Οι πολλαπλές «αστοχίες» του ντιμπέιτ

Οι πολλαπλές «αστοχίες» του ντιμπέιτ

2' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αλήθεια, τι διαφορά θα είχε αν η Μαρία Χούκλη, η Σία Κοσιώνη, η Ολγα Τρέμη και οι άλλοι δημοσιογράφοι είχαν στείλει τις ερωτήσεις τους γραπτώς και τις διάβαζε ο Πάνος Χαρίτος; Η προχθεσινή ανιαρή τηλεαναμέτρηση θα είχε και μια χαριτωμένη νότα, αν βλέπαμε π.χ. τον «συντονιστή» της να αλλάζει φωνές προσποιούμενος ότι εκπροσωπεί όλους τους συναδέλφους του.

Κάπου εδώ, όμως, πρέπει να τελειώνει το αστείο και οι δημοσιογράφοι να αναλάβουμε, επιτέλους, τις ευθύνες μας. Ο δημοσιογραφικός κλάδος έχει δεχθεί τα τελευταία χρόνια οξύτατη και, εν πολλοίς, δίκαιη κριτική, που φτάνει στα όρια της απαξίωσης. Και η προχθεσινή διαδικασία αιτιολογεί απολύτως αυτήν την κριτική, πολύ περισσότερο όταν το αποτέλεσμά της ήταν απολύτως προβλέψιμο. Οι μεν πολιτικοί αρχηγοί είχαν για μία ακόμη φορά το θράσος να διαμαρτύρονται εκ των υστέρων για τους παράλληλους μονολόγους που οι ίδιοι επέβαλαν, οι δε συνάδελφοι να απολογούνται για μια εντελώς αντιδημοσιογραφική διαδικασία, ξεχνώντας όμως ότι οι ίδιοι την ξανανομιμοποίησαν διά της παρουσίας τους.

Ενα απλό παράδειγμα αρκεί για να καταδείξει τον παραλογισμό του πράγματος. Οσοι κάνουμε αυτή τη δουλειά γνωρίζουμε ότι η είδηση προκύπτει συνήθως από μια ερώτηση που δεν αναμένει ο συνεντευξιαζόμενος. Και γι’ αυτό θεωρούμε αδιανόητο να τον προϊδεάσουμε για το τι θα τον ρωτήσουμε, επιχειρώντας επιπλέον να σκαρφιστούμε απροσδόκητες ερωτήσεις. Δείτε τώρα τι ξανασυνέβη στην παρωδία-debate που παρακολουθήσαμε. Οι συνεντευξιαζόμενοι όχι μόνον επέβαλαν εκ των προτέρων την «τράπεζα θεμάτων» που ήθελαν να «εξεταστούν» (μία ερώτηση για την οικονομία, μία για την παιδεία, μία για το μεταναστευτικό κ.λπ.), αλλά έφτασαν στο σημείο να διαμαρτυρηθούν όταν οι δημοσιογράφοι επιχείρησαν να μην τους κάνουν τις απολύτως SOS ερωτήσεις. Διότι, απλούστατα, δεν μπορούσαν να πουν το ποίημα που είχαν προετοιμάσει για κάθε κύκλο και αναγκάζονταν στο ενάμισι λεπτό που διέθεταν να πουν και μια… κουβέντα για την «απρόσμενη» ερώτηση που δέχθηκαν.

Το πόσο δημοσιογραφικά σχιζοφρενής είναι η εν λόγω διαδικασία αποδεικνύει και τούτο: Ενώ το κεντρικό ζητούμενο των επικείμενων εκλογών είναι «με ποιον θα συγκυβερνήσει ο κ. Τσίπρας ή ο κ. Μεϊμαράκης», η συγκεκριμένη ερώτηση έγινε εντέλει μόνο στον κ. Καμμένο! Δηλαδή στον μόνο πολιτικό αρχηγό που εικάζεται ότι δεν θα είναι στην επόμενη Βουλή. Ο δε κ. Τσίπρας, ο οποίος απειλεί ότι δεν θα είναι εκείνος πρωθυπουργός εάν τα νούμερα τον εξαναγκάσουν να συγκυβερνήσει με τη Ν.Δ., δεν κλήθηκε καν να απαντήσει στο αυτονόητο ερώτημα «ποιον θα προτείνει στη θέση του».

Ολα τούτα οδηγούν σε ορισμένα απλά ερωτήματα: Αραγε, είναι τόσο δύσκολο οι δημοσιογράφοι να επιβάλουμε στα κόμματα το μοντέλο που εφαρμόζεται στις περισσότερες χώρες, με κάθε αρχηγό να έχει, π.χ., στη διάθεσή του ένα συνολικό χρόνο για τις απαντήσεις του και οι ερωτήσεις να μην είναι προκαθορισμένες; Η ΕΣΗΕΑ και η ΠΟΕΣΥ έχουν σημαντικότερα θέματα να ασχοληθούν; Και ποιος ο λόγος να εκπροσωπούνται μόνο και όλα τα κανάλια; Ας γίνει μια κλήρωση μεταξύ καταξιωμένων και έμπειρων δημοσιογράφων – δόξα τω Θεώ υπάρχουν πολλοί και έχουμε συχνά και εκλογές για να μην αδικούνται οι ενδιαφερόμενοι.

Κοντολογίς, για το δεύτερο ντιμπέιτ της Δευτέρας, δεν υπάρχει δικαιολογία. Αν η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ επιμείνουν να διεξαχθεί με ανάλογους όρους, οι δημοσιογράφοι θα ήταν προτιμότερο να απόσχουν. Ας αφήσουν τους κ. Τσίπρα και Μεϊμαράκη να κάνουν μόνοι τους τη συζήτηση. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον θα έχει.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT