρας όσο και η Ελλάδα θα καταδικαστούν σε αποτυχία. 

 

Υπάρχει και η περίπτωση ο πρωθυπουργός να επιδιώξει να εξασφαλίσει εκ νέου την πλειοψηφία του διαγράφοντας τους αντάρτες από τον ΣΥΡΙΖΑ και πηγαίνοντας σε εκλογές. Δεν θα μπορούσε να το κάνει άμεσα αυτό αφού χρειάζεται πρώτα να περάσει κάποιες μεταρρυθμίσεις από την Βουλή. Μετά πρέπει να συμφωνήσει σε μια λεπτομερή νέα διάσωση με την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι εκλογές δεν θα μπορούσαν να γίνουν πριν από τα μέσα Σεπτεμβρίου. 

 

Ο κ. Τσίπρας ενδέχεται να κερδίσει αυτές τις εκλογές και να καταφέρει να σχηματίσει μια σταθερή νέα κυβέρνηση. Το εμπόδιο είναι ότι μπορεί να μην είναι και πάλι έμπιστη. Με μερικές εξαιρέσεις ο Έλληνας πρωθυπουργός απέτυχε να βρει αρκετούς έμπειρους υπουργούς από το κόμμα του. Εάν ο κ. Τσίπρας αποτύχει να σχηματίσει κυβέρνηση που να είναι ικανή να εφαρμόσει το νέο σχέδιο διάσωσης, θα οδεύει από κρίση σε κρίση και θα αποτύχει ξανά.

 

Η καλύτερη επιλογή θα είναι να σχηματίσει μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας που θα υποστηρίζεται από τα έμπιστα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ και τα τρία φιλοευρωπαϊκά κόμματα της αντιπολίτευσης. Έτσι θα έχει την υποστήριξη περίπου των δύο τρίτων των βουλευτών.

 

Ο κ. Τσίπρας πρέπει να παραμείνει στη θέση του πρωθυπουργού- όχι μόνο επειδή έχει εκλεγεί αλλά και επειδή παραμένει, παρά τις αποτυχίες του, εξαιρετικά ικανός στο να πείθει τον ελληνικό λαό. Αλλά οι υπόλοιποι υπουργοί θα επιλεγούν από όλα τα κόμματα που θα υποστηρίζουν την κυβερνητική σύμπραξη, δίνοντας έμφαση σε πρόσωπα αποφασισμένα να φέρουν αποτέλεσμα.

 

Εάν ο κ. Τσίπρας προσέφερε στα φιλοευρωπαϊκά κόμματα μια ανάλογη συμφωνία, θα τους ήταν δύσκολο να την αρνηθούν. Θα έχουν ηθική υποχρέωση να συμμετάσχουν, ακόμη κι αν κάποιοι ανησυχούν ότι η συμπόρευσή τους με μια κυβέρνηση που θα εφαρμόσει σκληρά μέτρα θα τους στοιχίσει σε μελλοντικές εκλογές.

 

Με αυτά τα δεδομένα τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα μπορούσαν να θέσουν λογικές προϋποθέσεις για τη συμμετοχή τους. Θα μπορούσαν για παράδειγμα να επιμείνουν ότι η κυβέρνηση πρέπει να βασίζεται σε αυθεντική σύμπραξη και να μην τους μοιράσει απλά ο κ. Τσίπρας κάποιες υπουργικές θέσεις. Ούτως ή άλλως η αντιπολίτευση θα παρέχει στην κυβέρνηση περίπου μισή από την κοινοβουλευτική της δύναμη. 

 

Θα μπορούσαν ακόμη να ζητήσουν από τον κ. Τσίπρα να δεσμευτεί απέναντί τους με μια τριετή συμφωνία που θα διαρκέσει όσο και το πρόγραμμα που διεκδικεί η Αθήνα. Με το τέλος του προγράμματος η οικονομία θα βρίσκεται και πάλι σε άνοδο, οι δανειστές θα έχουν συμφωνήσει σε ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδας και η κυβέρνηση θα μπορεί να βγει ξανά στις αγορές.

 

Αλλά αυτό το ρόδινο σενάριο θα είναι εφικτό μόνο εάν η Ελλάδα εφαρμόσει το πρόγραμμα σωστά. Εάν τα πολιτικά κόμματα καβγαδίσουν μεταξύ τους και καταρρεύσει η κυβέρνηση εθνικής ενότητας το πρόγραμμα θα αποτύχει ξανά. Γι’ αυτό και είναι σημαντική μια τριετής δέσμευση.

 

Αλλά δεν θα μπορεί μια δέσμευση σαν κι αυτή να διαρραγεί εύκολα; Και σε κάθε περίπτωση μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας σαν κι αυτή δεν θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι στερείται νομιμοποίησης; 

 

Αλλωστε στο δημοψήφισμα νωρίτερα τον ίδιο μήνα η πλειοψηφία του ελληνικού λαού τάχθηκε σε ποσοστό 61% έναντι 39% κατά ενός προγράμματος που ήταν λιγότερο σκληρό από αυτό στο οποίο συμφώνησε ο κ. Τσίπρας. Όσο για το θέμα της λιτότητας, τα ακροαριστερά και ακροδεξιά κόμματα θα εξαπολύσουν ανηλεή επίθεση κατά της κυβέρνησης κατηγορώντας την ότι περιφρόνησε την επιθυμία του λαού.

 

Γι’ αυτό και μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα πρέπει να εξασφλίσει νέα εντολή διεξάγοντας δεύτερο δημοψήφισμα. Αυτή τη φορά το δημοψήφισμα θα ζητάει από τον λαό να εγκρίνει όχι μόνο το πρόγραμμα αλλά και την τριετή κυβερνητική σύμπραξη που θα το εφαρμόσει. Αυτό θα αυξήσει και το πολιτικό κόστος για όποιο κόμμα σκεφτόταν να απομακρυνθεί πρόωρα από μια κυβέρνηση συνεργασίας.

 

Ενα δεύτερο δημοψήφισμα πιθανόν να κατέληγε σε διαφορετικό αποτέλεσμα από το πρώτο γιατί ο κ. Τσίπρας θα χρησιμοποιούσε τη ρητορική του δεινότητα για να εξασφαλίσει αυτή τη φορά το «ναι». Η ερώτηση του δημοψηφίσματος θα ξεκαθάριζε επίσης ότι το «όχι» σημαίνει έξοδος από το ευρώ, κάτι που δεν επιθυμούν οι Έλληνες πολίτες.

 

Επομένως υπάρχει δρόμος, που θα μπορούσε να μετατρέψει την κρίση σε ανάκαμψη. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ο κ. Τσίπρας θα τον ακολουθήσει.

* O κ. Hugo Dixon είναι αρθρογράφος του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή